THEPOWERGAME
Οι τελευταίες για το τρέχον έτος δημοσκοπήσεις εμφανίζουν μια εικόνα πάνω-κάτω ίδια τους τελευταίους μήνες. Τα μεγαλύτερα κόμματα καταγράφονται με απώλειες ή με κέρδη που δεν κάνουν τη διαφορά. Τα μικρότερα συναγωνίζονται το ένα το άλλο με οριακές διαφορές σε μονοψήφια νούμερα. Τόσο η ΝΔ, όσο και το ΠΑΣΟΚ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται αντιμέτωπα με νέες προκλήσεις και γρίφους για το πώς θα επιτύχουν μια ολική επαναφορά, όπως το κάθε κόμμα προσδιορίζει. Το οξύμωρο είναι πως παρά τους έντονους πολιτικούς κραδασμούς που καταγράφτηκαν ιδιαίτερα μετά τις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου, οι συσχετισμοί δεν σημείωσαν αξιόλογη μεταβολή-πλην μιας, της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ που έφερε το ΠΑΣΟΚ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Βουλή. Πώς διαγράφονται λοιπόν οι προκλήσεις για τους πολιτικούς σχηματισμούς τη νέα χρονιά;
Πριν από αυτό όμως, ας δούμε το πρόβλημα των προβλημάτων όπως καταγράφτηκε όχι στις δημοσκοπήσεις αλλά στις κάλπες των τελευταίων δύο ετών. Στις εκλογές του Μαΐου 2023 η συμμετοχή ήταν 61,76%, δηλαδή λίγο πάνω από 6 εκατομμύρια ψηφοφόρους. Στις αμέσως επόμενες του Ιουνίου 2023 ήταν 53,74% με συμμετοχή 5.300.000 πολιτών. Και μετά ήρθε η καταβαράθρωση: Στις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024 η συμμετοχή έπεσε σε ιστορικά χαμηλά, στο 41,24%. Ψήφισαν δηλαδή λίγο πάνω από 4.000.000 συμπολίτες μας. Η αδιαφορία και η απογοήτευση υπερνίκησαν την επιλογή προσέλευσης στις κάλπες σε βαθμό τρομακτικό. Μέσα σε ένα χρόνο (Μάιος 2023-Ιούνιος 2024) περί τα δύο εκατομμύρια πολίτες δεν προσήλθαν στην κάλπη. Η καμπάνα για το πολιτικό μας σύστημα χτύπησε πολύ δυνατά.
Εδώ βρίσκεται και το «κλειδί» της ερμηνείας των δημοσκοπικών ελλειμμάτων των κομμάτων. Η αποχή-ρεκόρ στις ευρωεκλογές δεν φαίνεται να είναι μια στιγμιαία εικόνα αλλά η έκφραση της δυσαρέσκειας μεγάλης μερίδας πολιτών τόσο για την πραγματική οικονομική κατάσταση όσο και για τις επιδόσεις των κομμάτων. Αυτό φαίνεται να αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών σε μόνιμη βάση.
