THEPOWERGAME
Είναι πρώτη φορά μέσα σε μια 13ετία που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προχωρά σε τρεις μειώσεις επιτοκίων της (εκ των οποίων διαδοχικές), με την ομόφωνη του Διοικητικού Συμβουλίου να οδηγεί το κόστος δανεισμού της Ευρωζώνης στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2023. Μόλις έναν μήνα πριν, εικάζονταν πως η ΕΚΤ θα προχωρούσε σε μια ακόμη μείωση αλλά τον Δεκέμβριο. Όμως, η μεγάλη υποχώρηση του πληθωρισμού κάτω από τον στόχο του 2%, δηλαδή στο 1,7%, καταδεικνύει την αδυναμία της Ευρωζώνης αλλά και τον προβληματισμό για το εάν οι καταναλωτές μπορούν να σηκώσουν το βάρος της ανάπτυξης.
Με δεδομένο κιόλας πως αξιωματούχοι του Βερολίνου έχουν προειδοποιήσει για συρρίκνωση της γερμανικής οικονομίας, της ισχυρότερης στην Ευρωζώνη, επί δεύτερο συναπτό έτος το 2024, οι διαπραγματευτές στην αγορά επιτοκίων swap διαβλέπουν τέσσερις ή ακόμη και πέντε μειώσεις των επιτοκίων της τάξεως των 25 μονάδων βάσης, εκάστη, μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους. Σε αυτό το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα περιλαμβάνεται και μια μείωση στη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με πληροφορίες των Financial Times. Σήμερα ανακοινώθηκε μείωση του επιτοκίου αποδοχής καταθέσεων στο 3,25%.
Εντούτοις, η ΕΚΤ δεν έδωσε καμία ένδειξη για τις μελλοντικές κινήσεις της, ενώ η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ είπε στη συνακόλουθη συνέντευξη Τύπου πως ακόμη και αν ένα κράτος-μέλος οδηγηθεί σε ύφεση δεν είναι αναγκαίο πως θα ακολουθήσει η υπόλοιπη Ευρωζώνη. Πρόσθεσε πως μια διαδικασία αποπληθωρισμού «βρίσκεται σε εξέλιξη» με την προοπτική να επιτευχθεί ο στόχος του 2% νωρίτερα μέσα στο 2025 από ό,τι αναμένονταν αρχικά. Από την Κεντρική Τράπεζα της Σλοβενίας, όπου έλαβε χώρα η συνεδρίαση της ΕΚΤ, η Λαγκάρντ υπογράμμισε επίσης πως «κάθε περιορισμός, κάθε αβεβαιότητα και οποιοδήποτε εμπόδιο στο εμπόριο για μια οικονομία σαν την ευρωπαϊκή, η οποία είναι ανοικτή, παίζει ρόλο». Αναφορικά με τις τιμές του πετρελαίου, η πρόεδρος της είπε πως παρακολουθείται στενά κάθε διακύμανση που μπορεί να συνδέεται ενδεχομένως με τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή.
Η μεγάλη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 θεωρήθηκε επιβεβλημένη και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, ώστε να δαμαστούν οι αλυσιδωτές ανατιμήσεις από την ενέργεια σε πάσης φύσεως αγαθά. Οι βιομηχανίες της Ευρώπης βρίσκονται σε αρκετά δεινή θέση μετά την αύξηση του κόστους ενέργειας και οι πολίτες προσπαθούν να ανταπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος διαβίωσης. Μια τόσο δραματική υποχώρηση του πληθωρισμού σαν το 1,7% που καταγράφηκε για τον Σεπτέμβριο επαναφέρει τον κίνδυνο έντονων αποπληθωριστικών πιέσεων όπως είχε συμβεί την περίοδο της κρίσης δημοσίου χρέους στην Ευρωζώνη που τα επιτόκια της ΕΚΤ είχαν διολισθήσει ακόμη και σε αρνητικό πρόσημο για να τονώσουν την οικονομική δραστηριότητα.
Δεν είναι τυχαίο που το ευρώ αποδυναμώθηκε πάνω από 2% έναντι του δολαρίου μετά την ανακοίνωση της ΕΚΤ σε αναλογία 1:1,09. Παράλληλα, η απόδοση του 10ετούς γερμανικού ομολόγου προσέγγισε στο 2,2%, δηλαδή το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δυο εβδομάδων. Ωστόσο, το 10ετές κόστος δανεισμού της γαλλικής οικονομίας κινήθηκε λίγο πάνω από το 2,9% καθώς προ ημερών ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch υποβάθμισε την προοπτική της οικονομίας σε «αρνητική», κάνοντας αναφορά στους δημοσιονομικούς και πολιτικούς κινδύνους.
Διαβάστε επίσης
Παγκόσμια Τράπεζα: Η χαμένη δεκαετία στη μάχη κατά της φτώχειας
28η Οκτωβρίου: Ταξίδια στο εξωτερικό επιλέγουν οι Έλληνες για το τριήμερο
Αλεξόπουλος: Οι πρώτες ύλες “κλειδί” για τους κλιματικούς στόχους