THEPOWERGAME
Πέντε φορές υψηλότερα υπολογίζεται ότι έχουν εκτιναχθεί οι ναύλοι για δεξαμενόπλοια τύπου Aframax, τα οποία χρησιμοποιούνται κατά κόρον για την μεταφορά του ρωσικού πετρελαίου προς την Δύση. Η συγκεκριμένη κλάση καλύπτει το 70% των ρωσικών εξαγωγών πετρελαίου και πετρελαιοειδών που διακινούνται μέσω θαλάσσης προς τις αγορές της Δύσης. Σύμφωνα με στοιχεία της S&P Global, το κόστος μεταφοράς αργού πετρελαίου από την Μαύρη Θάλασσα στη Μεγάλη Βρετανία έχει αυξηθεί κατά πέντε φορές σε σχέση με την περίοδο πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, ενώ ανάλογη είναι και η αύξηση στα φορτία που κατευθύνονται προς την Μεσόγειο. Μάλιστα, και στις δύο περιπτώσεις, οι τιμές αποτελούν ιστορικό υψηλό.
Ασφαλώς, το ζήτημα είναι ποιος πλοιοκτήτης είναι διατεθειμένος να αναλάβει και το υψηλό αυτό ρίσκο μεταφοράς πετρελαίων από την Ρωσία, τη στιγμή που πλέον έχουν αρχίσει να επισημοποιούνται οι απαγορεύσεις; Η απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου από τις ΗΠΑ ανακοινώθηκε και επισήμως την Τρίτη, ενώ είχαν προηγηθεί σαφείς και ρητές προειδοποιήσεις για κυρώσεις, σε όσες εταιρείες προχωρούσαν σε συνεργασία με αντίστοιχες ρωσικές για την διευκόλυνση των εξαγωγών των ρωσικών προϊόντων σε άλλες χώρες.
Στις αρχές της εβδομάδας, η επιτροπή Joint War Committee, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι όμιλοι αντασφάλισης της ποντοπόρου ναυτιλίας, αποφάσισε να επεκτείνει τη θαλάσσια ζώνη υψηλού κινδύνου, πέρα των υδάτων της Ρωσίας και της Ουκρανίας στη Μαύρη Θάλασσα και την Θάλασσα του Αζόφ. Πλέον, υψηλού κινδύνου θεωρούνται και οι θάλασσες κοντά στη Ρουμανία και τη Γεωργία. Ήδη, πέντε πλοία της εμπορικής ναυτιλίας, έχουν πληγεί από βόμβες από την αρχή του πολέμου. Η κίνηση αυτή σημαίνει ότι όποιο πλοίο διαπλεύσει τα σημεία αυτά, θα κληθεί να πληρώσει ένα ιδιαίτερα «τσουχτερό» ποσό για την ασφάλισή του. Η εν λόγω εξέλιξη, σε συνδυασμό και την εκτόξευση του κόστους των ναυτιλιακών καυσίμων σε επίπεδο που πλησιάζει τα 1.000 δολάρια/τόνο, καθιστά την επιλογή μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου, όχι μόνο ριψοκίνδυνη, αλλά ίσως όχι και τόσο οικονομικά επωφελή, όσο θα ανέμενε κανείς.
Από μόνη της πάντως, η κίνηση των ΗΠΑ να απαγορεύσουν τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, δεν πρόκειται να έχει κάποια ιδιαίτερα επίπτωση στην αγορά των δεξαμενόπλοιων. Αιτία είναι ο σχετικά μικρός όγκος των φορτίων που κατευθύνονταν προς τις ΗΠΑ σε ετήσια βάση. Με βάση τα σχετικά στοιχεία, σε ετήσια βάση, η Ρωσία εξάγει περίπου 4,6 εκατ. βαρέλια/ημέρα, εκ των οποίων τα 2,7 εκατ. βαρέλια/ημέρα αφορούν τις αγορές της Ευρώπης, 1,5 εκατ. βαρέλια/ημέρα τις αγορές της Ασίας και μόλις 210.000 βαρέλια την αμερικανική αγορά.
Στοιχεία της Wood Mackenzie που δημοσιεύτηκαν εντός της εβδομάδας, αναφέρουν ότι το ρωσικό πετρέλαιο αφορά περίπου το 8% των συνολικών εισαγωγών των ΗΠΑ (τόσο αργού πετρελαίου, όσο και διυλισμένων προϊόντων). Ωστόσο, η εταιρεία σπεύδει να επισημάνει ότι αν οι απαγορεύσεις αυτές επεκταθούν και σε άλλες χώρες, τότε σίγουρα, η αγορά των δεξαμενόπλοιων θα επηρεαστεί σημαντικά, καθώς θα υπάρξει μια σημαντική αναδρομολόγηση των παγκόσμιων ροών πετρελαίου.
Ήδη, η Μεγ. Βρετανία σχεδιάζει να «απογαλακτιστεί» σταδιακά από τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, θέτοντας ως χρονικό όριο για να διακόψει πλήρως τις σχετικές εισαγωγές το τέλος του 2022. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και με άλλες χώρες της Ευρώπης και ιδίως την Ε.Ε., όπου ο Γερμανός Καγκελάριος, κ. ΌλαφΣολτς έσπευσε να «βάλει πάγο» σε τυχόν σχετικές κινήσεις, τουλάχιστον επί του παρόντος. Όπως ανέφερε, παρότι το Βερολίνο στηρίζει την λήψη σκληρών μέτρων εναντίον της Μόσχας, οι προμήθειες ενέργειας από τη Ρωσία παραμένουν απαραίτητες για την καθημερινή ζωή στην Ευρώπη.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική ναυτιλία παρακολουθεί με ιδιαίτερη ζέση τις σχετικές εξελίξεις, ώστε να αποφευχθούν τυχόν πρόστιμα και απαγορεύσεις σε πλοία της στο μέλλον, έως ότου διαμορφωθεί ένας σαφέστερος «οδικός χάρτης προς ναυτιλλομένους». Άλλωστε, οι περισσότερες εταιρείες, έχουν σπεύσει ως προληπτικό μέτρο, να αποφύγουν από μόνες τους, τυχόν δραστηριοποίηση στη Ρωσία, από τις πρώτες μέρες της σύρραξης.