THEPOWERGAME
Πολύμηνο αναμένεται ότι θα είναι το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στη Διώρυγα του Παναμά, εξαιτίας της ξηρασίας που πλήττει τη χώρα κι έχει περιορίσει τη στάθμη των υδάτων στην περιοχή. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται μια σοβαρή εστία διατάραξης της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας και μάλιστα σε μια περίοδο που τα προβλήματα που προκλήθηκαν το 2021 και μέχρις ενός σημείου και το 2022 φαίνεται πως είχαν εξομαλυνθεί πλήρως.
Ήδη, κατά τη διάρκεια του Αυγούστου, ο μέσος χρόνος αναμονής των πλοίων για να διανύσουν τη Διώρυγα αυξήθηκε κατά 44%-59%, εξαιτίας των περιορισμών που έχουν τεθεί από τις αρμόδιες Αρχές. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Panama Canal Authority, της αρχής λειτουργίας της Διώρυγας, για τα πλοία με κατεύθυνση το νότιο ημισφαίριο ο χρόνος ανέρχεται πλέον σε 8,85 ημέρες κατά μέσο όρο, από 5,56 ημέρες τον Ιούλιο, ενώ για τα πλοία με ρότα τον βορρά, ο χρόνος εκτινάχθηκε σε 9,44 ημέρες, από 6,55 ημέρες. Την πρώτη Παρασκευή του Σεπτεμβρίου η «ουρά» των πλοίων που περίμεναν να πραγματοποιήσουν τον σχετικό διάπλου ανερχόταν σε 117. Πάντως, κατά τη διάρκεια του Αυγούστου το νούμερο αυτό είχε ξεπεράσει ακόμα και τα 160 πλοία.
Η χαμηλή στάθμη του νερού έχει υποχρεώσει τις Αρχές να λάβουν μέτρα, καθώς επιτρέπουν τον διάπλου 32 αντί για 36 πλοίων σε καθημερινή βάση. Επίσης, έχουν περιορίσει και το μέγιστο επιτρεπόμενο εκτόπισμα των πλοίων, κάτι που σημαίνει ότι κάποια πλοία που πρόκειται να περάσουν από τη Διώρυγα θα πρέπει να μην είναι έμπλεα πλήρους φορτίου, αλλιώς δεν θα τους επιτραπεί ο διάπλους. Οι καθυστερήσεις λοιπόν είναι δεδομένες, αυξάνοντας το μεταφορικό κόστος και αναγκάζοντας κάποια πλοία να αποφύγουν τον Παναμά. Μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο πρόβλημα αφορά τα φορτηγά πλοία και τα δεξαμενόπλοια που μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), ενώ οι καθυστερήσεις είναι λιγότερες για τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, τα πλοία που μεταφέρουν νωπά/φρέσκα προϊόντα σε ψυγεία και τα πλοία μεταφοράς οχημάτων.
Ακόμα κι έτσι, βέβαια, όσοι έχουν συμφέρον να επισπεύσουν τον διάπλου τους δεν διστάζουν να πληρώνουν γι’ αυτό. Οι αρχές της Διώρυγας πραγματοποιούν πλειστηριασμούς σε καθημερινή βάση, για όσους επιθυμούν να περάσουν κατά προτεραιότητα. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με το Bloomberg, κάποιοι εξαγωγείς πληρώνουν έως και 2,4 εκατ. δολάρια/πλοίο, εφόσον επιθυμούν να βρεθούν στην αρχή της ουράς των πλοίων και να περάσουν τον Παναμά κατά προτεραιότητα. Το ποσό αυτό προστίθεται στις 400.000 δολάρια, που είναι η κανονική ταρίφα για κάθε διάπλου. Το σχετικό ποσό των 2,8 εκατ. δολαρίων δόθηκε για ένα φορτίο LNG που μετέφερε η ναυτιλιακή εταιρεία Avance Gas σε ένα από τα πλοία της.
Όλα δείχνουν, πάντως, πως η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειές της δεν πρόκειται να υποχωρήσουν, σε ό,τι αφορά έναν από τους τρεις σημαντικότερους κόμβους για το παγκόσμιο εμπόριο (μαζί με τη Διώρυγα του Σουέζ και τα Στενά της Μαλάκα στην Ασία). Το 2021 η Διώρυγα του Παναμά κατέγραψε 13.342 διελεύσεις πλοίων, εξυπηρετώντας 180 θαλάσσιες διαδρομές και 170 χώρες, συνδέοντας 1.920 λιμάνια παγκοσμίως. Παρ’ ότι το επίπεδο των βροχοπτώσεων αυξήθηκε ελαφρώς τις προηγούμενες ημέρες, οι Αρχές εκτιμούν ότι τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που έχουν ληφθεί θα παραμείνουν σε ισχύ (με τον έναν ή τον άλλον τρόπο) για τουλάχιστον 10 μήνες ακόμα. Όπως εξηγούν οι ειδικοί, το 2023 εμφανίζει μέχρι σήμερα το χαμηλότερο επίπεδο βροχοπτώσεων από το 2015. Το μεγαλύτερο πρόβλημα οφείλεται στην απότομη έλευση της ξηρασίας, που έχει δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα στη λειτουργία της Διώρυγας, η οποία τροφοδοτείται από τη Λίμνη Γκατούν, η στάθμη της οποίας έχει μειωθεί σημαντικά το τελευταίο διάστημα, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολος πλέον ο διάπλους όλων των πλοίων.
Προβληματική συνθήκη είναι και η χρονική συγκυρία, καθώς το εμπόριο εμπορευματοκιβωτίων κορυφώνεται από τον Αύγουστο και μετά, λόγω της επιστροφής στα σχολεία και στη συνέχεια της επικείμενης εορταστικής περιόδου, που αποτελούν την περίοδο υψηλότερης κατανάλωσης για κάθε έτος κι επομένως και των υψηλότερων μεταφορικών αναγκών, καθώς οι εμπορικές αλυσίδες αυξάνουν τα αποθέματά τους. Εκτός όμως από τη ζήτηση για εμπορευματοκιβώτια, ο χειμώνας στο βόρειο ημισφαίριο μεταφράζεται και σε υψηλότερη ζήτηση για πετρέλαιο και φυσικό αέριο, δημιουργώντας πρόσθετες ανάγκες.