THEPOWERGAME
Συνεχίστηκε και το 2022 η μεγέθυνση του στόλου των Ελλήνων πλοιοκτητών, που πλέον αριθμεί 6.409 πλοία, από 6.123 το 2021. Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έρευνα της Petrofin Research, ο ελληνόκτητος στόλος ενισχύθηκε κατά 2.8% σε όρους χωρητικότητας, ή 12,2 εκατ. τόνους dwt, καθώς προστέθηκαν 286 νέα πλοία, εκ των οποίων τα 186 ήταν της ποντοπόρου ναυτιλίας, δηλαδή άνω των 20.000 τόνων dwt. Ωστόσο, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, καταγράφεται αύξηση της μέσης ηλικίας σε 14,1 χρόνια (+1,1 έτη από πέρσι), κάτι που είχε να συμβεί από το 2014.
Όπως εξηγεί η Petrofin, οι Έλληνες εφοπλιστές έδειξαν πέρσι μεγαλύτερη προτίμηση σε μεταχειρισμένα πλοία, καθυστερώντας την ναυπήγηση νέων πλοίων, καθώς ακόμα δεν έχει αποσαφηνιστεί το ποιες νέες τεχνολογίες είναι οι καταλληλότερες για να διασφαλίσουν την μείωση των εκπομπών ρύπων, με βάση τους στόχους που έχουν τεθεί. Οι μειωμένες παραλαβές νεότευκτων πλοίων, σημαίνει ότι οι εταιρείες έχουν στραφεί περισσότερο στην αγορά των μεταχειρισμένων για την κάλυψη των αναγκών τους, ενώ παράλληλα, έχει μειωθεί και ο αριθμός των πλοίων που πωλούνται στα διαλυτήρια, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η μέση ηλικία του στόλου υπό διαχείριση.
Μια ακόμα ξεκάθαρη τάση που σημειώθηκε το 2022, είναι η προτίμηση που έδειξαν οι Έλληνες πλοιοκτήτες προς τα φορτηγά πλοία. Με βάση τα στοιχεία της Petrofin, η συγκεκριμένη κατηγορία «κέρδισε» 97 πλοία (άνω των 20.000 τόνων). Ωστόσο, το νούμερο αυτό ήταν αισθητά μικρότερο των 183 πλοίων που είχαν προστεθεί το 2021. Αντίστοιχα, το 2022 προστέθηκαν μόλις πέντε νέα δεξαμενόπλοια άνω των 20.000 τόνων, ενώ σταθερός παρέμεινε ο στόλος των πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Αντίστοιχα, στον ελληνόκτητο στόλο προστέθηκαν μόλις δύο νέα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.
Όσον αφορά τον αριθμό των ναυτιλιακών εταιρειών, αυτός εξακολουθεί να κινείται πέριξ των 600 εταιρειών. Ειδικότερα, έπειτα από τρεις διαδοχικές χρονιές μικρής ανόδου του αριθμού, το 2022 καταγράφηκε μια μείωση κατά 8 εταιρείες, από 607 το 2021 σε 599 το 2022. Η χαμηλότερη επίδοση είχε καταγραφεί το 2018 με 588 εταιρείες. Αυτό που σημειώνεται είναι ότι συνεχίζεται σταθερά η τάση συγκέντρωσης στον κλάδο, καθώς μειώνεται ο αριθμός των πολύ μικρών εταιρειών και αυξάνεται ο αριθμός των εταιρειών που ελέγχουν μεγαλύτερους στόλους. Για παράδειγμα, το 2022 λειτούργησαν 56 εταιρείες με στόλους άνω των 25 πλοίων, έναντι 54 το 2021. Ο αριθμός αυτός είναι ο υψηλότερος που καταγράφεται διαχρονικά.
Αυτό που σημειώνει η Petrofin είναι ότι οι 70 μεγαλύτερες εταιρείες με βάση τον στόλου που διαχειρίζονται, αντιπροσωπεύουν πλέον πάνω από 75% του συνόλου με βάση την χωρητικότητα. Αντίστοιχα, οι εταιρείες που διαχειρίζονται πλοία συνολικής χωρητικότητας άνω του 1 εκατ. τόνων dwt, ελέγχουν το 78% του συνολικού αριθμού των πλοίων του ελληνόκτητου στόλου. Είναι λοιπόν σαφές ότι το μεγαλύτερο μέρος του στόλου είναι συγκεντρωμένο σε λίγα «χέρια», καθώς οι εταιρείες με στόλο άνω του 1 εκατ. τόνων είναι συνολικά 78.
Πάντως, στην ανάλυσή της, η Petrofin εκτιμά ότι, τουλάχιστον για τα επόμενα δύο χρόνια, το πιθανότερο σενάριο είναι να καταγραφεί πτώση του αριθμού και του μεγέθους του ελληνόκτητου στόλου, εξαιτίας της μεγάλης αβεβαιότητας που συνεχίζει να επικρατεί αναφορικά με τις τεχνολογίες που θα είναι οι πιο βιώσιμες, εν όψει της εντατικοποίησης της διαδικασίας απανθρακοποίησης της ναυτιλίας. Τα ελληνικά συμφέροντα αναμένεται να περιορίσουν τις επενδύσεις τους, τηρώντας στάση αναμονής, έως ότου υπάρξει μια πιο σαφής εικόνα. Έτσι, η Petrofin εκτιμά ότι η όποια ανάκαμψη δεν θα πρέπει να αναμένεται νωρίτερα από το 2025.
Αντίστοιχα, η εταιρεία εκτιμά ότι τα επόμενα χρόνια είναι πιθανό να αμφισβητηθεί και η πρωτοκαθεδρία της ελληνικής ναυτιλίας, η οποία το 2022 αριθμούσε πλοία συνολικής χωρητικότητας 465,1 εκατ. τόνων dwt, έναντι 360 εκατ. τόνων της Κίνας. Η τελευταία συνεχίζει όμως να μειώνει την διαφορά, καθώς σε όρους μικτού τονάζ (Gross Tonnage), ο κινεζικός στόλος αυξήθηκε κατά 6,15% σε 240 εκατ. τόνους, τη στιγμή που ο ελληνόκτητος στόλος αυξήθηκε κατά μόλις 1,37% σε 251 εκατ. τόνους. Μάλιστα, με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του 2023, φαίνεται πως το μέγεθος του ελληνόκτητου στόλου συρρικνώθηκε σε 248,3 εκατ. τόνους, ενώ το κινεζικό μέγεθος αυξήθηκε σε 247,1 εκατ. τόνους.