Μετά τις ανακοινώσεις για το ευρω-αμυντικό πρόγραμμα μαμούθ των 800 δισ. ευρώ ReArm Europe έγινε ξεκάθαρο πως με τη διατλαντική συμμαχία να κλονίζεται πρωτοφανώς ούτε καν ένα δίμηνο μετά την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ και την Ευρώπη να μην μπορεί να καταλήξει σε ασφαλή συμπεράσματα για τις επόμενες κινήσεις του Λευκού Οίκου, οι κυβερνήσεις δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ενισχύσουν την άμυνα τους. Οι αρνητικές εξελίξεις που επιβεβαιώνουν τεκτονικές αλλαγές στο γεωπολιτικό στερέωμα είναι διαδοχικές, με την ΕΕ την Τρίτη να ανακοινώνει, όπως προαναφέρθηκε, το πρόγραμμα ReArm Europe για την κινητοποίηση 650 δισ. ευρώ εντός τετραετίας μέσα από την αύξηση των αμυντικών δαπανών από τα κράτη-μέλη κατά 1,5% επί του ΑΕΠ και την επιδότηση επενδύσεων 150 δισ. ευρώ σε στρατιωτικό εξοπλισμό.
Οικονομικοί αναλυτές τονίζουν πως η αναγκαιότητα για την αύξηση των αμυντικών δαπανών δημιουργεί, παράλληλα, μια ευκαιρία για την τόνωση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας που βρίσκεται σε ύφεση μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Κάτω από αυτήν τη συγκυρία, ο αμυντικός χρηματιστηριακός κλάδος έχει υπερδιπλασιαστεί κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας, δηλαδή μετά τη έναρξη του πολέμου. Στη Γερμανία, μια χώρα προσηλωμένη στη δημοσιονομική πειθαρχία, κορυφαίοι οικονομολόγοι προτείνουν την μεσοπρόθεσμη αύξηση των δημοσίων δαπανών κατά 800 με 900 δισ. ευρώ μέσα από δυο ταμεία, ένα για την άμυνα και ένα για τις υποδομές. Για να λειτουργήσουν τα ταμεία θα πρέπει να είναι ανεξάρτητα του προϋπολογισμού και έτσι δεν θα υπάγονται στο «φρένο χρέους.
Πηγές στο Βερολίνο θέλουν τον επερχόμενο καγκελάριο, Φρίντριχ Μερτς, να συζητά ήδη με το υφιστάμενο κοινοβούλιο, όπου τα συμβατικά κόμματα έχουν την πλειοψηφία των εδρών, την άμεση αύξηση του αμυντικού προϋπολογισμού. «Φαίνεται πως οι διαπραγματεύσεις εξελίσσονται πολύ γρήγορα και μπορεί να έχουμε συμφωνία μέσα στο επόμενο διάστημα», δηλώνει ο Χόλγκερ Σμίτιγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank, στους Financial Times.
Από τον Φεβρουάριο, οι ηγέτες της ΕΕ έχουν προτείνει την άμεση παραχώρηση πακέτου άμεσης βοήθειας στην Ουκρανία της τάξεως των 20 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο του ReArm Europe συζητείται η αναστολή της ρήτρας του υπερβολικού ελλείμματος για τις αμυντικές δαπάνες, ενώ η Κομισιόν εξετάζει την αξιοποίηση των περίπου 90 δισ. ευρώ που έχουν απομείνει σε διαθέσιμα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης. Μετά την έκτακτη συνάντηση ηγετών στο Λονδίνο την Κυριακή, ο Βρετανός πρωθυπουργός, Κιρ Στάρμερ, ανήγγειλε τη διάθεση 1,6 δισ. στερλινών στην Ουκρανία για την απόκτηση 5.000 πυραύλων αντιαεροπορικής άμυνας. Και χθες έγινε γνωστό πως η Γερμανία με τη Γαλλία και τη Βρετανία είναι πια ανοικτές πως προς το ενδεχόμενο αξιοποίησης των 200 δισ. ευρώ σε παγωμένα περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας.
