THEPOWERGAME
Η ανάδειξη πολλών επιμέρους εναλλακτικών καυσίμων χαμηλών εκπομπών ρύπων και όχι η επικράτηση μιας κυρίαρχης λύσης, φαίνεται πως θα είναι το πιο ρεαλιστικό σενάριο για την απανθρακοποίηση της ναυτιλίας τα επόμενα χρόνια. Στο συμπέρασμα αυτό φαίνεται να καταλήγει όλο και μεγαλύτερος αριθμός εμπλεκομένων και είναι και το βασικό αποτέλεσμα που προέκυψε από πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε η McKinsey, μέσω του Maersk McKinsey Center for Zero Carbon Shipping και σε συνεργασία με το παγκόσμιο κέντρο για την απανθρακοποίηση της ναυτιλίας (Global Center for Maritime Decarbonization).
Στην έρευνα συμμετείχαν επαγγελματίες από 29 ναυτιλιακές εταιρείες και όπως φάνηκε από τις απαντήσεις τους σχετικά με τα σχέδιά τους για την υιοθέτηση καθαρότερων καυσίμων και τεχνολογιών αύξησης της ενεργειακής απόδοσης των πλοίων τους, το μέλλον προδιαγράφεται ιδιαίτερα σύνθετο. Μέχρι και το 2050, στον ναυτιλιακό κλάδο θα υπάρχουν πολλές και διαφορετικές επιλογές καυσίμων. Αυτό μεταφράζεται σε πολλαπλές εφοδιαστικές αλυσίδες για την προμήθεια των επιμέρους καυσίμων, κάτι που θα απαιτήσει πολύ υψηλό επίπεδο συντονισμού και οργάνωσης, προκειμένου να είναι εφικτό. Σε διαφορετική περίπτωση, μοιάζει πολύ πιθανή η καθυστέρηση στην επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί.
Αυτό που θα πρέπει να καταστεί σαφές είναι ότι η κλίμακα της μετάβασης σε πιο «καθαρά» καύσιμα είναι τεράστια. Για να γίνει περισσότερο σαφές, μέσω της ναυτιλίας πραγματοποιείται το 90% του παγκόσμιου εμπορίου. Σήμερα, το 95% των πλοίων κινούνται με συμβατικά ορυκτά καύσιμα, τα οποία έχουν ως βάση τους το πετρέλαιο. Μόλις το 5% προέρχεται από εναλλακτικές πηγές, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων είναι ένα ακόμα ορυκτό καύσιμα, το φυσικό αέριο, που θεωρείται ότι θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο ως ένα καύσιμο «μετάβασης», δηλαδή θα είναι ένας ενδιάμεσος σταθμός έως ότου αναπτυχθούν και ωριμάσουν τα πραγματικά καθαρά καύσιμα.
Εκτός όμως από το LNG, τα επόμενα χρόνια πρόκειται να χρησιμοποιηθούν καύσιμα, όπως το μεθάνιο και η αμμωνία, ή ακόμα και το υδρογόνο. Ωστόσο, τα καύσιμα με βάση το μεθάνιο, όπως η μεθανόλη και η αμμωνία θεωρούνται περισσότερο βιώσιμες λύσεις και αναμένεται να υιοθετηθούν ταυτόχρονα από διάφορα πλοία. Αυτό εκτιμά το 45% των ειδικών που συμμετείχαν στην έρευνα της McKinsey. Ο λόγος είναι ότι κάθε καύσιμο εμφανίζει τα δικά του προτερήματα και μειονεκτήματα, εξυπηρετώντας διαφορετικά σενάρια χρήσης. Δεν υπάρχει δηλαδή μία λύση που να ικανοποιεί όλα τα σχετικά κριτήρια, δηλαδή να είναι φθηνό, ευρέως διαθέσιμο, εύκολο στην παραγωγή και ασφαλώς ενεργειακά αποδοτικό και «πράσινο».
Αυτό στο οποίο όμως συμφωνούν οι ειδικοί του κλάδου, είναι ότι για να επιτευχθεί ο στόχος των μηδενικών εκπομπών ρύπων απαιτείται ένα πιο φιλόδοξο κανονιστικό πλαίσιο, με ξεκάθαρους στόχους μείωσης των ρύπων και υποστηρικτικών πολιτικών, ώστε να μειωθεί η απόσταση ανάμεσα στο πολύ υψηλό κόστος των καθαρών καυσίμων, σε σχέση με τα συμβατικά. Όπως αναφέρει η διευθύνουσα σύμβουλος του Global Maritime Forum (GMF), κ. Γιοχάνα Κρίστενσεν, «όσο πιο νωρίς ξεκαθαρίσουν οι στόχοι και οι πολιτικές και τεθούν σε ισχύ, τόσο ευκολότερο θα είναι για τις εταιρείες να αναπτύξουν στρατηγικές για το πώς θα επιτύχουν τους στόχους αυτούς. Ο ρόλος των αρχών είναι καθοριστικός για την διαδικασία αυτή, ιδίως σε επίπεδο ΙΜΟ». Το GMFείναι μια ευρεία συμμαχία φορείων της ναυτιλίας, της ενέργειας και ερευνητικά ιδρύματα, ώστε να αναπτυχθούν λύσεις και πολιτικές για τον κλάδο, όχι μόνο για την απανθρακοποίηση.
Ασφαλώς, εκτός από τους νομοθέτες, οι πρωτοβουλίες που θα αναλάβουν οι «κολοσσοί» του κλάδου, θα έχουν επίσης πολύ μεγάλη επίδραση. Για παράδειγμα, οι αποφάσεις που θα λάβουν τα μεγάλα ναυπηγεία της Samsung, της Daewoo, της Hyundai και της Mitsubishi, για τις τεχνολογίες που θα υιοθετήσουν, σε συνεργασία με ναυτιλιακούς ομίλους, όπως η Maersk, η MSC και η Cosco, επίσης θα δημιουργήσουν την απαιτούμενη «μαγιά» πρωτοπόρων, που θα υποχρεώσουν και τους μικρότερους «παίκτες» να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.