THEPOWERGAME
«Η πολιτική ουσία του Απολογισμού του 2020 είναι ότι διαχειριστήκαμε πολύ καλά την τεράστια οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία και είμαστε υπερήφανοι γι’ αυτό. Η πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι πως η οικονομία μας θα πάει καλύτερα από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και το 2023 και το 2024», τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, κατά τη συζήτηση των δύο νομοσχεδίων για την «Κύρωση του Απολογισμού του Κράτους, οικονομικού έτους 2020» και την «Κύρωση του Ισολογισμού και των λοιπών Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων της Κεντρικής Διοίκησης, περιόδου αναφοράς 01/01/2020 έως 31/12/2020», στην αρμόδια Επιτροπή Απολογισμού και Ισολογισμού Προϋπολογισμού του Κράτους της Βουλής.
Ο απολογισμός του 2020, επισήμανε ο κ. Σκυλακάκης, καταγράφει μια πολύ σημαντική αύξηση των δαπανών, η οποία μας οδήγησε σε ένα αυξημένο έλλειμμα που καλύφθηκε με δανεισμό. Το έλλειμμα αυτό και η αύξηση του χρέους από την πανδημία -παρατήρησε ο αναπληρωτής υπουργός- καλύφθηκε στη συνέχεια, επειδή ακολουθήσαμε μια πολύ δυναμική πολιτική κινήτρων και βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Και έτσι, δεν κατέληξε σε κρίση και σε αύξηση του δημοσίου χρέους.
Σκυλακάκης: Επιτυγχάνεται μεγάλη μείωση χρέους
Αναφερόμενος στο δημόσιο χρέος, είπε ότι ενώ το 2019 ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν άνω του 181%, φέτος θα πέσει στο 169% του ΑΕΠ και το 2023 στο 161% του ΑΕΠ και ίσως ακόμα χαμηλότερα. Μια μείωση χρέους που επιτυγχάνεται, εν μέσω τεράστιων κρίσεων.
Ο κ. Σκυλακάκης αναφέρθηκε, παράλληλα, στην τρίτη κρίση «MEGA κρίση» -όπως την χαρακτήρισε- που ακολούθησε αυτήν της πανδημίας και αποτελείται από ένα «πακέτο», που περιλαμβάνει την αύξηση του πληθωρισμού, την ενεργειακή κρίση και τον πόλεμο στην Ουκρανία, που αντανακλούν αυτά σε πολλά επίπεδα της οικονομίας μας.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών σημείωσε πως η χώρα, τόσο στην κρίση της πανδημίας όσο και στη σημερινή, είναι πολύ περισσότερο εκτεθειμένη, έναντι άλλων Ευρωπαϊκών χωρών. Κι αυτό, διότι η κρίση της πανδημίας ήταν κρίση υπηρεσιών, που η δική μας οικονομία έχει μεγάλο ποσοστό, ενώ ταυτόχρονα είμαστε μια χώρα βαριά εξαρτημένη από τα εισαγόμενα καύσιμα.
Παρόλα αυτά, εξήγησε ο κ. Σκυλακάκης πετυχαίνουμε μείωση του δημοσίου χρέους, επειδή έχουμε έναν πολύ μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας μας, σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ανέφερε ότι η Κομισιόν για φέτος προβλέπει για την Ελλάδα ρυθμό ανάπτυξης 6%, όταν η πρόβλεψη για το μέσο όρο στην Ευρωζώνη είναι 3,2%. Μια ανάπτυξη, που προέρχεται μέσα από ένα κύμα επενδύσεων και σε κάποιο βαθμό και έναρξης της επιστροφής ανθρώπινου δυναμικού, που έρχονται να αντικαταστήσουν το επενδυτικό κενό και το brain drain των προηγούμενων ετών.
Η βοήθεια του κράτους στην πανδημία ήταν προφανώς αποτελεσματική
Ο κ. Σκυλακάκης απέρριψε τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης περί μη αποτελεσματικής βοήθειας του κράτους στην πανδημία, λέγοντας ότι αντιθέτως ήταν «πρωτοφανώς αποτελεσματική». Το μεγαλύτερο εργαλείο, είπε, ήταν η «επιστρεπτέα προκαταβολή» που μεγάλο της τμήμα έγινε «μη επιστρεπτέο», καθώς, για πρώτη φορά, οι συνεπείς ανταμείφθηκαν, πολύ περισσότερο, από τους ασυνεπείς. Γι’ αυτό και όταν τους δόθηκε η δυνατότητα να επιστρέψουν τα χρήματα, από τα 3,3 δισ. ευρώ που είναι να επιστραφούν, έφεραν στα Ταμεία πάνω από 800 εκατ. ευρώ απευθείας, παρότι υπήρχε η δυνατότητα των 96 άτοκων δόσεων και βρισκόμαστε σε περίοδο αυξημένου πληθωρισμού.
Τέλος, υπογράμμισε πως μετά την πανδημία, σε αντίθεση με τις προβλέψεις, είχαμε μείωση της ανεργίας, μεγάλη αύξηση των καταθέσεων των νοικοκυριών και δημιουργία νέων επιχειρήσεων.
Ο υφυπουργός Οικονομικών Απόστολος Βεσυρόπουλος, από τη δική του πλευρά ανέφερε πως «οι προεκλογικές δεσμεύσεις της ΝΔ για μείωση συγκεκριμένων φορολογικών επιβαρύνσεων, όπως καταγράφεται και από τους απολογισμούς, τις κάναμε 100% πράξη. Μειώσαμε τους άμεσους και έμμεσους φόρους. Απαντώντας στις παρατηρήσεις της εισηγήτριας του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνας Παπανάτσιου ειδικά για τον ΕΝΦΙΑ, ο υφυπουργός της είπε ότι «η δέσμευσή μας ήταν για μείωση κατά 30% στα φυσικά πρόσωπα, εμείς, συνολικά μειώσαμε κατά 35% αθροιστικά και 8 στους 10 πολίτες πήραν μειωμένα εκκαθαριστικά».