THEPOWERGAME
Στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης αναφέρθηκε ο Χρήστος Στυλιανίδης, σε άρθρο σε πορτογαλική εφημερίδα.
Η Ελλάδα σκοπεύει να λειτουργήσει ως οργανωτής για την ενίσχυση της συνεργασίας στον τομέα της πολιτικής προστασίας και της διαχείρισης κλιματικών κρίσεων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο φιλοξενώντας μέσα και δυνατότητες του rescEU (πυροσβεστικά αεροσκάφη) και βοηθώντας ταχύτατα τις γειτονικές χώρες, όταν χρειαστεί.
Αυτό αναφέρει μεταξύ άλλων ο υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας στην ιστορική πορτογαλική εφημερίδα Diario de Noticias στο πλαίσιο της επίσκεψής του εκεί για την 14η υπουργική Συνόδο της Ανοιχτής Μερικής Συμφωνίας για την Αντιμετώπιση Μεγάλων Καταστροφών του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και στην υπουργική Στρογγυλή Τράπεζα στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Φόρουμ για τη Μείωση του Κινδύνου Καταστροφών (EFDRR) του Γραφείου Ηνωμένων Εθνών για τη Μείωση του Κινδύνου Καταστροφών (UNDRR).
Ο σημαντικός ρόλος της Πορτογαλίας
Ταυτόχρονα ο κ. Στυλιανίδης υπογράμμισε στο άρθρο του με το οποίο όπως λέει απευθύνεται στον πορτογαλικό λαό, τον σημαντικό ρόλο της Πορτογαλίας στη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας, δηλαδή στο rescEU και την αναγκαιότητα της συνεργασίας των μελών-κρατών της ΕΕ για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης. Ακόμη χαρακτήρισε την Πορτογαλία ως το καλύτερο παράδειγμα της αξίας της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στην διαχείριση των φυσικών καταστροφών.
«Είμαι ιδιαίτερα περήφανος που συνεισφέρω σε αυτό το έργο και είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι αυτός είναι ο μόνος δρόμος προς τα εμπρός», αναφέρει ο κ. Στυλιανίδης.
Ο υπουργός επισήμανε ότι η Ελλάδα προωθεί έναν αναβαθμισμένο μηχανισμό πολιτικής προστασίας – με μια καινοτόμο προσέγγιση, τον συνδυασμό της Κλιματικής Κρίσης με την Πολιτική Προστασία με όχημα το τρίπτυχο «πρόληψη, προετοιμασία/ετοιμότητα- ανθεκτικότητα».
Επιπλέον υπουργός διεμήνυσε ότι η Ελλάδα φιλοδοξεί επίσης να προωθήσει ένα πιλοτικό πρόγραμμα ανταλλαγής πυροσβεστών μεταξύ χωρών της ΕΕ για την ενίσχυση της αμοιβαίας βοήθειας προς τον ευρωπαϊκό Νότο κατά την επόμενη αντιπυρική περίοδο.
Ακόμη ανέφερε ότι η Σύνοδος Κορυφής MED9 που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα τον περασμένο Σεπτέμβριο, στην οποία συμμετέχουν ενεργά τόσο η Ελλάδα όσο και η Πορτογαλία, αποτελεί ένα σχέδιο δράσης για να προχωρήσουν οι χώρες μας στην περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας τους στο πλαίσιο της ευρύτερης ευρωπαϊκής μας οικογένειας ενώ προσέθεσε ότι η τήρηση των στόχων των Ηνωμένων Εθνών στο πλαίσιο της μείωσης του κινδύνου καταστροφών μπορεί επίσης να έχει αντίκτυπο.
«Η Ελλάδα και η Πορτογαλία έχουν αντιμετωπίσει την οργή της φύσης και απειλούνται σημαντικά από τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης. Η υποστήριξη συλλογικών απαντήσεων σε τέτοιες προκλήσεις είναι η κοινή μας πορεία προς τα εμπρός.
»Οι πρωτοβουλίες που ενισχύουν τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας και το rescEU μπορούν πραγματικά να κάνουν τη διαφορά», υπογράμμισε ο κ. Στυλιανίδης.
Σχετικά με το φόρουμ και τη Σύνοδο που πραγματοποιείται στην Πορτογαλία ο κ. Στυλιανίδης ανέφερε ότι μέσω τέτοιων εργασιών διαμορφώνονται κοινές αντιλήψεις και υλοποιούνται δράσεις.
«Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι μόνο με την ενεργή υποστήριξη τέτοιων πρωτοβουλιών σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, παράλληλα με τις εθνικές προσπάθειες προσαρμογής στις προκλήσεις που έρχονται, μπορούμε να επιτύχουμε συγκεκριμένα αποτελέσματα προς όφελος των λαών μας, των κοινωνιών μας, του κοινού μας κόσμου», σημείωσε, ενώ συμπλήρωσε ότι η ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα της πολιτικής προστασίας επιτρέπει στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη να απευθύνεται σε κάθε πολίτη της ΕΕ. «Είναι απτό, είναι ορατό, κάνει πραγματική διαφορά.
»Η Πορτογαλία το έχει αναγνωρίσει αυτό και έχει θέσει το παράδειγμα, τόσο για την ισχυρή υποστήριξη της ευρωπαϊκής συλλογικής δράσης, όσο και για τη δημιουργία ενός ισχυρού, ανθεκτικού και αποτελεσματικού μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων. Διότι είναι πραγματικά απαραίτητες οι αποτελεσματικές εθνικές απαντήσεις στις προκλήσεις της εποχής μας», επισήμανε.
Τέλος, τόνισε ότι η Μεσόγειος είναι στο επίκεντρο της κλιματικής αλλαγής και για να αντιμετωπιστεί αυτή η επείγουσα ανάγκη, «πρέπει να σκεφτούμε διαφορετικά και να δράσουμε γρήγορα».
«Σε αυτό ακριβώς επικεντρώνουμε τις προσπάθειές μας. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση που έχουμε μπροστά μας», κατέληξε.