THEPOWERGAME
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια σύρραξη για την οποία δεν ήμασταν ψυχολογικά προετοιμασμένοι. Δεν φανταζόμασταν ποτέ ότι τόσο κοντά μας, στην Ευρώπη, θα ξεσπούσε πόλεμος με την κλασική μορφή του, τις καταστροφές, τα κύματα προσφύγων, το δράμα των αμάχων. Γι’ αυτό και η αντίδραση πολλών είναι καθαρά συναισθηματική, ενώ σπανίζουν οι γενικότερες θεωρήσεις και αναλύσεις για τις συνέπειες της εισβολής που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας· συνέπειες που προβλέπεται να είναι συνταρακτικές.
Ο βασικός λόγος της μέχρι τώρα επανάπαυσής μας ήταν η παγκοσμιοποίηση, όρος που προέκυψε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 για να περιγράψει το πλήρες άνοιγμα των συνόρων στο εμπόριο, στα κεφάλαια και στις παραγωγικές επενδύσεις. Τριάντα χρόνια αργότερα, η διεργασία αυτή οδήγησε σε μια πρωτόγνωρη για την ανθρωπότητα κατάσταση: την πλήρη οικονομική και κυρίως λειτουργική αλληλεξάρτηση των χωρών, αδιαφόρως του πολιτικού συστήματος και του γεωπολιτικού προσανατολισμού της κάθε μίας από αυτές. Ποτέ άλλοτε στην ανθρώπινη ιστορία δεν είχε υπάρξει διεθνής ενσωμάτωση της παραγωγής και των κεφαλαιακών ροών στο βαθμό που έχουμε σήμερα· ποτέ άλλοτε οι εφοδιαστικές αλυσίδες δεν ήταν τόσο διεθνοποιημένες, περιλαμβάνοντας χώρες και περιοχές με τεράστιες διαφορές και συχνά αντιπαλότητες μεταξύ τους· ποτέ άλλοτε ανταγωνιστικές υπερδυνάμεις δεν εξαρτώνταν τόσο πολύ, η μία από τη χρηματοδότηση της άλλης. Η νέα αυτή πραγματικότητα είχε, όπως ήταν φυσικό, σημαντικές επιπτώσεις στην αντίληψή μας των διεθνών σχέσεων. Το κυριότερο ήταν η επανάπαυση στην οποία μας είχε βυθίσει, πολίτες και κυβερνήσεις, δημιουργώντας την πεποίθηση ότι η διεθνής κατάσταση είναι πλέον παγιωμένη καιότι οι μεγάλες συγκρούσεις ανήκαν στο παρελθόν. Από εδώ και πέρα, πιστεύαμε, όλες οι διαφωνίες θα επιλύονταν με διαπραγματεύσεις στα πλαίσια των διεθνών οργανισμών, με γνώμονα τη συνέχιση της σταθερότητας και της εξασφάλιση της συνέχισης της παραγωγικής αλληλεξάρτησης.
Το 2020, με την εμφάνιση της πανδημίας, το σκεπτικό αυτό υπέστη έναν πρώτο ισχυρό κλονισμό, όταν έκπληκτοι ανακαλύψαμε ότι η επιβίωσή μας εξαρτιόταν από την καλή θέληση των κινεζικών εργοστασίων για την παραγωγή και την ταχεία αποστολή των απαραίτητων αναπνευστήρων. Αμέσως μετά, συνειδητοποιήσαμε ότι τα περισσότερα από τα υψηλής τεχνολογίας αγαθά που καταναλώνουμε, βασίζονται στις εισαγωγές σπανίων γαιών, που επίσης προέρχονται από την Κίνα και από άλλες τρίτες χώρες, στις οποίες δεν έχουμε κανέναν έλεγχο. Ταυτόχρονα, η αναταραχή που δημιούργησαν τα μέτρα για τονκορονοϊό στις μεταφορές έφερε τις πρώτες μεγάλες ελλείψεις αγαθών και αυξήσεις τιμών. Αυτά όμως δεν ήταν τίποτα μπροστά στο σημερινό σοκ, το δεύτερο μέσα σε δυο χρόνια, με την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία και τις πρωτοφανείς σε μέγεθος οικονομικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία.
Η αλήθεια είναι ο κόσμος μας δεν είναι δομημένος έτσι ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει την απομόνωση μιας μεγάλης χώρας, η ομαλή συμμετοχή της οποίας στη διεθνή οικονομία θεωρείτο μέχρι τώρα δεδομένη. Απλά, δεν έχουμε «manual» για να χειριστούμε μια τέτοια κατάσταση.
Η ενέργεια αποτελεί το πρώτο μεγάλο ζήτημα. Η ενεργειακή εξάρτηση, ειδικά της Ευρώπης, η οποία εισάγει το 40% των αναγκών της σε φυσικό αέριο μέσω των ρωσικών αγωγών, είναι πρωτοφανής. Η International Energy Agency, που παρακολουθεί τις διεθνείς ενεργειακές ροές και συμβουλεύει τις κυβερνήσεις των μεγάλων χωρών, δημοσίευσε πρόσφατα ένα κείμενο εκ 10 σημείων του γενικού διευθυντή της, Fatih Birol, για την απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Το μόνο βέβαιο συμπέρασμα που βγαίνει απ’ την ανάγνωσή του είναι ότι βραχυπρόθεσμα δεν υπάρχει καμία εφικτή λύση.
