THEPOWERGAME
Για την επιδημιολογική κατάσταση και τη νέα φάση στην οποία έχει περάσει η πανδημία σε ολόκληρη την Ευρώπη, για τα σχολεία, την υποχρεωτικότητα και τα μέσα μαζικής μεταφοράς μίλησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου σε ραδιοφωνική συνέντευξή του στον Real Fm. Τόνισε ότι η οικονομία και η κοινωνία δεν θα ξανακλείσουν ενώ αναφέρθηκε και στις εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία.
«Βρισκόμαστε σε μια φάση που πιεζόμαστε πάρα πολύ από την πανδημία, πιέζεται και το Σύστημα Υγείας. Αντίστοιχα κύματα βιώνουν και άλλες χώρες της Ευρώπης. Η πίεση είναι ευθέως συνδεδεμένη με τα ποσοστά του εμβολιασμού. Είναι αντιστρόφως ανάλογη με την εμβολιαστική κάλυψη. Η αγωνία μας, η προσπάθειά μας, είναι να εφαρμόσουμε μια πολιτική σε όλα τα επίπεδα και σε ό,τι αφορά το πλαίσιο των μέτρων και σε ό,τι αφορά την ενίσχυση του ΕΣΥ για να αντέξουμε την πίεση αυτή. Δεν είμαστε, απ’ ό,τι φαίνεται, ακόμη στην κορύφωση του κύματος αυτού. Παρακολουθούμε καθημερινά τα μεγέθη και σε συνεργασία με τους επιστήμονες κάνουμε ό,τι πρέπει να γίνει, για να καταφέρουμε να αναχαιτίσουμε αυτή την πίεση και να την περάσουμε με τις λιγότερες δυνατές απώλειες», επεσήμανε ο κ. Οικονόμου.
Και προσέθεσε: «Ο τρόπος που διαχειριζόμαστε την πανδημία απευθύνεται σε όλους τους πολίτες και έχει στόχο να προστατέψει τους πάντες. Να προστατέψει τους εμβολιασμένους, που ακολουθώντας τις οδηγίες της επιστήμης έκαναν το εμβόλιο και δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να είναι σήμερα η οικονομία, η κοινωνία, η ζωή ανοιχτή. Να προστατέψουμε και τους ανεμβολίαστους από τη μόλυνση που, εν πολλοίς, σημαίνει και βαριά νόσηση, και να τους παρακινήσουμε να εμβολιαστούν.
Χθες κλείστηκαν 41.000 καινούρια ραντεβού. Έχουμε μια πολύ σημαντική αύξηση του ρυθμού ραντεβού για την πρώτη δόση του εμβολίου. Έχει βοηθήσει σ’ αυτό και το πλαίσιο των μέτρων που έχουμε ανακοινώσει, αλλά και οι εικόνες που βλέπουν οι ανεμβολίαστοι συμπολίτες μας από αυτούς που είναι στη ΜΕΘ. Το 90% αυτών που είναι διασωληνωμένοι, είναι ανεμβολίαστοι. Συνολικά και συγκροτημένα, κάνουμε ό,τι απαιτείται προκειμένου η χώρα να παραμείνει ανοιχτή και ταυτόχρονα μια προσπάθεια επέκτασης των εμβολιασμών ώστε να υπάρξει περιορισμός των απωλειών των συμπολιτών μας στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό».
Πάντως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απέκλεισε κατηγορηματικά οποιαδήποτε προοπτική να ξανακλείσει η οικονομία και η κοινωνία. Είπε: «Έχουμε μια στρατηγική ανοιχτής οικονομίας και κοινωνίας και ταυτόχρονα, προσπάθειας τιθάσευσης του κορονοϊού, με επέκταση του εμβολιασμού και ενίσχυση του Συστήματος Υγείας. Δεν θέλουμε να παρεκκλίνουμε από αυτή τη στρατηγική. Θα κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, για να μείνουμε εκεί. Πιστεύουμε ότι θα τα καταφέρουμε να προχωρήσουν τα πράγματα έτσι. Δεν θέλουμε να ξανακλείσει και δεν θα ξανακλείσει, η κοινωνία και η οικονομία».
