THEPOWERGAME
Ο μεγάλος ηττημένος των εκλογών, ο Αλέξης Τσίπρας, σηματοδότησε με τη χτεσινή παραίτησή του το κλείσιμο ενός ιστορικού κύκλου για τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά, κυρίως, την απαρχή ενός αβέβαιου κύκλου «επανίδρυσης», σε συνθήκες κρίσης και εσωστρέφειας. Συνθήκες που κάθε άλλο παρά επιτρέπουν εκτιμήσεις για γρήγορη υπέρβαση της βαθιάς, υπαρξιακής κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Αφού συμβουλεύτηκε επί τριήμερον το… μαξιλάρι του, όπως είπε, ο κ. Τσίπρας ανακοίνωσε χτες στο Ζάππειο την έναρξη των διαδικασιών εκλογής νέου προέδρου, χωρίς τη συμμετοχή του. Τα μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου αιφνιδιάστηκαν, αλλά στη συνέχεια δόθηκε η άτυπη εκκίνηση της μάχης της διαδοχής. Τα ονόματα της Έφης Αχτσιόγλου, του Ευκλείδη Τσακαλώτου, του Αλέξη Χαρίτση, του Διονύση Τεμπονέρα, ακόμα και του πρόσφατα εμφανισθέντα Γαβριήλ Σακελλαρίδη άρχισαν ήδη να ακούγονται – είναι σχεδόν βέβαιο ότι η λίστα αυτή θα μεγαλώσει τα προσεχή 24ωρα. Αυτό που μένει να φανεί είναι η αντίδραση και οι στόχοι των εσωκομματικών τάσεων και ομάδων, που ασφαλώς ανασυντάσσονται μετά το κενό εξουσίας στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Μια αναμέτρηση που μόνο ομαλή και χαμηλών εντάσεων δεν προδιαγράφεται. Κι αυτό την ώρα που το αποδυναμωμένο όσο ποτέ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης οφείλει να δώσει το παρών στη Βουλή για τις διαδικασίες των προγραμματικών δηλώσεων, με το βάρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος να φαίνεται ότι θα σηκώσει η Όλγα Γεροβασίλη.
Το πρόβλημα όμως για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ βαθύτερο από την αλλαγή φρουράς στην ηγεσία του κόμματος. Ακόμα και μια εκλογή νέου προέδρου μπορεί να αμφισβητηθεί από ομάδες και τάσεις που διαφωνούν, παρατείνοντας την εσωστρέφεια. Άλλωστε είναι γνώρισμα της Αριστεράς σε συνθήκες ήττας και υποχώρησης, οι διαμάχες και η οξύτητα των συγκρούσεων να έρχονται στην ημερήσια διάταξη. Ό,τι χειρότερο για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι οι φυγόκεντρες τάσεις που θα αναπτυχθούν να έχουν ως αποτέλεσμα ακόμα και τη διάσπαση της κοινοβουλευτικής ομάδας.
Η νέα τάξη πραγμάτων στον ΣΥΡΙΖΑ όμως έχει να κάνει με το ερώτημα, αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για αλλαγή της φυσιογνωμίας του κόμματος, τώρα που και ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας εκτίμησε πως ο ΣΥΡΙΖΑ όπως τον γνωρίσαμε έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο, είναι δηλαδή «κλινικά νεκρός». Η «επανίδρυση» του κόμματος χρειάζεται πολλά παραπάνω από έναν νέο πρόεδρο. Το νέο προφίλ ενός κόμματος με την πολύχρονη κατάχρηση του τοξικού λόγου και του λαϊκισμού, τις ανεπαρκείς προγραμματικές θέσεις-που δέχτηκαν σφοδρό πλήγμα στις εκλογές- αλλά και της ενσυναίσθησης ότι η κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα στην Ελλάδα έχει αλλάξει δραματικά σε σχέση με τη δεκαετία της κρίσης-που έδωσε πόντους στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και καλλιέργησε στα στελέχη του την αυταπάτη ότι παγιώθηκε ως κόμμα εξουσίας-, συνιστούν μια δοκιμασία υπέρβασης που πολλοί ακόμα και εντός του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι είναι αδύνατο να επιτευχθεί. Το πρόβλημα δηλαδή δεν είναι μόνο η εκλογή προέδρου ή η αναζήτηση προγραμματικού λόγου. Είναι πρωτίστως υπαρξιακό.
Τσίπρας: Φεύγει για να μείνει;
Η απόσυρση του Αλέξη Τσίπρα από τις εσωκομματικές διαδικασίες-δεν θα είναι υποψήφιος για την εκλογή προέδρου- σημαίνει άραγε και την οριστική του αποχώρηση από τον πολιτικό στίβο; Πολλοί το αμφισβητούν. Επικαλούνται γι’ αυτό την αποστροφή της δήλωσης παραίτησής του ότι θα είναι «παρών πριν, κατά τη διάρκεια, αλλά και μετά από αυτή (τη διαδικασία εκλογής προέδρου)».
Υπάρχει η εκτίμηση ότι η δήλωση παρουσίας του Αλέξη Τσίπρα συνδέεται με την προσπάθεια να μην οδηγήσουν οι αντιπαραθέσεις και οι φυγόκεντρες τάσεις σε διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλοι θεωρούν ότι ο πρώην πρόεδρος του κόμματος, μόλις 49 ετών, απέχει από αυτήν την οδυνηρή φάση κρίσης της Αριστεράς, χωρίς να αποκλείει στο μέλλον μια οδό επανάκαμψης στην πολιτική σκηνή είτε ανταποκρινόμενος σε εκκλήσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ είτε με την προοπτική συγκρότησης ενός νέου πολιτικού σχηματισμού. Το ερώτημα βεβαίως είναι πώς θα γίνει αυτή η αναβάπτιση χωρίς μια βαθιά αυτοκριτική τοποθέτηση τόσο για τις μνημονιακές υποχωρήσεις του, τη συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ του Π. Καμμένου, την αναποτελεσματική διακυβέρνηση και την τοξική αντιπολιτευτική τακτική της τελευταίας τετραετίας.
Κι όλα αυτά την ώρα που ο πρωθυπουργός της χώρας, Κυριάκος Μητσοτάκης εκτιμούσε πως η παραίτηση του κ. Τσίπρα ήταν «μια αναμενόμενη απόφαση μετά από τρεις συντριπτικές ήττες που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ίδιος προσωπικά». Παράλληλα, το ΠΑΣΟΚ έχει κάθε λόγο να εκτιμά πως θα ωφεληθεί πολιτικά από τις εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, ενόψει μάλιστα τόσο των αυτοδιοικητικών όσο και των ευρωεκλογών τον Ιούνιο του 2024. Γιατί είναι αλήθεια πως η βασανιστική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς το αύριο δεν θα διαδραματιστεί σε συνθήκες πειραματικού σωλήνα, αλλά με μια πανίσχυρη κυβέρνηση της ΝΔ και ένα απειλητικό όσο και φιλόδοξο ΠΑΣΟΚ, που επιδιώκει να αναδειχτεί ο βασικός εκφραστής της αντιπολιτευτικής δράσης.