THEPOWERGAME
Προς αναθεώρηση οδεύει ο δείκτης CII, που καταγράφει το ανθρακικό αποτύπωμα κάθε πλοίου, καθώς ήδη έχουν διατυπωθεί έντονες αντιδράσεις για τον τρόπο εφαρμογής του από πλήθος φορέων και μεμονωμένων ναυτιλιακών ομίλων, που θεωρούν ότι δημιουργεί ανισότητες, χωρίς παράλληλα να επιτυγχάνεται ο στρατηγικός στόχος για την μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος της ναυτιλίας.
Στο πλαίσιο αυτό, στην πρόσφατη διεθνή εβδομάδα ναυτιλίας του Λονδίνου (London International Shipping Week), ο κ. Αρσένιο Ντομίνγκεζ, νέος γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Ναυτιλίας του ΟΗΕ (International Maritime Organization-IMO), που θα αναλάβει καθήκοντα από την 1η Ιανουαρίου του 2024, επιβεβαίωσε ότι ο κανονισμός CII θα αναθεωρηθεί.
Απευθυνόμενος σε ένα ακροατήριο με πλειάδα εκπροσώπων του κλάδου, ο κ. Ντομίνγκεζ ανέφερε τα εξής: «Εξετάζουμε τον CII, σας ακούμε δυνατά και καθαρά. Έχουμε διάφορες προτάσεις που αναλύουμε, με βάση την εμπειρία που έχει προκύψει μέχρι σήμερα και τις προκλήσεις που παρατηρούνται. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι ακούμε. Γι’ αυτό και ο κανονισμός αυτός, έχει ξεκινήσει να ισχύει με μια ήπια προσέγγιση στην αρχή. Αυτό γίνεται ώστε να αντληθούν οι απαιτούμενες πληροφορίες, ώστε να γίνουν τυχόν αλλαγές αν χρειαστεί».
Ο κ. Ντομίνγκεζ πρόσθεσε ότι το 2026 είναι προγραμματισμένη η υιοθέτηση τυχόν αλλαγών στον δείκτη CII και τον τρόπο εφαρμογής του, κάτι που όπως φαίνεται ήδη δρομολογείται, με βάση και τις προτάσεις του κλάδου της ναυτιλίας.
Ποιος είναι ο δείκτης CII
Ο δείκτης CII είναι μια μέθοδος για την καταγραφή και τον υπολογισμό του ανθρακικού αποτυπώματος του κάθε πλοίου. Προκύπτει με βάση την χρήση του πλοίου, το μέγεθός του και τα συστήματα που έχουν υιοθετηθεί για την μείωση της εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, όπως διοξείδιο του άνθρακα. Έχει ξεκινήσει να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους, καταγράφοντας τα σχετικά δεδομένα εκπομπών από ένα πλήρες 12μηνο λειτουργίας του κάθε πλοίου. Στη συνέχεια, από το 2024, τα πλοία θα βαθμολογηθούν αντίστοιχα και θα λάβουν την αντίστοιχη κατάταξη, με βάση την ενεργειακή τους απόδοση, από Α (καλύτερη) έως και Ε (χειρότερη).
Με βάση τον υφιστάμενο κανονισμό, η ελάχιστη αποδεκτή βαθμίδα είναι η Γ’. Στο πλαίσιο αυτό, αν π.χ. ένα πλοίο καταταγεί π.χ. στην Δ’ κατηγορία, για τρία συνεχόμενα χρόνια, ο πλοιοκτήτης θα πρέπει να επεξεργαστεί και να υποβάλλει προς έγκριση ένα στρατηγικό σχέδιο, βάσει του οποίου θα επιτυγχάνεται η βελτίωση της κατάταξής του. Το πλάνο αυτό, μπορεί να περιλαμβάνει π.χ. την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών μείωσης των εκπομπών ρύπων, ή ένα σύστημα ενεργότερης διαχείρισης της λειτουργίας του, που επίσης θα εξοικονομεί ενέργεια κι επομένως ρύπους.
Το πρόβλημα που δεν είχε υπολογίσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Ναυτιλίας (IMO), έγκειται στο ότι διάφοροι παράγοντες, για τους οποίους δεν ευθύνεται το πλοίο, μπορούν να αλλάξουν δραστικά την βαθμολογία του στον δείκτη CII. Για παράδειγμα, οι κακές καιρικές συνθήκες, οι χρόνοι αναμονής στα λιμάνια, η λιμενική υποδομή, ακόμα και οι εντολές των ναυλωτών, μπορούν να αλλάξουν εντελώς την κατηγοριοποίηση του εκάστοτε πλοίου, οδηγώντας σε μικρότερη ή μεγαλύτερη κατανάλωση κι επομένως σε καλύτερη ή χειρότερη βαθμολόγηση.
Κάπως έτσι και κατά ένα εντελώς παράδοξο τρόπο, τα πλοία που ταξιδεύουν μεγαλύτερες αποστάσεις και παράγουν περισσότερους ρύπους, μπορεί να έχουν καλύτερη βαθμολογία στον δείκτη CII, σε σχέση με πλοία που ταξιδεύουν μικρότερες αποστάσεις, αλλά παραμένουν περισσότερο χρόνο σε κάποιο λιμάνι.
Αν λοιπόν ένα πλοίο επιλέξει ένα λιμάνι, όπου παρατηρούνται καθυστερήσεις, λόγω συμφόρησης, ο δείκτης CII του θα χειροτερέψει, λόγω του τρόπου βαθμολόγησης, καθώς συνεχίζει να εκλύει ρύπους, χωρίς όμως να μπορεί να τους αντισταθμίσει με την απόσταση που διανύει. Γι’ αυτό είναι προτιμότερα τα μεγάλα ταξίδια, με χαμηλές ταχύτητες και με σημαντικό έρμα, καθώς αυτός ο συνδυασμός εξασφαλίζει τις καλύτερες επιδόσεις στον δείκτη CII.