THEPOWERGAME
Με ιστορικά υψηλούς ρυθμούς συνεχίζονται οι παραδόσεις νέων πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, τάση που έχει διαμορφωθεί ήδη από πέρσι, με αποτέλεσμα να «σπάει» το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Οι τεράστιες επενδύσεις που πραγματοποίησαν το 2021 και το 2022 οι εταιρείες μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, έχουν ως αποτέλεσμα να αυξηθεί κατακόρυφα ο ρυθμός των νέων παραδόσεων, πιέζοντας ασφαλώς και τους ναύλους.
Πρόκειται όμως για μια αναγκαία συνθήκη, καθώς οι μεγάλοι ναυτιλιακοί όμιλοι τακτικών γραμμών, έσπευσαν να διοχετεύσουν τα υπερκέρδη που αποκόμισαν την περίοδο της πανδημίας και τους μήνες που ακολούθησαν, μέσω της ριζικής αναβάθμισης και ανανέωσης του στόλου τους. Μακροπρόθεσμα, η στρατηγική αυτή πρόκειται να αποδώσει καρπούς, καθώς τα νέα πλοία είναι μεγαλύτερα, πιο σύγχρονα και αποδοτικά, ενώ συμμορφώνονται και με τις νέες νόρμες για την μείωση των εκπομπών ρύπων από την ναυτιλία. Ως εκ τούτου, το μέσο μεταφορικό κόστος πρόκειται να μειωθεί σημαντικά, επιτρέποντας έτσι την εμφάνιση σημαντικών κερδών, ακόμα κι αν οι ναύλοι κινούνται σε χαμηλό επίπεδο.
Σε σχετική της ανάλυση, η BIMCO αναφέρει ότι από τις αρχές του 2024 και μέχρι σήμερα (Ιανουάριος-Απρίλιος), έχουν ήδη παραδοθεί νέα πλοία μεταφορικής ικανότητας άνω του 1 εκατ. εμπορευματοκιβωτίων. Πρόκειται για μια αύξηση κατά σχεδόν 80% σε σχέση με το προηγούμενο υψηλό για το συγκεκριμένο διάστημα του έτους. Παράλληλα τονίζεται ότι κατά την διάρκεια του 2023, παραδόθηκαν επιπλέον πλοία μεταφορικής ικανότητας 2,3 εκατ. εμπορευματοκιβωτίων, επίδοση που επίσης «διέλυσε» το προηγούμενο ιστορικό υψηλό κατά 37%. Την ίδια στιγμή, τα πλοία που αποσύρθηκαν από την αγορά δεν ξεπέρασαν τα 19 και ως επί το πλείστον ήταν μικρού μεγέθους. Έτσι, η μεταφορική ικανότητα του παγκόσμιου στόλου έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 1 εκατ. εμπορευματοκιβώτια, μια άνοδος κατά 3,5% σε σχέση με τις αρχές του 2024 κι ενώ ήδη το 2023, είχε καταγραφεί αύξηση του στόλου κατά 8,2%.
Από την άλλη πλευρά, το βιβλίο παραγγελιών έχει μειωθεί κατά 1 εκατ. εμπορευματοκιβώτια και διαμορφώνεται σε 6,1 εκατ. εμπορευματοκιβώτια, που αποτελούν το 21% του υφιστάμενου στόλου, ποσοστό βέβαια που εξακολουθεί να είναι υπερδιπλάσιο, συγκριτικά με το αντίστοιχο ποσοστό που επικρατούσε κατά το διάστημα πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, που πυροδότησε και το «ράλι» των νέων παραγγελιών. Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντικές παραγγελίες υποβλήθηκαν τόσο πέρσι, όσο και κατά το φετινό πρώτο τετράμηνο, με νέα πλοία μεταφορικής ικανότητας 1,8 εκατ. εμπορευματοκιβωτίων.
Μέχρι το τέλος του 2024, υπολογίζεται ότι θα παραδοθούν επιπλέον 2 εκατ. εμπορευματοκιβώτια, κάτι που σημαίνει ότι συνολικά, θα προστεθούν νέα πλοία μεγέθους άνω των 3 εκατ. εμπορευματοκιβωτίων, δηλαδή 30% περισσότερα από την επίδοση του 2023, που ήταν το προηγούμενο ιστορικό υψηλό μέχρι σήμερα. Για το 2025, οι προγραμματισμένες παραδόσεις υπολογίζονται σε σχεδόν 2 εκατ. εμπορευματοκιβώτια.
Αν και αρχικά, υπήρχε η ανησυχία ότι οι παραδόσεις αυτές θα έχουν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σημαντική υπερπροσφορά στην αγορά, εντούτοις κάτι τέτοιο δεν συνέβη, εξαιτίας της κρίσης στην Ερυθρά Θάλασσα. Το γεγονός ότι ένα μεγάλο ποσοστό πλοίων αποφεύγει πλέον την Διώρυγα του Σουέζ και πραγματοποιεί τον διάπλου της Αφρικής, έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται η προσφορά, κάτι που όμως εξισορροπείται τελικά μέσω της συνεχούς ροής νέων παραδόσεων πλοίων. Σε αντίθετη περίπτωση, θα καταγράφονταν πολύ σημαντικές ανατιμήσεις στο μεταφορικό κόστος.
Αντίστοιχα, όταν αποκατασταθεί η ομαλή ροή πλοίων στην περιοχή, αναμένεται να παρουσιαστεί το φαινόμενο της υπερπροσφοράς, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα να ασκηθεί πτωτική πίεση στους ναύλους. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την περίοδο 2019-2023, ο παγκόσμιος στόλος αυξήθηκε κατά 21%, αλλά οι μεταφορικοί όγκοι κατά μόλις 4%. Αντίστοιχα, το διάστημα 2023-2025, προβλέπεται περαιτέρω αύξηση του στόλου κατά 15%.