THEPOWERGAME
Ατέρμονη μοιάζει η προβληματική κατάσταση στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, καθώς συνεχώς προστίθενται νέοι «πονοκέφαλοι», που επιβραδύνουν την προσπάθεια που γίνεται να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις, που συνεπάγονται αυξήσεις τιμών τόσο στα βασικά αγαθά πρώτης ανάγκης, όσο και στα ηλεκτρονικά καταναλωτικά προϊόντα.
Στελέχη του ναυτιλιακού κλάδου αναφέρουν ότι οι πρόσφατες πλημμύρες στην Κίνα και την Ευρώπη πρόκειται να αποτελέσουν ένα ακόμα «χτύπημα» στην εφοδιαστική αλυσίδα, δημιουργώντας νέες καθυστερήσεις σε κομβικές αρτηρίες μεταφόρτωσης προϊόντων.
Όπως εξηγούν, οι έντονες βροχοπτώσεις και οι πλημμύρες που προκλήθηκαν έχουν πλήξει σημαντικά τμήματα της Δυτικής Ευρώπης, ιδίως στην Γερμανία, το Βέλγιο και την Ολλανδία. Πρόκειται για χώρες κομβικές για την είσοδο προϊόντων στην ήπειρο και την εν συνεχεία μεταφορά τους σε άλλες χώρες της Ευρώπης, κατά κανόνα μέσω σιδηροδρομικών γραμμών. Αυτή τη στιγμή, οι περισσότερες σιδηροδρομικές συνδέσεις είναι κατεστραμμένες, κάτι που σημαίνει ότι πολλές βιομηχανίες και χώρες θα έχουν πρόβλημα προμηθειών σε πρώτες ύλες και αγαθά. Για παράδειγμα, όπως έγινε γνωστό, ο γερμανικός κολοσσός της χαλυβουργίας Thyssenkrupp, δεν μπορεί να παραλάβει πρώτες ύλες λόγω των πλημμυρών. Με τη σειρά της, η εξέλιξη αυτή θα έχει συνέπειες και στην αυτοκινητοβιομηχανία, που προμηθεύεται χάλυβα από την Thyssenkrupp, ή κι άλλους κλάδους, όπως π.χ. η παραγωγή ηλεκτρικών συσκευών, όπου χρησιμοποιείται ανοξείδωτο ατσάλι κ.ο.κ.
Αντίστοιχα, οι πλημμύρες που έπληξαν την πολιτεία Χενάν στην Κίνα έχουν επίσης δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στην σιδηροδρομική συγκοινωνία, καθώς δεν μπορούν να μεταφερθούν τα προϊόντα στα λιμάνια για να φορτωθούν στα πλοία. Κυρίως, έχει επηρεαστεί το εμπόριο άνθρακα και σιτηρών, καθώς η εν λόγω περιοχή είναι ο βασικός παραγωγός των πρώτων υλών που χρειάζονται για την παραγωγή ψωμιού, παράγοντας 38 εκατ. τόνους σιτηρών φέτος το καλοκαίρι.
Οι εν λόγω εξελίξεις έρχονται ως συνέχεια της ασφυκτικής κατάστασης που παρατηρείται σχεδόν από τις αρχές του έτους. Το βασικό πρόβλημα που εντοπίστηκε τότε αφορούσε την έλλειψη εμπορευματοκιβωτίων για να φορτωθούν με προϊόντα. Η απότομη αύξηση της κατανάλωσης είχε ως αποτέλεσμα να προκληθούν σημαντικές καθυστερήσεις στην φορτοεκφόρτωση των εμπορευματοκιβωτίων στα μεγάλα λιμάνια, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια αλυσιδωτή αντίδραση στην αγορά. Στη συνέχεια, τον Απρίλιο σταμάτησε η ροή των πλοίων μέσω της διώρυγας του Σουέζ για σχεδόν μία εβδομάδα, λόγω του ατυχήματος με ένα από τα πλοία, που σφήνωσε στην μία όχθη του περάσματος. Με δεδομένο ότι από το Σουέζ διέρχεται το 12% του παγκόσμιου εμπορίου, η επίπτωση ήταν ιδιαίτερα σημαντική.
Τον Ιούνιο, η νότια Κίνα κατέγραψε έξαρση κρουσμάτων του κορονοϊού, γεγονός που οδήγησε σε μέτρα πρόληψης, όπως καραντίνα για τα πληρώματα και αρκετούς χειριστές μηχανημάτων στα λιμάνια της περιοχής, κάτι που προκάλεσε νέες καθυστερήσεις στις εξαγωγές και νέες αυξήσεις στο μεταφορικό κόστος.
Εν τω μεταξύ, σε κρίση βρίσκεται η εφοδιαστική αλυσίδα και στις ακτές της Καλιφόρνια των ΗΠΑ και συγκεκριμένα στα λιμάνια του Λος Άντζελες και του Λονγκ Μπιτς, που αποτελούν τις δύο βασικότερες πύλες εισόδου προϊόντων και πρώτων υλών της χώρας. Την προηγούμενη Παρασκευή, 33 πλοία είχαν αγκυροβολήσει έξω από τα δύο λιμάνια περιμένοντας να ξεφορτώσουν. Τα εν λόγω λιμάνια διαχειρίζονται το 1/3 των εισαγωγών των ΗΠΑ, ιδίως δε εκείνων από την Κίνα. Η συμφόρηση αυτή δεν είναι κάτι νέο, καθώς παρατηρείται επί μήνες και είναι εκ των βασικών λόγων για τους οποίους παρατηρείται κι έλλειψη κοντέινερ, καθώς αυτά παραμένουν εγκλωβισμένα για μεγαλύτερο χρόνο στα πλοία. Σημειωτέον, ότι υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν παρατηρείται καμία καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση των πλοίων.
Επαγγελματίες του κλάδου σημειώνουν ότι ένας από τους λόγους που έχει επιδεινωθεί η κατάσταση έγκειται και στο γεγονός ότι πολλά από τα πλοία μεταφέρουν τουλάχιστον 10.000 κοντέινερ το καθένα. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να ξεφορτωθούν, καθώς απαιτούνται περισσότερα φορτηγά, περισσότερα τρένα και περισσότερες αποθήκες.
Οι καθυστερήσεις αυτές επιτείνουν τα προβλήματα της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας, καθώς δημιουργούν νέες καθυστερήσεις και στα εργοστάσια παραγωγής, που δεν διαθέτουν τα κοντέινερ που χρειάζονται για να ολοκληρώσουν τις παραγγελίες που δέχονται. Συνεπώς αυξάνεται συνολικά το μεταφορικό κόστος, που με τη σειρά του μεταφράζεται σε αυξήσεις τιμών των καταναλωτικών αγαθών, ή ακόμα και των τροφίμων, ενώ έχουν αρχίσει να καταγράφονται ακόμα κι ελλείψεις, ή πολύ χαμηλό απόθεμα προϊόντων.