THEPOWERGAME
Αντιμέτωποι με αυξημένο κόστος ασφάλισης των πλοίων τους έως και κατά 15% έχουν βρεθεί φέτος οι Έλληνες πλοιοκτήτες, καθώς οι ενώσεις αλληλασφάλισης (P&I Clubs), έχουν αυξήσει σημαντικά τις φετινές χρεώσεις για την κάλυψη αστικής ευθύνης προς τρίτους, που παρέχουν στα μέλη τους.
Οι εν λόγω αυξήσεις αφορούν την περίοδο 2022-2023 κι έρχονται σε συνέχεια αντίστοιχων αυξήσεων που πραγματοποιήθηκαν το 2021, με αποτέλεσμα τα κόστη των ναυτιλιακών εταιρειών να αυξάνονται κι άλλο, εν μέσω ενός περιβάλλοντος υψηλού πληθωρισμού, που έχει εκτοξεύσει τον… λογαριασμό κάθε πλοίου, από τα καύσιμα μέχρι τις προμήθειές του.
Μάλιστα, όπως αναφέρει σε σχετική της ανάλυση η εταιρεία ερευνών ναυτιλίας, Drewry, ο κύκλος των αυξήσεων δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, καθώς οι αιτήσεις αποζημίωσης και η επίδραση της πανδημίας έχει εκτοξεύσει τα κόστη για τις ενώσεις αλληλασφάλισης.
Η άνοδος αυτή πάντως στο κόστος ασφάλισης δεν θα είναι ομοιόμορφη, ούτε μεταξύ των επιμέρους ενώσεων, ούτε μεταξύ των πλοιοκτητών, καθώς όσοι έχουν θετικό ιστορικό (π.χ. χαμηλό ύψος αποζημιώσεων για ζημίες που έχουν προκαλέσει τα πλοία τους), αναμένεται να έχουν χαμηλότερο ασφάλιστρο.
Υπενθυμίζεται ότι οι ενώσεις αλληλασφάλισης ξεκίνησαν από την Μεγ. Βρετανία στις αρχές του 19ου αιώνα και συνεχίζουν να αποτελούν τον βασικό πυρήνα ασφάλισης των πλοίων της εμπορικής ναυτιλίας μέχρι και σήμερα, καλύπτοντας το 90% αυτού. Η Διεθνής Ένωση των P&I Clubs διαθέτει 13 μέλη, τα οποία παρέχουν ασφαλιστική κάλυψη προς τους πλοιοκτήτες και τους ναυλωτές που είναι μέλη τους.
Πρόκειται για ένα ιδιότυπο καθεστώς, καθώς αφορά ουσιαστικά στην αλληλασφάλιση των πλοιοκτητών, μιας και τα έξοδα που προκύπτουν από τυχόν ατυχήματα μοιράζονται μεταξύ των μελών, με τη μορφή ενός ετήσιου «ασφαλιστηρίου».
Με βάση τη συσσωρευμένη εμπειρία προηγούμενων ετών, καθορίζεται και το τελικό ποσό που θα κληθεί να πληρώσει κάθε πλοιοκτήτης για κάθε νέο έτος. Αυτό εξαρτάται από την ποιότητα και την ηλικία των πλοίων που θα ασφαλίσει, από το μέγεθός τους, από το φορτίο που αυτά μεταφέρουν, από την καλή ή όχι φήμη του εφοπλιστή, ακόμα και από το πλήρωμα που χρησιμοποιεί.
Τα παλιότερα πλοία έχουν υψηλότερη χρέωση ανά τόνο, σε σχέση με τα πιο σύγχρονα (που θεωρούνται και ασφαλέστερα).
Αντίστοιχα, τα κρουαζιερόπλοια και τα δεξαμενόπλοια, τα οποία θεωρούνται «υψηλού ρίσκου» πλοία, καταβάλλουν υψηλότερα ασφάλιστρα. Ο λόγος είναι οι μεγάλες αποζημιώσεις που συνοδεύουν ατυχήματα, όπου εμπλέκονται κρουαζιερόπλοια (εξαιτίας των πολλών επιβατών) και δεξαμενόπλοια (εξαιτίας του μεταφερόμενου φορτίου).
Η Ένωση αποτελεί μια πρόσθετη δικλείδα ασφαλείας, σε περίπτωση που οι ετήσιες αποζημιώσεις που καλείται να πληρώσει ένα από τα Club, ξεπερνούν τα αντίστοιχα έσοδά του.
Ουσιαστικά, η Ένωση λειτουργεί ως αντασφαλιστικός φορέας, πέραν των αντασφαλειών στις οποίες προχωρεί κάθε Club μεμονωμένα. Το μέγιστο ποσό που μπορεί να καλύψει ανέρχεται στα 5,4 δισ. δολάρια, ή 2,05 δισ. δολάρια για κάθε μεμονωμένη περίπτωση, ενώ 1 δισ. δολάρια αφορά αποζημιώσεις για περιβαλλοντικές καταστροφές.
Στη σημερινή περίοδο, το μοντέλο αυτό φαίνεται πως οδεύει προς μια σημαντική αναπροσαρμογή. Όπως αναφέρει η Drewry, οι αλληλασφαλιστικές εταιρείες έχουν αρχίσει να διαφοροποιούν το μέχρι σήμερα καθιερωμένο μοντέλο λειτουργίας. Συγκεκριμένα, το ύψος της χρέωσης αρχίζει να διαφοροποιείται ανάλογα με το εκάστοτε μέλος (πλοιοκτήτρια εταιρεία) και το προφίλ του στόλου της και ασφαλώς το ιστορικό της. Μέχρι πρότινος, οι χρεώσεις ήταν ίδιες για κάθε μέλος που ασφαλίζεται, σε μια προσέγγιση αυστηρής αλληλασφάλισης.