THEPOWERGAME
Με τον Ν. 4738/2020, ξεκίνησε μεταξύ άλλων και τη λειτουργία του ο νέος εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών καθώς και ο νόμος εξυγίανσης των επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με το ρυθμιστικό πλαίσιο του νέου νόμου, είναι δυνατόν να επιτευχθεί υπό προϋποθέσεις, ενιαία ρύθμιση χρεών, με εξόφληση των οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, μέχρι και σε 240 δόσεις και προς τους Χρηματοδοτικούς Φορείς, μέχρι και σε 480 δόσεις. Πρόκειται δε, για διαδικασία όπου, τον πρώτο λόγο έχουν οι Χρηματοδοτικοί Φορείς, δεδομένο βέβαια που διαπνέει το σύνολο του Ν. 4738/2020, ο οποίος είναι κατά βάση τραπεζοκεντρικός. Και τούτο διότι, ο νέος νόμος παρέχει επί της ουσίας κυριαρχικό ρόλο στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, στα οποία έχει χορηγηθεί, κατά ανέλεγκτη κρίση, η αποκλειστική δυνατότητα κατάθεσης πρότασης ρύθμισης οφειλών καθώς και η ψηφοφορία επί αυτής – δεδομένα επί των οποίων ο οφειλέτης δεν δύναται να αντιλέξει, ούτε να εκθέσει τις απόψεις του.
Το ίδιο λαμβάνει χώρα και στην εξυγίανση των επιχειρήσεων που προϋποθέτει στην βασική του μορφή, προκειμένου να επικυρωθεί συμφωνία εξυγίανσης να παρασχεθεί συναίνεση από τον οφειλέτη και από πιστωτές του που εκπροσωπούν αφενός περισσότερο από το πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων που έχουν ειδικό προνόμιο και αφετέρου περισσότερο από το πενήντα τοις εκατό (50%) των λοιπών απαιτήσεων. Δηλαδή ο νέος νόμος αύξησε ουσιαστικά το ποσοστό συναίνεσης των τραπεζών, (που είναι συνήθως οι μεγαλύτεροι πιστωτές με ειδικό προνόμιο) από 40% που απαιτείτο κατά τον Ν. 3588/2007 σε ποσοστό 50% στον νέο νόμο 4738/2020.
Δυστυχώς, μετά τα ανωτέρω, και παρά τα πανηγυρικά σχόλια και τις φιλόδοξες διακηρύξεις που συνόδευσαν την εισαγωγή και την λειτουργία του νέου νόμου ρύθμισης οφειλών, τα αποτελέσματα δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά. Αντίθετα, αναδεικνύουν την παθογένεια του νέου νομοθετήματος. Τούτο, μάλιστα, αποδεικνύεται από τα στατιστικά στοιχεία που παραθέτει η ίδια η ΕΓΔΙΧ στην ηλεκτρονική πλατφόρμα που αφορά τον νέο εξωδικαστικό μηχανισμό.
Συγκεκριμένα, μέχρι την 31/12/2021, συνολικά, 43.795 οφειλέτες έχουν εισέλθει στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών και ξεκίνησαν την αίτησή τους για να ρυθμίσουν τις οφειλές τους, στοιχείο που επιβεβαιώνει την ύπαρξη πραγματικής βούλησης σημαντικού μέρους των οφειλετών να ρυθμίσουν τις υποχρεώσεις του με τρόπο ενιαίο αλλά και οριστικό. Εντούτοις, μέχρι το τέλος του 2021, έχει ολοκληρωθεί η υποβολή για μόλις 393 αιτήσεις, ενώ ακόμα και σε αυτές δεν είχε οριστικοποιηθεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης.
Το ίδιο λαμβάνει χώρα και στις υποθέσεις εξυγίανσης, που έως σήμερα όπως προκύπτει και από το μητρώο φερεγγυότητας έχουν επικυρωθεί μόνον 3 αιτήσεις επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης, από τις συνολικά 27 που έχουν κατατεθεί, αναλογία που αποδεικνύει την δυσκολία επίτευξης συναίνεσης με τις απαιτήσεις των τραπεζών.
Τα ως άνω επίσημα στατιστικά στοιχεία, αποδεικνύουν ότι, η παθογένεια και η μη αποδοτικότητα που συνόδευε τον προηγούμενο εξωδικαστικό μηχανισμό (Ν. 4469/2017), (ο οποίος και απέτυχε παταγωδώς, αφού δεν ρυθμίστηκαν παρά ελάχιστες οφειλές) φαίνεται μέχρι στιγμής να συνοδεύει και τον τρέχοντα εξωδικαστικό μηχανισμό, ο οποίος μέχρι και σήμερα δεν έχει καταφέρει να ολοκληρώσει παρά ένα ελάχιστο μέρος των υποβληθεισών αιτήσεων προς ρύθμιση.
Και τούτο διότι η απόλυτη και απεριόριστη πρωτοβουλία που έχει χορηγηθεί στους χρηματοδοτικούς και τραπεζικούς φορείς, οι οποίοι και κατευθύνουν το σύνολο της διαδικασίας, σε συνδυασμό με την ανετοιμότητα των φορέων από άποψη υλικοτεχνικών υποδομών (λ.χ. υπηρεσίες που δεν έχουν ακόμη ψηφιοποιηθεί), έχουν δημιουργήσει έναν εξωδικαστικό μηχανισμό ο οποίος σήμερα παρουσιάζεται δυσκίνητος και με τεράστιες χρονικές καθυστερήσεις, χωρίς να μπορεί να δώσει λύση στους οφειλέτες, ανεξάρτητα από το ύψος των οφειλών τους.
Εάν μάλιστα, ληφθεί υπ’ όψιν και η ανελαστικότητα τόσο του Ελληνικού Δημοσίου όσο και του Ε.Φ.Κ.Α σε αιτήσεις εξυγίανσης πλήθους επιχειρήσεων πανελλαδικά, όπου και ασκούνται παρεμβάσεις που δυσχεραίνουν την πρόσβαση τους στις διατάξεις του νέου νόμου και συνακόλουθα, την αναδιάρθρωση των οφειλών τους, καθίσταται σαφές ότι, τόσο το νέο θεσμικό πλαίσιο που έχει εισαχθεί με τον Ν. 4738/2020, όσο και ο τρόπος εφαρμογής του (ανεπάρκεια υλικοτεχνικών μέσων, ανελαστικότητα και καθυστερήσεις τραπεζών κ.ο.κ.) συνθέτουν ένα ιδιαίτερα δυσχερές και πολύ συχνά απροσπέλαστο πλαίσιο, που ναρκοθετεί την αποπληρωμή των οφειλών ιδιωτών και επιχειρήσεων και εν τέλει, αναστέλλει τον ίδιο τον σκοπό του νέου νόμου: ήτοι, την αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων των ιδιωτών και των επιχειρήσεων και την επάνοδο τους σε αναπτυξιακή τροχιά.
Με τα μέχρι σήμερα επομένως δεδομένα, είναι επιτακτική η ανάγκη βελτίωσης του νόμου, διαφορετικά ο Ν. 4738/2020, θα αποδειχθεί ένα ακόμα θνησιγενές νομοθέτημα, που δημιούργησε περισσότερα προβλήματα απ’ όσα κατόρθωσε να επιλύσει.