«Περισσότερα κέρδισα εγώ από το αλκοόλ, παρά το αλκοόλ από εμένα», είχε πει ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, επισφραγίζοντας έτσι την πολύτιμη σχέση του ανθρώπου με τον απέραντο κόσμο των ποτών. Σήμερα αυτή η διαχρονική σχέση δοκιμάζεται από τους δασμούς του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Και τούτο διότι εδώ και έναν μήνα, το αλκοόλ βρίσκεται στο προσκήνιο της επιθετικής εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ, με τους Αμερικανούς να πρέπει ενδεχομένως να πληρώσουν ακριβότερα την τεκίλα από το Μεξικό, το ουίσκι από τον Καναδά ή τη σαμπάνια από τη Γαλλία, όσο ο Λευκός Οίκος κλιμακώνει την αντιπαράθεση με τους μεγαλύτερους εταίρους των ΗΠΑ.
Η Constellation Brands, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες στην αγορά των ΗΠΑ που εισάγει την Casa Noble από το Μεξικό, υπολογίζει πως οι δαπάνες θα αυξηθούν έως και 16% εάν ο Τραμπ επιβάλει τελικά δασμούς 25% σε όλες τις εισαγωγές από τη γειτονική χώρα, με τις τιμές στο ράφι να αυξάνονται 4,5% για την τεκίλα.
Οι χρεώσεις για τη σαμπάνια και το κρασί από την Ε.Ε θα είναι σαφώς υψηλότερες εάν ο Τραμπ φορολογήσει τη φιάλη με 200%, ενώ το κόστος του αμερικανικού ουίσκι είναι καταδικασμένο να αυξηθεί στην Ε.Ε ύστερα από την απόφαση των Βρυξελλών να επιβάλει δασμούς 50% ως αντίποινα στις ΗΠΑ για τη φορολόγηση όλων των εισαγωγών χάλυβα και αλουμινίου με 25%. Δεν είναι να απορεί κανείς που η καταναλωτική εμπιστοσύνη στις ΗΠΑ βυθίστηκε αυτόν τον μήνα, με τον σχετικό δείκτη του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν να διολισθαίνει ακόμη 11% στο 57,9 έως τα μέσα Μαρτίου από το 64,7 έναν μήνα πριν.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Wall Street Journal, δασμοί 200% μπορεί να ακριβύνουν το κρασί από την Ε.Ε στα ράφια των αμερικανικών σούπερ μάρκετ πάνω από το φάσμα των 20 δολαρίων που θεωρούν οι Αμερικανοί ότι είναι αποδεκτό. Η λιανική τιμή ενός μπουκαλιού σαμπάνιας Veuve Clicquot θα εκτοξευθεί από τα 50 στα 90 δολάρια. Οι επιπτώσεις για τους Ευρωπαίους οινοπαραγωγούς θα είναι μεγάλες εάν αναλογιστεί κανείς πως οι εξαγωγές κρασιού από την Ε.Ε στις ΗΠΑ ξεπέρασαν πέρσι τα 5 δισ. δολάρια. Σχεδόν το 50% προήλθε από την Ε.Ε και το 40% από την Ιταλία. Την ίδια ώρα, οι αλυσιδωτές αντιδράσεις στην αμερικανική οικονομία ξεκινούν από τους εισαγωγείς και τους εμπόρους μέχρι τους εστιάτορες και βέβαια τους πελάτες.
Αυτός ο φαύλος κύκλος των απειλών για δασμούς, που ξεκίνησε με τη δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, χτυπά τους καταναλωτές που έχουν δυσανασχετήσει προ πολλού από την άνοδο του κόστους διαβίωσης μετά την πανδημία, τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις δραματικές ανατιμήσεις στην ενέργεια. Προεκλογικά ο Τραμπ είχε υποσχεθεί πως θα κάνει «τις ΗΠΑ πιο προσιτές» σε βασικές δαπάνες από την πρώτη ημέρα της προεδρίας του. Στη Γερμανία και τη Γαλλία, αντίστοιχα, οι υψηλές τιμές ενίσχυσαν την ακροδεξιά, αντανακλώντας τη βαρύτητα που δίνουν οι ψηφοφόροι στην ακρίβεια.
Όμως, όταν ο Τραμπ ανέλαβε τα ηνία του Λευκού Οίκου και ανακοίνωσε πρώτα–πρώτα την πρόθεση του να επιβάλει δασμούς 25% στις εισαγωγές από το Μεξικό και τον Καναδά, οι εταιρείες παραγωγής τεκίλα βρέθηκαν στην πιο αδύναμη θέση. Το συγκεκριμένο ποτό προέρχεται από την μπλε αγαύη – Agave tequilana- που καλλιεργείται μόνον στο Μεξικό, χωρίς να υπάρχει εναλλακτική για την εισαγωγή του από άλλη χώρα. Οι δασμοί αυτοί έχουν προσωρινά ανασταλεί μέχρι τις αρχές Απριλίου. Είναι άγνωστο τι θα συμβεί μέχρι τότε καθώς η επιβολή και ανάκληση δασμών είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο για την κυβέρνηση των Ρεπουμπλικάνων, οι οποίοι θεωρούν πως έτσι μπορούν να πιέσουν άλλες χώρες να ανταποκριθούν σε αιτήματά τους.
Τελικά, όμως, η πολιτική αυτή μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ στις ΗΠΑ σ’ ότι αφορά ενδεχόμενους δασμούς στην τεκίλα αλλά όχι στο ευρωπαϊκό κρασί που αντιπροσωπεύει μια μειοψηφία της συνολικής κατανάλωσης. Σε γενικές γραμμές, ωστόσο, οι δασμοί αναμένεται να οδηγήσουν σε ανατιμήσεις, πλήττοντας τους καταναλωτές.