THEPOWERGAME
Στις αρχές της εβδομάδας ξεκίνησαν οι εργασίες του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, μέσα σε κλίμα ανησυχίας για την κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη τους τελευταίους μήνες. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν φαίνεται να γνωρίζει επιτυχία σε επιχειρησιακό επίπεδο, προκαλεί όμως σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις σε όλο τον πλανήτη. Η ενεργειακή κρίση, ο υψηλός πληθωρισμός και η εξασθένιση της ανάκαμψης πλήττουν σήμερα όλες τις χώρες – κυρίως όμως την Ευρώπη – ενώ είναι πλέον ορατή και η απειλή μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης.
Η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτές τις πιέσεις είναι μέχρι τώρα απογοητευτική. Εδώ και καιρό, έχει ξεκινήσει η συζήτηση σχετικά με την ανάγκη μιας ενιαίας ευρωπαϊκής απάντησης στην ενεργειακή κρίση, αλλά και κοινών μέτρων για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, απέναντι στις επιπτώσεις της. Σχετικές προτάσεις έχουν καταθέσει σε αυτό το πλαίσιο οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ελλάδας και άλλων χωρών του ευρωπαϊκού νότου.
Δυστυχώς, το κείμενο προτάσεων που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πριν από λίγες μέρες, ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θα διεξαχθεί την επόμενη εβδομάδα, ήταν πολύ κατώτερο των περιστάσεων, καθώς δεν περιλαμβάνει κανένα ουσιαστικό χρηματοδοτικό εργαλείο το οποίο θα μπορούσε να βοηθήσει τα κράτη – μέλη να διαχειριστούν αποτελεσματικά την κρίση. Πολλές από λύσεις που έχουν προταθεί, όπως η κοινή προμήθεια ενέργειας, παραπέμπονται στο μέλλον, η επιβολή πλαφόν στις διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου δεν εξετάζεται, ενώ προβλέπονται χρηματοδοτήσεις ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρών – κυρίως από δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης – για την αύξηση των επενδύσεων σε ΑΠΕ ως το 2030. Ουσιαστικά, η πρόταση της Επιτροπής εστιάζει σε μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους, χωρίς όμως να περιλαμβάνει κανένα μέτρο που θα μπορούσε να ανακουφίσει άμεσα τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Εφόσον το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για περισσότερο αποφασιστικές λύσεις και γενναίες παρεμβάσεις, τα κράτη – μέλη καλούνται στο εξής να διαχειριστούν την κρίση με δικούς τους πόρους. Κάτι που πρακτικά φέρνει σε ακόμα πιο δύσκολη θέση τις χώρες με περιορισμένες δημοσιονομικές δυνατότητες. Μέχρι στιγμής όλα δείχνουν ότι η αναστολή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας για το 2023 δεν αφορά την Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, στόχος για τη χώρα παραμένει η επίτευξη δημοσιονομικών πλεονασμάτων και η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας.
Η απουσία μιας μεγάλης κλίμακας ευρωπαϊκής παρέμβασης, είναι αλήθεια ότι εντείνει σημαντικά τις προκλήσεις για την Ελλάδα. Οι ανατιμήσεις δημιουργούν αυτή τη στιγμή έντονες πιέσεις στην πραγματική οικονομία, πλήττοντας κυρίως τα χαμηλά εισοδήματα και διευρύνοντας τις οικονομικές ανισότητες. Είναι άμεση, λοιπόν, η ανάγκη για στήριξη των πλέον ευάλωτων νοικοκυριών, καθώς και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων. Η απάντηση, όμως, στην κρίση δεν μπορεί να δοθεί αποκλειστικά μέσα από δημοσιονομικές παρεμβάσεις. Η βιώσιμη και αποτελεσματική επιλογή για την Ελλάδα, είναι να επιταχύνει τις προσπάθειες για αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της, για την κινητοποίηση νέων επενδύσεων, για την ενίσχυση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και καλύτερων εισοδημάτων.
Για μια ακόμη φορά μέσα σε δύο χρόνια βρισκόμαστε στο μέσο μιας διεθνούς κρίσης, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει επιστρέψει στον παλιό δυσκίνητο και άτολμο εαυτό της. Η ευθύνη της διαχείρισης ανήκει σε εμάς.
Παρά τις αντιξοότητες, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εξακολουθούν να είναι θετικές. Αναμένουμε μια καλή χρονιά στον τουρισμό, κάτι που μεταφράζεται σε υψηλά έσοδα για τη χώρα, ενώ η αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης μπορεί να λειτουργήσει ως ανάχωμα στις πιέσεις που δημιουργεί το διεθνές περιβάλλον. Στηρίζοντας στοχευμένα όσους έχουν ανάγκη και επενδύοντας στις δυνατότητες της οικονομίας μας, θα καταφέρουμε να ξεπεράσουμε και αυτή την καταιγίδα.