THEPOWERGAME
Έχει περάσει μια τετραετία από τότε που ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, υπέγραψε προεδρικό διάταγμα με το οποίο απαγόρευε στη Huawei, τον κινεζικό κολοσσό τηλεπικοινωνιών, να προμηθεύει τα ασύρματα δίκτυα των ΗΠΑ με εξοπλισμό νέας γενιάς. Ήταν η αφετηρία μιας αντιπαλότητας μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας με επίκεντρο την τεχνολογία, η οποία πια εντάσσεται σε μια γεωπολιτική, εάν όχι στρατιωτική ατζέντα. Όπως εύστοχα επισήμανε ο Μόρις Τσανγκ, ιδρυτής της παντοδύναμης TSMC: «Τελμάτωσε η παγκοσμιοποίηση στον κλάδο των τσιπ». Και όχι μόνον.
Ακόμη και το TikTok, ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης που απευθύνεται κυρίως σε νεαρές ηλικίες και εστιάζει στην αναπαραγωγή βίντεο ψυχαγωγίας, έχει σημάνει συναγερμό στις αμερικανικές αρχές, οι οποίες θέτουν ζήτημα ιδιωτικότητας και εθνικής ασφάλειας λόγω των ελέγχων που επιδιώκει να ασκεί η Κίνα στα δεδομένα των τεχνολογικών ομίλων της.
Η Επιτροπή Ξένων Επενδύσεων του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ ζήτησε από την ByteDance, μητρική του TikTok, να πουλήσει το μερίδιο που κατέχει στις αμερικανικές δραστηριότητες του μέσου κοινωνικής δικτύωσης. Διαφορετικά, οι ΗΠΑ θα αναγκαστούν να καταφύγουν σε δραστικότερα μέσα, δηλαδή την απαγόρευση της εφαρμογής στη χώρα. Ανάλογη πρωτοβουλία είχε ληφθεί όταν πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν ο Ντόναλτ Τραμπ. Αν και αρκετές πολιτικές, όπως η διαχείριση της κλιματικής κρίσης ή η επιθετική εμπορική πολιτική εναντίον της ΕΕ, αναιρέθηκαν αφού ο Τζο Μπάιντεν ανέλαβε τα ηνία του Λευκού Οίκου, η αντιπαλότητα με την Κίνα συνεχίζεται. Το κλίμα μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον είναι ιδιαίτερα τεταμένο, όχι μόνον λόγω του ανταγωνισμού για τεχνολογική υπεροχή, αλλά εξαιτίας της διαφορετικής στάσης που τηρούν οι δυο χώρες απέναντι στη Ρωσία μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και σε ό,τι αφορά την Ταϊβάν.
Απώτερος στόχος στην περίπτωση της ByteBance, σύμφωνα με το Bloomberg, είναι να ανακατασκευαστεί ο αλγόριθμος της TikTok, ώστε να μην έχουν οι Κινέζοι πρόσβαση στα δεδομένα Αμερικανών πολιτών. Ήδη ενδιαφέρον έχει εκδηλωθεί από διάφορες πλευρές, συμπεριλαμβανομένων εταιρειών ψηφιακού περιεχομένου ή ακόμη και εταιρειών ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων (private equity).
Το Πεκίνο είχε μπλοκάρει σχέδια της ByteDance για τη Wall Street
Υπό μία έννοια, η Byte είναι θύμα της επιτυχίας της. Πριν από περίπου ενάμιση χρόνο η ByteDance πάγωσε σχέδια για την εισαγωγή των αμερικανικών δραστηριοτήτων της στη Wall Street, παρ’ όλο που θα ήταν μια προσοδοφόρα προοπτική. Όμως τότε το Πεκίνο είχε ήδη λάβει αυστηρότατα μέτρα εις βάρος της Didi, της πλατφόρμας ιδιωτικών μετακινήσεων, διότι αυτή προχώρησε στη δημόσια εγγραφή της στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης χωρίς να λάβει υπόψη τις επιφυλάξεις των κυβερνώντων τη χώρα. Ως απάντηση, οι κινεζικές αρχές κυβερνοασφάλειας απαγόρευσαν τη διαθεσιμότητα της εφαρμογής της Didi Global από τα app stores της χώρας και μπλόκαραν την εγγραφή νέων χρηστών. Φέτος τον Ιανουάριο η Κίνα ήρε την απαγόρευση αυτήν, δίνοντας το «πράσινο φως» να λειτουργεί κανονικά η Didi Global στη χώρα. Βασική ανησυχία, όμως, του Πεκίνου είναι να μη χάσει την αυτονομία του στη διαχείριση δεδομένων που αφορούν όχι μόνον χρήστες, αλλά και υποδομές της χώρας.
Η ByteDance αποτελεί την πιο επιτυχημένη startup στον κόσμο και συμβολίζει τη μεγάλη πρόοδο της επιχειρηματικότητας στην Κίνα. Αξιολογείται στα 220 δισ. δολάρια και η TikTok στα 40 με 50 δισ. δολάρια. Όμως πέρυσι τον Νοέμβριο οι ανησυχίες από την πλευρά των ΗΠΑ επανήλθαν στο προσκήνιο. Ο διευθυντής του FBI, Κρίστοφερ Ρέι, κατέθεσε ενώπιον των αρμόδιων μελών του αμερικανικού Κογκρέσου πως η Κίνα μπορεί να εκμεταλλευτεί το TikTok για να ασκήσει έλεγχο στα δεδομένα ή το λογισμικό εκατομμυρίων χρηστών στις ΗΠΑ. Υπογράμμισε, επίσης, πως ο αλγόριθμος του TikTok μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ασκήσει επιρροή στη λειτουργία του. Υπολογίζεται ότι οι ενεργοί χρήστες στις ΗΠΑ ανέρχονται σε 113 εκατομμύρια και τα δυο τρίτα αυτών είναι έφηβοι.
Ήδη η Κίνα αντέδρασε στην εντολή του Λευκού Οίκου να κατεβάσουν όλες οι υπηρεσίες του ομοσπονδιακού κράτους την εφαρμογή του TikTok έως και τα τέλη Μαρτίου. Αν και έκανε λόγο για κατάχρηση ισχύος από την Ουάσινγκτον, το Πεκίνο έχει επίσης απαγορεύσει την πρόσβαση σε διάφορες πλατφόρμες του εξωτερικού, συμπεριλαμβανομένων των YouTube, Twitter και Facebook. Ο Καναδάς και η ΕΕ έλαβαν ανάλογα μέτρα με τις ΗΠΑ, καταδεικνύοντας πως η ψηφιακή τεχνολογία πια έχει μετατραπεί σε πεδίο αντιπαράθεσης και φραγμών, όταν κάποτε υπερπηδούσε εμπόδια και σύνορα.