Παράλληλα, αναφερόμενος στην υποχρεωτικότητα δήλωσε: «Πρώτα απ’ όλα, να ξεκαθαρίσουμε ότι ο τομέας των υγειονομικών έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία αναγνωρίζουμε όλοι. Παρά το γεγονός πως από την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών ενισχύθηκαν τα νούμερα των εμβολιασμένων υγειονομικών, εξακολουθούν να υπάρχουν σήμερα υγειονομικοί που είναι ανεμβολίαστοι. Είναι γύρω στις πέντε-έξι χιλιάδες. Όχι τόσο πολύ γιατροί και υγειονομικό προσωπικό, αλλά κυρίως διοικητικό προσωπικό. Δείχνει ότι και η υποχρεωτικότητα -παρά το γεγονός ότι έμειναν για περίπου δύο μήνες χωρίς εισόδημα- δεν τους ώθησε να εμβολιαστούν για να γυρίσουν στη δουλειά τους και να ενισχύσουν και αυτοί το Σύστημα Υγείας. Ένα αυτό. Σε όλους τους υπόλοιπους τομείς, που συζητά κανείς την υποχρεωτικότητα, υπάρχει ένα ικανοποιητικό ποσοστό εμβολιασμών.
Και το σπουδαιότερο, πουθενά στην Ευρώπη, πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχει εκτεταμένη υποχρεωτικότητα, είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα. Στις ΗΠΑ το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε ότι είναι προβληματική η υποχρεωτικότητα στους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους. Η έμφαση πρέπει να δοθεί στην εφαρμογή των μέτρων που έχουμε. Στην προσαρμογή τους, ενδεχομένως, ανάλογα με τη δυναμική εξέλιξη της επιδημίας. Στην επέκταση των εμβολιασμών και κυρίως στην ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας με παραπάνω κλίνες από τον ιδιωτικό τομέα, με ΜΕΘ από τον ιδιωτικό τομέα, με σωστή διαχείριση του δυναμικού που υπάρχει στο ΕΣΥ, με κινητροδότηση γιατρών από τον ιδιωτικό τομέα να έρθουν στο ΕΣΥ. Και βεβαίως αν δεν αποδώσει αυτό, με αναγκαστική συστράτευσή τους για να ενισχυθεί το ιατρικό προσωπικό στο Εθνικό Σύστημα Υγείας».
Περνώντας στο θέμα των σχολείων, ο κ. Οικονόμου είπε ότι «στα σχολεία η πραγματικότητα είναι ότι με το σχεδιασμό και με το πλαίσιο που είχαμε δουλέψει από το καλοκαίρι, έχουμε καταφέρει, μέχρι στιγμής, να έχουμε πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα. Όταν το Σεπτέμβριο περιγράφαμε πώς θα λειτουργήσουν τα σχολεία, οι περισσότεροι έλεγαν ότι σε κανένα μήνα θα κλείσουν. Μας κατηγορούσε η αντιπολίτευση ότι, όπως έκλεισαν τα σχολεία με τα lockdown, έτσι και άνοιξαν, χωρίς να γίνεται τίποτα. Η πραγματικότητα είναι ότι σήμερα έχουμε 9 Νοεμβρίου και μέσω του συνεχούς testing, των μέτρων και των πρωτοκόλλων που εφαρμόζονται, παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες, έχουμε πολύ λίγα τμήματα κλειστά σε σχέση με τα 80.000. Αυτό συμβαίνει γιατί, προφανώς τα πρωτόκολλα, τα μέτρα, ο σχεδιασμός, λειτουργούν και αυτό νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να το αναδεικνύουμε».
Αντιστοίχως και για τα μέσα μαζικής μεταφοράς ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε: «Κυκλοφορούν σήμερα στην Αθήνα 1.300 λεωφορεία, όταν το 2019 κυκλοφορούσαν 850. Τα δρομολόγια κορμών, δηλαδή εκείνα τα δρομολόγια που είναι πολύ συχνά και περνούν από το κέντρο της Αθήνας, έχουν πολλαπλασιαστεί και οι χρόνοι αναμονής έχουν μειωθεί. Υπάρχει πιο τακτική συγκοινωνία. Το ίδιο ακριβώς γίνεται και στον Ηλεκτρικό Σιδηρόδρομο και στο Μετρό, που μεσοσταθμικά οι αναμονές είναι 4,5 με 5 λεπτά. Προφανώς, τις πρωινές ώρες υπάρχει πολύ περισσότερος κόσμος, υπάρχει συνωστισμός. Είναι κάτι που το αντιμετωπίζουμε παντού. Όμως, αυτό απέχει πολύ από το να μας κατηγορούν ότι δεν κάναμε τίποτα.
Κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας, με όποια εργαλεία έχουμε, για να τηρούνται τα μέτρα. Όμως, το να βάζει κανείς τη μάσκα του όταν μπαίνει στο λεωφορείο, όταν βλέπει ότι υπάρχει πολύ περισσότερος κόσμος γύρω του, είναι και θέμα συνείδησης του καθενός. Πρέπει οι ελεγκτικοί μηχανισμοί να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Καταλαβαίνει, όμως, ο καθένας πως δεν μπορεί και στα 1.300 λεωφορεία, ταυτόχρονα, να είναι και ένας ελεγκτής. Το τελευταίο διάστημα το πλαίσιο μέτρων που ανακοινώσαμε και οι έλεγχοι που γίνονται έφεραν αποτελέσματα. Τηρώντας τα μέτρα, προχωρώντας τους εμβολιασμούς, κάνουμε δύο σταθερά βήματα για να αντιμετωπίσουμε αυτή την επίθεση».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολίασε όμως και τις εξελίξεις στη Βόρεια Μακεδονία επισημαίνοντας: «Όσο βρίσκονται σε εξέλιξη αυτές οι διαδικασίες εκεί, εμείς δεν μπορούμε να αναμειχθούμε, ούτε να έχουμε σχόλια ή άποψη για το πώς θα εξελιχθούν πολιτικά τα πράγματα στα Σκόπια. Από την άλλη πλευρά, όλοι γνωρίζουν ότι ένα πράγμα είναι τι ισχυρίζεται ο καθένας στην εσωτερική του πολιτική σκηνή -εννοώ πώς αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να πολιτευτεί για να οικοδομήσει πλειοψηφίες ή τι να πει στον κόσμο- και ένα δεύτερο πράγμα είναι πώς θα συμπεριφερθεί ως εκλεγμένος αρχηγός ενός κράτους, που δεσμεύεται από διεθνείς συμφωνίες. Εμείς, σε κάθε περίπτωση, λέμε δύο πολύ βασικά πράγματα:
Πρώτα απ’ όλα, αποδεικνύεται ότι ήταν πολύ σωστή και πολύ σοβαρή η απόφαση της κυβέρνησης να μη βιαστεί να κυρώσει τα περιβόητα μνημόνια, με την έννοια ότι συνιστούν και έναν μηχανισμό ελέγχου της Συμφωνίας. Δεν είχαμε, προφανώς, κατά νου ότι θα συμβούν αυτά στα Σκόπια, αλλά είχαμε άλλες ενδείξεις και άλλα δείγματα, που, εν πάση περιπτώσει, μας οδηγούσαν στη λογική ότι καλό θα είναι να έχουμε και στα χέρια μας αυτό το εργαλείο. Είναι ένα “όπλο” που η χώρα έχει στα χέρια της για τον έλεγχο της Συμφωνίας, που δεν έχει απεμπολήσει.
Το δεύτερο είναι ότι στις δημοκρατίες και στα κράτη που θέλουν να σέβονται αυτό που ισχύει στη διεθνή πολιτική σκηνή και που συμμετέχουν και σε διεθνείς οργανισμούς, ακόμη κι όταν αλλάζουν οι κυβερνήσεις, οι βασικές υποχρεώσεις που απορρέουν από υπογραφές που έχουν από πίσω τη σφραγίδα της Δημοκρατίας τους και του κράτους τους, εξακολουθούν να παραμένουν. Αυτή την ώρα, με δεδομένες τις εξελίξεις εκεί, αυτά είναι που πρέπει να τονίσουμε και αυτά είναι τα μηνύματα που πρέπει να εκπέμπουμε ως χώρα».