Κλιμάκωση της διπλωματίας στην Ευρώπη, αύξηση πιέσεων από ΗΠΑ σε Ουκρανία
Η κινητικότητα των Ευρωπαίων ηγετών εντείνεται όσο ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, κλιμακώνει τις πιέσεις στο Ουκρανό ομόλογο του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Τη Δευτέρα, ο Τραμπ ανακοίνωσε την άμεση παύση της αποστολής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία προκειμένου να εντείνει τις πιέσεις στον Ζελένσκι. Μετά την επεισοδιακή συνάντηση του Ουκρανού ηγέτη με τον Τραμπ και τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζέι ντι Βανς, την περασμένη Παρασκευή, η Ευρώπη βρίσκεται σε διπλωματικό πυρετό για την θωράκιση της άμυνας καθώς είναι προφανές πως δεν μπορεί να εξαρτάται στρατιωτικά από την Ουάσιγκτον. Ο Ζελένσκι επανήλθε χθες και έγραψε στην πλατφόρμα Χ πως είναι έτοιμος να υπογράψει μια συμφωνία με τις ΗΠΑ για την αξιοποίηση των κρίσιμων πρώτων της χώρας του καθώς θα «είναι ένα βήμα για την ενίσχυση της ασφάλειας μας».
Στην πραγματικότητα, η Ουκρανία και η Ευρώπη χρειάζονται τη στήριξη των ΗΠΑ, ιδιαίτερα για την παροχή στρατιωτικών πληροφοριών αλλά και εξοπλισμού. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να κινηθούν άμεσα στον συντονισμό των στρατιωτικών τους δυνάμεων. Όπως δήλωσε πρόσφατα, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, χρειάζεται κάποιο σχέδιο στην παραγωγή και την τυποποίηση των οπλικών συστημάτων εκτός από μεγαλύτερη ευελιξία στους προϋπολογισμούς.
Ενώ οι Ρώσοι συνεχίζουν τις επιθέσεις τους στα εδάφη της Ουκρανίας, ο Λευκός Οίκος του Τραμπ έχει αποκαταστήσει τις επαφές με το καθεστώς του Κρεμλίνου, αγνοώντας την Ευρώπη και το Κίεβο σε διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου. Αυτή η δραματική αλλαγή στην πορεία της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ έρχεται να επισφραγιστεί σε ένα άλλο μέτωπο. Πηγές του Bloomberg θέλουν τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, να προσφέρεται να μεσολαβήσει ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Τεχεράνη σε κρίσιμα θέματα όπως το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου του Ιράν.
H πρωτοφανής εγγύτητα Λευκού Οίκου και Κρεμλίνου σε συνδυασμό με χθεσινές πληροφορίες των Financial Times πως οι στρατιωτικές προμήθειες που ήδη διαθέτει η Ουκρανία από τις ΗΠΑ θα εξαντληθούν μέσα σε δυο ή τρεις μήνες θέτουν ασφυκτικά περιθώρια στην Ευρώπη. Οι ηγέτες της Ε.Ε και της Βρετανίας καλούνται να χαράξουν ένα σχέδιο εκεχειρίας που θα είναι αποδεκτό από όλες τις πλευρές όσο θα εξοπλίζεται το Κίεβο και θα ενισχύει την άμυνα της. Το πολεμικό μέτωπο της Ουκρανίας απλώνεται σε 1.000 χιλιόμετρα και χωρίς τη στήριξη των Αμερικανών, οι επιπτώσεις θα είναι βαριές ακόμη και αν οι Ευρωπαίοι αναπληρώσουν κάποιο στρατιωτικό εξοπλισμό.
Διαβάστε επίσης
Τραμπ: Έτοιμος για ειρήνη στην Ουκρανία & αποφασισμένος για δασμούς σε όλους
Πεδίο μάχης το χωράφι: Πώς οι δασμοί απειλούν να διαλύσουν τους αγρότες
Ανατροπές στην αγορά ρεύματος: Οι συγχωνεύσεις & οι νέοι στόχοι