THEPOWERGAME
Σε «σπριντ» μείωσης των εκπομπών ρύπων και αύξησης της ενεργειακής απόδοσης των υφιστάμενων πλοίων τους θα πρέπει να επιδοθούν οι ναυτιλιακές εταιρείες έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, προκειμένου να συμμορφωθούν με τους στόχους που έχουν τεθεί από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα. Η τελευταία προβλέπει τη μείωση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου.
Μία μελέτη που δημοσιεύτηκε αυτήν την εβδομάδα από το University College of London (UMAS) υπολογίζει ότι οι πλοιοκτήτες θα πρέπει να αυξήσουν τη μέση ενεργειακή απόδοση του παγκόσμιου στόλου κατά 55%-60% σε σχέση με το επίπεδο του 2008, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος που έχει τεθεί για το 2030. Σύμφωνα με τον επικεφαλής σύμβουλο του UMAS, Ζαν-Μαρκ Μπονέλο, αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της μετάβασης σε νέους τύπους καυσίμων. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να παραμελείται το γεγονός ότι θα απαιτηθούν κι άλλες παρεμβάσεις, π.χ. στο σκέλος της βελτιστοποίησης του τρόπου λειτουργίας των πλοίων ή της χρήσης άλλων μέσων υποβοήθησης της πλεύσης. Αυτές οι παρεμβάσεις είναι ήδη διαθέσιμες στους πλοιοκτήτες, ωστόσο ακόμα δεν έχουν αξιοποιηθεί σε ευρεία κλίμακα.
Στη μελέτη του, το UMAS παροτρύνει τους πλοιοκτήτες να εστιάσουν στην ανάπτυξη αλυσίδων εφοδιασμού για καύσιμα με βάση το υδρογόνο, ήδη από την τρέχουσα δεκαετία, και να μην εστιάσουν στην αξιοποίηση του LNG, καθώς η πρώτη επιλογή μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη και ταχύτερη μείωση των εκπομπών ρύπων. Όπως σημειώνεται στην ανάλυση, όσο ταχύτερη είναι στην τρέχουσα δεκαετία η μείωση της κατανάλωσης, τόσο μικρότερο θα είναι το απαιτούμενο ύψος της επένδυσης που θα χρειαστεί μεταγενέστερα, για τη μετάβαση στη χρήση νέων μορφών καυσίμου.
Στο πλαίσιο αυτό, μόλις τον προηγούμενο μήνα ο μη κερδοσκοπικός φορέας Global Maritime Forum ανέφερε ότι οι πλοιοκτήτες μπορούν να ελαχιστοποιήσουν την κατανάλωση καυσίμων, μέσω της βελτιστοποίησης της ταχύτητας πλεύσης και των δρομολογίων των πλοίων. Σε ένα ιδανικό σενάριο, υπολογίζεται ότι οι πλοιοκτήτες μπορούν να επιτύχουν μείωση της τάξεως των 64 εκατ. τόνων καυσίμων σε ετήσια βάση, κάτι που αντιστοιχεί σε περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 200 εκατ. τόνους/ετησίως και σε εξοικονόμηση 50 δισ. δολαρίων, μέσω της έγκαιρης άφιξης στα λιμάνια (ώστε να περιοριστεί κατακόρυφα ο χρόνος αναμονής).
Τον Νοέμβριο του 2022, η μη κερδοσκοπική πρωτοβουλία Science Based Targets ανέφερε ότι οι εκπομπές ρύπων αερίων του θερμοκηπίου από τη ναυτιλία, χρειάζεται να μειωθούν κατά 37% έως το 2030 και κατά 96% έως το 2040, σε σχέση με το έτος αναφοράς του 2008. Με τον τρόπο αυτόν, υπολογίζεται ότι θα διασφαλιστεί ο στόχος της μείωσης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμό της κλίμακας Κελσίου, στο σκέλος που αφορά τη ναυτιλιακή βιομηχανία. Προς το παρόν, πάντως, σύμφωνα με την ανάλυση που έκανε ο οίκος S&P Global Commodity Insights, η παγκόσμια κατανάλωση ναυτιλιακών καυσίμων αναμένεται να αυξηθεί σε 328 εκατ. τόνους το 2030, από 325 εκατ. τόνους το 2023. Για το 2050 προβλέπεται μείωση σε 300 εκατ. τόνους.
Καθοριστικό ρόλο στην επιτάχυνση της λήψης αποφάσεων από τους πλοιοκτήτες αναμένεται να διαδραματίσουν τα νέα εργαλεία που τέθηκαν σε εφαρμογή από τις αρχές του 2023. Ο λόγος για τους δείκτες CII και EEXI, που προσομοιάζουν με το ενεργειακό πιστοποιητικό στις κατοικίες και θα συμβάλουν στο να αποσαφηνιστεί το πόσους ρύπους θα χρειαστεί να περιορίσει το κάθε καράβι ξεχωριστά, με βάση ασφαλώς τον τρόπο χρήσης του και τα ταξίδια που πραγματοποιεί. Έτσι, θα είναι πιο εύκολος π.χ. ο καθορισμός της βέλτιστης ταχύτητας πλεύσης, ώστε να αυξηθεί η ενεργειακή του απόδοση και να περιοριστεί η κατανάλωση καυσίμου, άρα και οι εκπομπές ρύπων.
Το επόμενο βήμα, που αναμένεται κυρίως από το δεύτερο μισό της τρέχουσας δεκαετίας και μετά, αφορά την υιοθέτηση εναλλακτικών τεχνολογιών καυσίμων. Πρόκειται ασφαλώς για ένα πεδίο εκτός του άμεσου ελέγχου της ίδιας της ναυτιλίας, καθώς απαιτεί την ενεργοποίηση της βιομηχανίας ενέργειας, στην ανάπτυξη, παραγωγή και διάθεση σε εμπορικά βιώσιμες τιμές των νέων αυτών καυσίμων. Με τον τρόπο αυτόν, θα επιταχυνθεί σημαντικά και η διαδικασία απανθρακοποίησης του κλάδου.
Σύμφωνα με την Clarkson, τον μεγαλύτερο ναυλομεσιτικό οίκο παγκοσμίως, έως το τέλος του 2023 το 6% του παγκόσμιου στόλου θα χρησιμοποιεί εναλλακτικά καύσιμα, ενώ το 25% θα έχει τοποθετήσει κάποια τεχνολογία μείωσης της κατανάλωσης καυσίμου. Αντίστοιχα, η S&P Global προβλέπει ότι έως το 2030 το LNG (υγροποιημένο φυσικό αέριο) θα καταλάβει μερίδιο 7,8% των ναυτιλιακών καυσίμων, ενώ ένα επιπλέον 2,2% θα αφορά άλλα καύσιμα χαμηλών εκπομπών ρύπων και άλλες πηγές ενέργειας.