THEPOWERGAME
Με την υποστήριξη και της Ελλάδας, φαίνεται πως κερδίζει έδαφος η διεθνής προσπάθεια που καταβάλλεται εσχάτως, αναφορικά με την επιβολή ενός φόρου στην εμπορική ναυτιλία, με στόχο τη συγκέντρωση κεφαλαίων, που στη συνέχεια θα κατευθυνθούν προς την προστασία του περιβάλλοντος, μέσω της ενίσχυσης των πιο αδύναμων οικονομικά χωρών. Ένα μέρος των κεφαλαίων, θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει και την ίδια την ναυτιλία, στο πλαίσιο της απανθρακοποίησής της, δηλαδή της μείωσης των εκπομπών ρύπων από τα πλοία. Την πρόταση για την επιβολή ενός ετήσιου φόρου στα πλοία υποστηρίζει επί χρόνια και η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών (Ε.Ε.Ε.).
Ένα σημαντικό βήμα, προκειμένου να αποκτήσει η ιδέα αυτή ευρύτερη αποδοχή και να υιοθετηθεί Παγκόσμιου Οργανισμού Ναυτιλίας (IMO- International Maritime Organization), έγινε την προηγούμενη εβδομάδα, σε μια σύνοδο που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι. Σε αυτήν επιβεβαιώθηκε η υποστήριξη από 23 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Στη σχετική λίστα περιλαμβάνονται η Γαλλία, η Δανία, η Ιρλανδία, η Ιαπωνία, αλλά και μια σειρά χωρών του Ειρηνικού, με σημαντική επίδραση στην ναυτιλία, λόγω των νηολογίων τους, όπως για παράδειγμα οι Νήσοι Μάρσαλ, που αποτελούν ένθερμους υποστηρικτές, αλλά και τα Νησιά του Σολομώντα. Τη σχετική διακήρυξη υποστηρίζουν επίσης, η Νορβηγία, η Κύπρος, η Ισπανία, η Νότια Κορέα, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, το Μονακό, η Σλοβενία, το Βιετνάμ, η Λιθουανία, τα νησιά Μπαρμπέιντος, ο Μαυρίκιος, η Κένυα, το Βιετνάμ και ως θεσμός, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Το επόμενο βήμα θα είναι η υποβολή της στην προσεχή σύνοδο του IMO για τις εκπομπές ρύπων αερίων του θερμοκηπίου, που είναι προγραμματισμένη για την περίοδο 3-7 Ιουλίου. Το γεγονός ότι υπάρχει υποστήριξη από την Ελλάδα και την Ιαπωνία, δηλαδή τις δύο από τις τρεις μεγαλύτερες χώρες στον κλάδο της ποντοπόρου ναυτιλίας, με βάση τον στόλο των πλοίων που ελέγχουν, όπως επίσης και από άλλες χώρες με σημαντική παρουσία στον χώρο, όπως η Νορβηγία, η Δανία, η Κύπρος και η Ν. Κορέα, αποτελεί ασφαλώς σημαντικό πλεονέκτημα. Ωστόσο, όπως σημειώνουν πολιτικοί παράγοντες, αν δεν εξασφαλιστεί και η υποστήριξη χωρών, όπως η Κίνα, οι ΗΠΑ και άλλες μεγάλες χώρες, το όλο εγχείρημα δύσκολα θα στεφθεί από επιτυχία. Προς το παρόν, τόσο η Κίνα, όσο και οι ΗΠΑ δεν έχουν υποστηρίξει αντίστοιχες προτάσεις στο παρελθόν, ενώ το ίδιο αρνητικές εμφανίζονται κι άλλες σημαντικές χώρες για την εξασφάλιση ευρύτερης συναίνεσης, όπως η Ινδία, η Βραζιλία και η Σαουδική Αραβία.
Επί του παρόντος, έχουν κατατεθεί διάφορες προτάσεις, αναφορικά με την επιβολή ενός ετήσιου τέλους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στις θαλάσσιες μεταφορές. Μία εξ αυτών προβλέπει την πληρωμή 100 δολαρίων ΗΠΑ για κάθε τόνο εκλυόμενου διοξειδίου του άνθρακα για όλα τα διεθνή εμπορικά ταξίδια, αρχής γενομένης από το 2025. Η πρόταση αυτή υπολογίζεται ότι θα εξασφάλιζε ετήσια έσοδα της τάξεως των 40-60 δισ. δολαρίων κάθε χρόνο και μέχρι το 2050.
Ασφαλώς, εκτός από την ανάγκη επίτευξης συμφωνίας για την επιβολή ενός ετήσιου φόρου στους εκπεμπόμενους ρύπους της ναυτιλίας, θα απαιτηθεί και συναίνεση αναφορά με τον τρόπο αξιοποίησης των χρημάτων που θα συγκεντρώνονται σε ετήσια βάση. Για παράδειγμα, χώρες, όπως η Ιρλανδία θα προτιμούσε τα σχετικά κονδύλια να κατευθυνθούν στις πιο αδύναμες οικονομικά χώρες, ώστε να χρηματοδοτήσουν τις προσπάθειες για την προστασία του περιβάλλοντος και των οικοσυστημάτων τους. «Δεν μπορούν όλα τα κεφάλαια για τον σκοπό αυτό, να προέλθουν από φιλανθρωπίες, δωρεές και εράνους», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. ΊμονΡάιν, υπουργός Περιβάλλοντος της Ιρλανδίας.
Ωστόσο, άλλες χώρες θα ήθελαν τα κεφάλαια αυτά, ή έστω ένα σημαντικό ποσοστό τους, να διοχετευτεί για την επιτάχυνση της μετάβασης της ναυτιλίας σε ένα περιβάλλον «πράσινων» καυσίμων, για την ανάπτυξη κι εμπορική διάθεση των οποίων απαιτούνται σημαντικά κεφάλαια. Επίσης και οι ίδιες οι ναυτιλιακές εταιρείες, θα κληθούν να δαπανήσουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ για την ανανέωση του στόλου τους, τα επόμενα χρόνια, καθώς δεν θα είναι εύκολο όλες οι τεχνολογίες να εγκατασταθούν σε υφιστάμενα πλοία. Σε κάθε περίπτωση, οι εμπλεκόμενοι αναμένουν ότι αν εξασφαλιστεί ευρύτερη υποστήριξη για την πρόταση αυτή, θα ακολουθήσουν 1-2 χρόνια διαπραγματεύσεων για την κατανομή των κεφαλαίων.