THEPOWERGAME
Εμπόδια στην ανάγκη για ταχύτερη μεταφορά φορτίων φυσικού αερίου (LNG) από την Αφρική, τις ΗΠΑ και τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη, αναμένεται να θέσει η προσπάθεια που καταβάλλεται αυτήν την περίοδο, για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από την παγκόσμια ναυτιλία.
Πρόκειται για δύο ασύμβατες μεταξύ τους μεταβλητές, καθώς από την μία πλευρά υπάρχει η αναντίρρητη ανάγκη για την μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, εν όψει ενός «δύσκολου», όπως φαίνεται, χειμώνα κι από την άλλη η εξίσου αναντίρρητη ανάγκη για την απανθρακοποίηση της ποντοπόρου ναυτιλίας.
Όπως εξηγεί σε σχετική του ανάλυση, ο κ. Πάνος Μήτρου, επικεφαλής του τομέα φυσικού αερίου, για λογαριασμό του νηογνώμονα Lloyd’s Register, το πρόβλημα που προκύπτει με την δυνατότητα του στόλου των πλοίων μεταφοράς LNG να αυξήσουν την ροή φορτίων προς την Ευρώπη, έγκειται τόσο στην απότομη αύξηση της ζήτησης και στην διαταραγμένη εφοδιαστική αλυσίδα, ήδη πριν το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, όσο και στην σταδιακή εφαρμογή των μέτρων EEXI και CII σε όλο τον εμπορικό στόλο, αρχής γενομένης από το 2023.
Οι δύο αυτές δέσμες μέτρων έχουν υιοθετηθεί από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ), στο πλαίσιο του ελέγχου της λειτουργίας των πλοίων, προκειμένου αυτή να είναι λιγότερο επιβλαβής στο περιβάλλον.
Στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων, αναμένεται να επιβληθούν μειώσεις στην ταχύτητα πλεύσης των πλοίων, ακόμα και κατά τους χειμερινούς μήνες, όταν η ζήτηση φορτίων LNG θα είναι πολύ υψηλή.
Μέσω της μείωσης της ταχύτητας των πλοίων, μειώνεται η κατανάλωση καυσίμου και ταυτόχρονα και οι εκπομπές των ρύπων. Μάλιστα, πολλά πλοία θα επιτρέπεται να ταξιδεύουν με ταχύτητες μόλις 17 κόμβων, αντί π.χ. για 19, περιορίζοντας σημαντικά την προσφορά, μιας κι ένα ταξίδι θα διαρκεί πλέον περισσότερο, μειώνοντας έτσι τα διαθέσιμα πλοία.
Ένας ακόμα λόγος που δυσχεραίνει την αύξηση των φορτίων διά θαλάσσης, είναι η δυσκολία ανανέωσης και μεγέθυνσης του υφιστάμενου στόλου πλοίων μεταφοράς φυσικού αερίου.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σήμερα, υπάρχουν μόλις τέσσερα ναυπηγεία παγκοσμίως, τα οποία έχουν την τεχνογνωσία και τις υποδομές για να ναυπηγήσουν πλοία μεταφοράς LNG, τα νοτιοκορεατικά Hyundai Heavy Industries, Daewoo Shipbuilding και Samsung Heavy Industries και το κινεζικό ναυπηγείο Hudong-Zhonghua. Ιστορικά, δεν έχουν ναυπηγηθεί ποτέ περισσότερα από 50 πλοία του είδους σε ένα ημερολογιακό έτος.
Παράλληλα, τα ναυπηγεία αυτά καλούνται να διαχειριστούν και τις διαθέσιμες γιάρδες τους. Με λίγα λόγια, το ενδιαφέρον ναυπήγησης μεγάλων πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, περιορίζει τις θέσεις για ναυπήγηση πλοίων LNG. Ακόμα δηλαδή κι αν ένας πλοιοκτήτης θέλει να ναυπηγήσει περισσότερα πλοία LNG δεν μπορεί να το πράξει, λόγω έλλειψης θέσεων.
Ήδη, αν κάποιος υποβάλλει σήμερα μια τέτοια παραγγελία, θα πρέπει να περιμένει έως το 2026 για να παραλάβει το πλοίο του. Έτσι, είναι πολύ πιθανό στο άμεσο μέλλον, οι μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι να βρεθούν σε μια κατάσταση, όπου να διαθέτουν φορτία LNG για εξαγωγή, όπως επίσης και πελάτες πρόθυμους να πληρώσουν αδρά γι’ αυτά, αλλά να μην διαθέτουν τα πλοία για να τα μεταφέρουν.
Σήμερα, υπάρχουν 141 πλοία μεταφοράς LNG προς ναυπήγηση. Ωστόσο, 28 εξ αυτών συνδέονται με ρωσικά συμφέροντα, με αποτέλεσμα να μην προχωρά η κατασκευή τους, λόγω των κυρώσεων της διεθνούς κοινότητας. Σύμφωνα με την Lloyd’s Register, τα περισσότερα εξ αυτών πρόκειται να ακυρωθούν, εξέλιξη που ίσως απελευθερώσει ορισμένες θέσεις για την επιτάχυνση άλλων παραγγελιών.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά, σημαίνει ότι για τα επόμενα τρία χρόνια έως το 2025, τα πλοία μεταφοράς LNG θα επωφεληθούν από ισχυρή ζήτηση φορτίων και την αδυναμία της εφοδιαστικής αλυσίδας να ενισχύσει σημαντικά την προσφορά τονάζ.
Ωστόσο, στο τέλος της ημέρας, για κάθε φορτίο LNG που δεν θα φτάνει έγκαιρα στον τελικό του παραλήπτη, θα αυξάνεται η χρήση άνθρακα, για να συνεχιστεί η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας ή και θέρμανσης στα νοικοκυριά της Ευρώπης.