THEPOWERGAME
Το γάλλιο και γερμάνιο είναι δυο απαραίτητα μέταλλα για τη μετάβαση της ΕΕ στην πράσινη τεχνολογία. Και η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής. Οπότε, οι περιορισμοί στις εξαγωγές τους που θέτει σε εφαρμογή το Πεκίνο από τον επόμενο μήνα θα δυσχεράνουν τα σχέδια της ΕΕ για τη μείωση των εκπομπών ρύπων και όχι μόνον. Τα δυο μέταλλα δεν είναι μόνον αναγκαία για την παραγωγή ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων αλλά κρίσιμα για τις τηλεπικοινωνίες και τον τομέα των ημιεπεξεργαστών.
Η Ε.Ε προμηθεύεται το 71% του γάλλιου από την Κίνα και το 45% του γερμανίου, όπως επισημαίνεται από το Bloomberg. Οπότε η άμεση εφαρμογή των περιορισμών στις εξαγωγές από το Πεκίνο θέτει πολύ στενά περιθώρια στην Ε.Ε να αναζητήσει εναλλακτικούς προμηθευτές. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τον ενεργειακό πόλεμο που ξέσπασε ανάμεσα στη Μόσχα και τη Δύση, τα 27 κράτη-μέλη έθεσαν στην κορυφή της ατζέντας τους την εξασφάλιση της αυτονομίας των οικονομιών τους. Οπότε, η Ε.Ε ναι μεν βρίσκεται σε διαδικασία για τη μερική απεξάρτηση της από τρίτες χώρες με τον Κανονισμό για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες (Critical Raw Materials Act) αλλά από το 2030 και έπειτα.
Οι περιορισμοί της Κίνας στις εξαγωγές σηματοδοτούν ένα νέο κεφάλαιο στην αντιπαλότητα ανάμεσα στο Πεκίνο και τη Δύση. Πρόσφατα η Ολλανδία και η Ιαπωνία μπλόκαραν τις εξαγωγές τσιπ στην Κίνα, ακολουθώντας τα χνάρια των ΗΠΑ που εδώ και χρόνια μάχονται με το Πεκίνο για τεχνολογική υπεροχή. Παράλληλα ευρωπαϊκές κυβερνήσεις λαμβάνουν μέτρα απέναντι σε κινεζικά συμφέροντα που επενδύουν σε κρίσιμους κλάδους των οικονομιών τους, όπως οι υποδομές. Το χάσμα αυτό έγινε εμφανές με το ξέσπασμα της πανδημίας της νόσου Covid-19 και εντάθηκε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, την οποία καταδίκασε η Δύση αλλά ώθησε την Κίνα πιο κοντά στη Μόσχα.
Η απόφαση του Πεκίνου να μπλοκάρει τις εξαγωγές γάλλιου και γερμανίου στην τρέχουσα συγκυρία δεν είναι τυχαία. Τον περασμένο Μάρτιο, η Ε.Ε παρουσίασε τον Κανονισμό για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες με στόχο τη μερική απεξάρτηση των κρατών-μελών από τρίτες χώρες σ’ ότι αφορά την προμήθεια 34 πρώτων υλών, συμπεριλαμβανομένου του γερμανίου, γαλλίου και του λιθίου. Αποβλέποντας στη διαφοροποίηση των εφοδιαστικών αλυσίδων, η Ε.Ε σκοπεύει, ανάμεσα σε άλλα, τουλάχιστον το 10% της ετήσιας κατανάλωσης από εξόρυξη και το 50% της ετήσιας κατανάλωσης από επεξεργασίας να προέρχεται από τα κράτη-μέλη έως το 2030.
«Οι ενέργειες της Κίνας είναι μια μεγάλη υπενθύμιση του ποιος έχει το πάνω χέρι σε αυτό το παιχνίδι» σχολίασε ο Σιμόνε Ταγκλαπιέτρα, ερευνητής στο κέντρο ερευνών Bruegel. Σε συνέντευξη που έδωσε στο Bloomberg, πρόσθεσε πως «η σκληρή πραγματικότητα είναι πως η Δύση θα χρειαστεί τουλάχιστον μια δεκαετία για να μειώσει τον κίνδυνο έκθεσης (de risk) στις εφοδιαστικές αλυσίδες πρώτων υλών της Κίνας». Σε αυτήν την δυσανάλογη εξάρτηση αναφέρθηκε, επίσης, ο υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ. Μετά την ανακοίνωση της Κίνας, ο Χάμπεκ είπε πως το Βερολίνο θα πρέπει να «πάρει ένα μάθημα από τα προηγούμενα χρόνια για το τι σημαίνει ανεξαρτησία στην παραγωγή, την ενέργεια και την οικονομική ασφάλεια», απευθυνόμενος σε εκπροσώπους του κλάδου χημικών. «Εάν αυτό συμβεί με το λίθιο τότε το πρόβλημα θα λάβει διαφορετικές διαστάσεις».