Από την άλλη πλευρά, οι πετρελαϊκές εταιρείες κάνουν ένα θεαματικό comeback, αφού η εκμετάλλευση κοιτασμάτων που μέχρι τώρα θεωρείτο ασύμφορη φαίνεται να επανέρχεται στο προσκήνιο. Η πράσινη μετάβαση (green transition) θα είναι σίγουρα ένα από τα μεγαλύτερα θύματα της παρούσας σύρραξης, καθώς η εξασφάλιση ενεργειακών πόρων καθίσταται πλέον πρώτη προτεραιότητα, πολύ πιο επείγουσα από τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα. Οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2030, το 2050, το “Fit for 55”, η συμφωνία των Παρισίων του 2015 και όλα τα συναφή κείμενα φαντάζουν τώρα μακρινά και ξεπερασμένα και απαιτούν στην καλύτερη περίπτωση αναθεώρηση και ενδεχομένως επαναδιαπραγμάτευση. Το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ETS), προϊόν σχεδιασμού δεκαετιών μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, είναι αμφίβολο αν θα αντέξει στη ενεργειακή κρίση— πολλοί πιστεύουν ότι θα έπρεπε ήδη να έχει τεθεί σε αναστολή για να αντιμετωπιστεί η μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Είναι επίσης πιθανό οι επείγουσες ανάγκες που θα γεννηθούν από τη διάρρηξη των διεθνών σχέσεων και των αλυσίδων παραγωγής να επηρεάσουν ακόμη και τους κοινωνικούς στόχους, με πρώτο ίσως θύμα τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ (sustainable development goals), εξέλιξη που θα σημάνει μια σοβαρή οπισθοδρόμηση για την ανθρωπότητα.
Εξίσου, αν όχι μεγαλύτερο, είναι το διατροφικό πρόβλημα. Για άλλη μια φορά, ο σημερινός κόσμος δεν έχει δομηθεί για να αντιμετωπίσει μια ξαφνική απώλεια του ενός τετάρτου της διεθνούς παραγωγής σιτηρών, που αντιπροσωπεύουν οι εξαγωγές της Ρωσίας και της Ουκρανίας μαζί. Η πιθανότητα λιμών στον τρίτο κόσμο είναι τεράστια, με άμεσο και ορατό τον κίνδυνο εξεγέρσεων και προσφυγικών κυμάτων.
Τέλος, θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην συμπεριλάβουμε στη σύντομη αυτή ανάλυση ένα άλλο μείζον θέμα, την επανάκαμψη των πληθωριστικών πιέσεων. Αυτές είχαν ήδη κάνει την εμφάνισή τους πριν τις σημερινές εξελίξεις, ως συνέπεια των μέτρων ανακούφισης της πανδημίας, τώρα όμως επιταχύνθηκαν θεαματικά λόγω της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών. Η Αμερικανική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε προχτές την πρώτη αύξηση των επιτοκίων της, με σκοπό την τιθάσευση του πληθωρισμού, ενώ παράλληλα προανήγγειλε άλλες πέντε (!) αυξήσεις, μέσα στο έτος. Η τελευταία φορά που η Fed εφάρμοσε μια πραγματικά επιθετική πολιτική επιτοκίων για τον ίδιο σκοπό ήταν το 1981, επί Paul Volcker, με αποτέλεσμα τη χρεοκοπία των χωρών της Λατινικής Αμερικής, οι οποίες λόγω της αύξησης του κόστους χρήματος αδυνατούσαν να εξυπηρετήσουν το εξωτερικό χρέος τους. Μια ανάλογη πολιτική, σήμερα, έστω και πολύ πιο ήπια, με τα δυσθεώρητα επίπεδα δημόσιου χρέους των περισσοτέρων χωρών, θα σήμαινε αυτόματα παγκόσμιο κραχ. Θα είναι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση της εποχής μας, μέσα σε περιβάλλον αποσυναρμολόγησης των διεθνών οικονομικών σχέσεων, να βρεθεί μια ικανοποιητική λύση στο πρόβλημα του χρέους. Έχοντας πάντα κατά νου, βεβαίως, την τεράστια ασυμμετρία που υπάρχει στο θέμα αυτό μεταξύ ΗΠΑ και των υπόλοιπων χωρών του πλανήτη.
Δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας η παραπάνω σκιαγράφηση των ζητημάτων που τίθενται από την ολική επαναφορά των διεθνών σχέσεων, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Δεν είναι καν σίγουρο ότι υπάρχουν δυνατότητες ομαλής επίλυσής τους. Το τέλος της παγκοσμιοποίησης και η μετάβαση στηναχαρτογράφητη προς το παρόν νέα κατάσταση δεν θα είναι μια απλή υπόθεση. Η αύξηση των κινδύνων από την αποδόμηση της παγκόσμιας οικονομίας προβάλει ως το σημαντικότερο στοιχείο της πραγματικότητας που βλέπουμε να έρχεται.Το πλέον αισιόδοξο σενάριο είναι να βρεθεί ένας τρόπος διευθέτησης της παρούσας σύρραξης, που στη συνέχεια θα επιτρέψει τη σταδιακήαναίρεση των παραγόντων αστάθειας που μας απειλούν σήμερα.