THEPOWERGAME
Η εκτίναξη των ναύλων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, αλλά και των φορτηγών πλοίων έχει επαναφέρει τα «χαμόγελα» στους Έλληνες εφοπλιστές. Ταυτόχρονα όμως, έχει πολλαπλασιάσει και τους «πονοκεφάλους», καθώς η διαχείριση του στόλου πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματική, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί το οικονομικό όφελος. Αυτό όμως δεν είναι πάντα εφικτό, καθώς η πανδημία συνεχίζει να προξενεί ανατροπές στον σχεδιασμό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τομέας των επισκευών και συντηρήσεων πλοίων. Κάθε χρόνο απαιτούνται εργασίες συντήρησης. Όσο πιο λίγος είναι ο χρόνος που θα χρειαστεί να αφιερωθεί στις εν λόγω εργασίες, τόσο μεγαλύτερο το οικονομικό όφελος για τον πλοιοκτήτη, ιδίως σε περίοδο ανοδικής πορείας των ναύλων, όπως η τωρινή. Εν μέσω πανδημίας όμως αποδεικνύεται ότι ακόμα και ο πιο ενδελεχής σχεδιασμός και προγραμματισμός μπορεί να ανατραπεί , όχι με ευθύνη των πλοιοκτητών.
Σε σχετική ανάλυση της Interyards (Intermodal) και του κ. Βασίλη Βασιλείου, επισημαίνεται ότι κατά το πρώτο εξάμηνο του 2021, ο τομέας των συντηρήσεων παραμένει ασταθής, λόγω της πανδημίας. Από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι το ναυπηγοεπισκευαστικό κέντρο της Ζουσάν στην Κίνα. Μια αιφνιδιαστική απόφαση υποχρέωσε όλες τις σχετικές εγκαταστάσεις της περιοχής να απορρίψουν, χωρίς επαρκή προειδοποίηση, τα περισσότερα πλοία που είχαν συμφωνήσει να εκτελέσουν εκεί το ετήσιο πρόγραμμα συντήρησής τους. Η απόφαση αυτή ελήφθη στο πλαίσιο των μέτρων προστασίας ενάντια στη διάδοση της παραλλαγής Δέλτα του κορονοϊού. Η εξέλιξη αυτή δημιούργησε σημαντική αναταραχή και είχε ως αποτέλεσμα πολλά πλοία να παραμείνουν σε αδράνεια για τουλάχιστον δύο ημέρες, μέχρις ότου ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις και γίνουν οι απαιτούμενες αναδρομολογήσεις σε άλλα ναυπηγεία για επισκευές και συντηρήσεις. Ταυτόχρονα, το κόστος αυξήθηκε και οι χρόνοι επιμηκύνθηκαν σημαντικά, λόγω της στροφής των πλοίων σε άλλες εγκαταστάσεις στην Κίνα, με πιο χαλαρούς κανόνες λειτουργίας, που φυσικά υποδέχθηκαν αισθητά μεγαλύτερο αριθμό, σε σχέση με τις δυνατότητές τους, με αποτέλεσμα να υπάρξουν σημαντικές καθυστερήσεις.
Η παραπάνω περίπτωση είναι μόλις μία από τις αλλαγές της τελευταίας στιγμής, που έχουν σημειωθεί φέτος. Έτσι, από την πλευρά του πλοιοκτήτη παρατηρείται σημαντική απώλεια χρόνου λειτουργίας των πλοίων κι από την άλλη πλευρά, τα ναυπηγεία ξοδεύουν σε υποδομές και προσωπικό, χωρίς αντίκρισμα (λόγω του κακού προγραμματισμού και των ακυρώσεων εξαιτίας της πανδημίας). Την ίδια στιγμή, ναυπηγεία που βρίσκονται σε περιοχές με αυστηρά μέτρα προστασίας έχουν ανταγωνιστικό μειονέκτημα, ενώ ταυτόχρονα δέχονται και πλήγμα στην φήμη τους, σε σχέση με όσες εγκαταστάσεις, τυχαίνει να βρίσκονται σε περιοχές, όπου η πανδημία είναι ηπιότερη.
Ωστόσο, οι προκλήσεις που έθεσε η πανδημία έχει βελτιώσει σημαντικά και την ευελιξία, τόσο των πλοιοκτητών, όσο και των ναυπηγείων.
«Υπάρχει σημαντική ωρίμανση των διαδικασιών και μια βαθιά αλλαγή κουλτούρας και νοοτροπίας στον τρόπο συνεργασίας, διαχείρισης κρίσεων και λήψης αποφάσεων. Τόσο οι πλοιοκτήτες, όσο και τα ναυπηγεία είναι πλέον προετοιμασμένοι για αναπάντεχα γεγονότα και ξαφνικά προβλήματα προς όλες τις κατευθύνσεις. Ειδικά οι ναυτιλιακές εταιρείες, έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητά τους σε τυχόν απρόοπτα, έχοντας επεξεργαστεί εναλλακτικές και είναι προετοιμασμένες για να βρουν λύσεις ακόμα και στα πιο δύσκολα προβλήματα’ υπογραμμίζει ο κ. Βασιλείου.
Αναφορικά με τυχόν μελλοντικά ζητήματα, με δεδομένο ότι πλέον συμπληρώνονται και δύο χρόνια από το πρώτο, μεγάλο κύμα εγκατάστασης συστημάτων πλυντηρίδων (scrubbers) σε υφιστάμενα πλοία, έχουν ήδη καταγραφεί τα πρώτα προβλήματα. Συγκεκριμένα, είναι πλέον εμφανές ότι σε αρκετά από τα συστήματα αυτά θα πρέπει να εκτελεστούν εργασίες συντήρησης για την αντιμετώπιση ζητημάτων σκουριάς και φθοράς συγκεκριμένων τμημάτων τους. Υπενθυμίζεται ότι οι πλυντηρίδες είναι συστήματα καθαρισμού των ρύπων των πλοίων, πριν αυτοί εκλυθούν στην ατμόσφαιρα. Τοποθετήθηκαν από πλειάδα ναυτιλιακών εταιρειών, στο πλαίσιο της συμμόρφωσής τους με τον κανονισμό που τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2020, για την καύση φιλικότερων προς το περιβάλλον ναυτιλιακών καυσίμων. Αρκετές εταιρείες, ιδίως όσες είχαν πλοία μεγάλων κλάσεων επέλεξαν τις πλυντηρίδες, οι οποίες επιτρέπουν την καύση συμβατικών καυσίμων (λόγω της επεξεργασίας που γίνεται), ενώ άλλες εταιρείες προτίμησαν να προμηθεύονται καύσιμα χαμηλότερης περιεκτικότητας σε θείο (0,5% από 3,5%), που όμως είναι και ακριβότερα.