Η ΝΔ διατηρεί βέβαια το προβάδισμα έναντι των άλλων κομμάτων αλλά με ποσοστά που καταγράφονται λίγο πάνω από την επίδοση του περασμένου Ιουνίου-μεταξύ 28 και30%. Όμως απέχει μακριά από τα ποσοστά του 2023, που της έδωσαν την αυτοδυναμία. Κυρίως, αναζητεί τρόπους επαναπατρισμού μεγάλης μερίδας ψηφοφόρων που έχασε μέχρι τις ευρωεκλογές και, δημοσκοπικά, φαίνεται να μην κατορθώνει μέχρι στιγμής να κερδίζει. Η ακρίβεια είναι το απροσπέλαστο μέχρι στιγμής εμπόδιο για να έχει απόδοση η «ατζέντα της καθημερινότητας», που επιχειρεί να εφαρμόσει. Η καταλληλόλητα του πρωθυπουργού παραμένει, επίσης, το βασικό χαρτί για τη ΝΔ. Οι φτωχές επιδόσεις της αντιπολίτευσης είναι παράγοντας που ευνοεί μεν να διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, δεν αρκεί όμως για μια ολική επαναφορά…
Το ΠΑΣΟΚ, μετά την επανεκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη και την παράλληλη συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ έφτασε να προσεγγίζει το 20% στις δημοσκοπήσεις, αν και στις τελευταίες μετρήσεις εμφανίζει μια κάμψη. Ωστόσο, ξεκινά το 2025 με αφετηρία το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ήδη του έχει δώσει νέα δυναμική. Η προσπάθεια αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση σε κεντρικά ζητήματα, όπως αυτό με τις τράπεζες, του προσδίδει πόντους εμπιστοσύνης στην κοινή γνώμη. Ωστόσο, ο δρόμος ακόμη είναι μακρύς καθώς στο δείκτη κυβερνησιμότητας, ο Πρόεδρος βρίσκεται αρκετά πίσω σε σχέση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ενώ παραμένει ζητούμενο η προσέγγιση των ψηφοφόρων του Κέντρου που, κατά τα φαινόμενα, πολλοί από αυτούς αποστασιοποιούνται μεν από τη ΝΔ, παραμένουν όμως σε φάση αναμονής και κρατούν αποστάσεις.
Για το ΣΥΡΙΖΑ είναι δύσκολο κανείς να κάνει πρόβλεψη για την πορεία του μέσα στο 2024, με δεδομένο τη δημοσκοπική του κατακρήμνιση και βέβαια τη διάσπασή του. Στην τελευταία δημοσκόπηση της METRON ο ΣΥΡΙΖΑ φτάνει το 7,4%, ενώ το κόμμα του Στ. Κασσελάκη στο 4,1%. Ακόμα και το άθροισμα των δύο υπολείπεται από την επίδοση του 14,92% των ευρωεκλογών. Κι ακόμα τα προβλήματα είναι μπροστά καθώς ο κίνδυνος νέας διάσπασης ελλοχεύει στον ΣΥΡΙΖΑ ενώ είναι πρόωρο να προδιαγράψει κανείς την πορεία του νέου φορέα υπό τον Στ. Κασσελάκη. Σε κάθε περίπτωση, είναι φανερό πως η βασική απώλεια του ΣΥΡΙΖΑ-πέρα από το ότι έχασε κοινοβουλευτικά το ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης-είναι πως έχει πληγεί ανεπανόρθωτα η «κυβερνησιμότητα» του κόμματος και είναι αμφίβολο το πώς αυτή μπορεί να ανακτηθεί.
Σε ό,τι αφορά στα μικρότερα κόμματα τόσο στη μία όσο και στην άλλη άκρη του πολιτικού φάσματος, επικρατεί ένας… πλουραλισμός ποσοστών, που συνεχώς αναδιατάσσουν τους συσχετισμούς. Οι διαφορές πολλών «συγγενών» σχηματισμών παραμένουν βαθιές ενώ η προσδοκία όλων είναι να εισπράξουν κέρδη από τη μεγάλη «δεξαμενή» των αναποφάσιστων.
Η πολυμορφία και η πανσπερμία ποσοστών στα μικρότερα κόμματα δίνει και μια άλλη παράμετρο: Το συνολικό ποσοστό τους-συμπεριλαμβανομένου του ΣΥΡΙΖΑ- αγγίζει το 50%. Αυτό σημαίνει πως, δημοσκοπικά πάντα, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ αθροίζουν το 50% των προτιμήσεων. Με τέτοια εικόνα μπορεί να μιλάμε για ένα νέο δίπολο, ωστόσο δεν υπάρχει καν προσέγγιση για διαμόρφωση ενός νέου δικομματικού μοντέλου άλλων εποχών…
Διαβάστε επίσης
ΙΝΣΕΤΕ: Οι άκρες της σεζόν είδαν μεγαλύτερη άνοδο από τον Αύγουστο
Love Actually: Η κλασική ταινία των Χριστουγέννων με τα μάτια των πρωταγωνιστών
Αράχωβα: Γιατί τα ηλεκτρικά οχήματα έμειναν από μπαταρία