THEPOWERGAME
Η αναβίωση της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης στον Σκαραμαγκά και την Ελευσίνα που επιχειρεί η κυβέρνηση, βρίσκεται στην σωστή κατεύθυνση, καθώς εξυπηρετεί αφενός αμυντικούς, αφετέρου σκοπούς αναβάθμισης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της χώρας.
Αναφορικά με το πρώτο, είναι εμφανές ότι μια χώρα που περιβάλλεται από θάλασσα και απειλείται άμεσα από τους γείτονές-«συμμάχους» της, απαιτείται να έχει μια ισχυρή ναυπηγική βιομηχανία. Οι μεγάλες προμήθειες, άνω των 4 δισ. ευρώ μέσα σε μια δεκαετία, σε ναυτικό υλικό εξοπλισμό, ακόμη και για λόγους συντήρησης του, η χώρα θα πρέπει να διαθέτει ισχυρές ναυπηγοεπισκευαστικές μονάδες.
Ωστόσο, η διατήρηση μιας ισχυρής ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης για λόγους επιβίωσης του έθνους και της χώρας δεν είναι μόνον αναγκαία. Είναι και χρήσιμη, καθώς η χώρα παρουσιάζει ισχυρά πλεονεκτήματα για την δημιουργία μιας ισχυρής ναυπηγοεπισκευαστικής βάσης. Πρωτίστως Έλληνες κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στην παγκόσμια ναυτιλία και δευτερευόντως η χώρα στο παρελθόν έχει επιδείξει σημαντικές επιτυχίες στο τομέα αυτό.
Είναι δε «ντροπή» για τη χώρα να διαθέτει μια εγχώρια βιομηχανία ναυτιλιακού εξοπλισμού αξίας 300 εκατ. ευρώ ετησίως, όταν (μόνον) ο εγχώριος εφοπλισμός κινεί καθημερινά πλοία αξίας εκατοντάδων δισ. ευρώ.
Εξίσου σημαντικές ωστόσο είναι οι πρωτόγνωρες ευκαιρίες που δημιουργεί η παγκόσμια συγκυρία. Για παράδειγμα, η πανδημία έχει στρέψει το «υπερωκεάνιο» που λέγεται Ευρώπη, προς την ενίσχυση της ενδο-ευρωπαϊκής βιομηχανικής παραγωγής. Δυστυχώς, τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη, κατά την περίοδο της πανδημίας, αποδείχτηκε ότι δεν διέθεταν καν τα στοιχειώδη μέσα (χειρουργικές μάσκες) για να προστατέψουν τους πολίτες τους. Αντίθετα ανέμεναν τους Κινέζους, εν είδει μάγων εξ Ανατολής, και τους άλλους Ασιάτες παραγωγούς, να στείλουν τις μάσκες αυτές.
Παράλληλα η ρωσο-ουκρανική κρίση έμαθε με τον πιο άσχημο τρόπο στους Ερωπαίους πολιτικούς το «Si vis pacem, para bellum (αν θες ειρήνη προετοιμάσου για πόλεμο)». Η Γερμανία ρίχνει 100 δισ. ευρώ σε αμυντικές δαπάνες, οι φωνές για κοινή άμυνα για κοινή εξωτερική πολιτική στην Ενωμένη Ευρώπη πυκνώνουν, και εν γένει, η Ευρώπη στα επόμενα χρόνια θα ενδυναμώσει την αμυντική της βιομηχανία, καθώς στον πλανήτη αναδύονται νέες οικονομικές και αμυντικές δυνάμεις, οι οποίες δεν απαραίτητα φιλικές στη δύση και στα δημοκρατικά της πιστεύω.
Υπό αυτό το πρίσμα, στα επόμενα 5-10 χρόνια υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας στη χώρα μας να διεκδικήσει ένα μεγαλύτερο ρόλο στην κοινή αμυντική θωράκιση της Ευρώπης. Αν το πετύχει αυτό, ασφαλώς θα ενισχύσει και την άμυνα της επικράτειάς της. Το θετικό είναι ότι ήδη έχουν βρεθεί επενδυτές να το πράξουν αυτό -φυσικά αζημίως για τους ίδιους- απαλλάσσοντας μάλιστα το κράτος από τη «χαίνουσα» πληγή που έχει δημιουργήσει τα τελευταία 15-20 χρόνια.
Η τρίτη μεγάλη ευκαιρία ανάπτυξης που προσφέρει η διεθνής συγκυρία στην εγχώρια ναυπηγοεπισκευαστική βάση, έχει να κάνει με την πράσινη μετάβαση της ναυτιλίας. Η στρατηγική fit_for_55 στην Ευρώπη, αλλά και άλλες στρατηγικές του ΟΗΕ σχετικά με τα «πράσινα πλοία», δημιουργούν τεράστιες ανάγκες σε ανανεώσεις και επισκευές εμπορικών πλοίων (φορτηγών, ακτοπλοϊκών κ.λπ.). Οι αναβαθμίσεις αυτές, θα προκαλέσουν μέχρι το 2030 ένα «χείμαρρο» κεφαλαιουχικών δαπανών από τις εφοπλιστικές εταιρείες, και στον οποίο πρέπει να συμμετάσχει η ελληνική εγχώρια βιομηχανία.
Τα παράθυρα ευκαιρίας ωστόσο δεν παραμένουν μονίμως ανοικτά. Η φύση απεχθάνεται το κενό, και η απουσία ισχυρής αμυντικής ναυπηγικής βιομηχανίας στην Ευρώπη, τη στιγμή μάλιστα που οι ανάγκες είναι μεγάλες, θα καλυφθεί είτε με, είτε χωρίς την Ελλάδα. «Οι καιροί ου μενετοί», έλεγε ένας αρχαίος ημών πρόγονος, αλλά στο παρελθόν οι νεοέλληνες δεν τον έλαβαν πολύ σοβαρά υπ’ όψιν. Ελπίζουμε αυτή τη φορά να τον πάρουν υπ’ όψιν, ειδικά όταν οι γείτονές μας απλώνουν χάρτες με το μισό Αιγαίο να αποτελεί «γαλάζια πατρίδα».