THEPOWERGAME
Διαβλέποντας έναν μακροχρόνιο πόλεμο στην Ουκρανία, οι κυβερνώντες τον αναπτυγμένο και αναπτυσσόμενο κόσμο είναι βαθιά προβληματισμένοι για τις συνέπειές του σε κρίσιμα πεδία. Ένα από αυτά είναι η επισιτιστική ασφάλεια, με το παγκόσμιο εμπόριο λιπασμάτων να έχει υποστεί μια σειρά αναταράξεων.
Αν και οι τιμές των τροφίμων έχουν υποχωρήσει από τα υψηλά επίπεδα που ίσχυαν προ 10μήνου, η ανεπάρκεια στην προσφορά λιπασμάτων αποτελεί μεγάλη πηγή ανησυχίας. Η παραγωγή τροφίμων κάθε χώρας του κόσμου δεν είναι εφικτή χωρίς λιπάσματα.
Στην Ευρώπη, παραδείγματος χάριν, οι εταιρείες αζωτούχων λιπασμάτων μείωσαν πέρυσι την παραγωγή τους κατά δύο τρίτα λόγω των υψηλών τιμών στο φυσικό αέριο, σύμφωνα με τους Financial Times. Έτσι, ωφελήθηκε η μαροκινή OCP, ανακοινώνοντας ιστορικά υψηλά κέρδη για τους πρώτους εννέα μήνες του 2022. Η Κίνα έχει ήδη επιβάλει περιορισμούς στις εξαγωγές λιπασμάτων, που εκτιμάται πως θα διαρκέσουν τουλάχιστον έως τα μέσα του 2023.
Το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε από τη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια (MSC), η οποία ολοκληρώθηκε την περασμένη Κυριακή, είναι πως το πολεμικό μέτωπο στην Ουκρανία δεν φαίνεται πως θα λήξει άμεσα. Οι Ρώσοι δεν παραιτούνται από τις φιλοδοξίες να καταλάβουν πλήρως το Ντονμπάς, με το ΝΑΤΟ να δίνει μάχη με τον χρόνο για να εφοδιάσει εγκαίρως τις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας. Εν τω μεταξύ, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν πως η Κίνα εξετάζει να παράσχει όπλα και πολεμοφόδια στη Ρωσία.
Οπότε ο κόσμος αναμένεται να παραμείνει πολωμένος, με τη μερίδα του λέοντος της παγκόσμιας παραγωγής λιπασμάτων να καταλαμβάνουν η Κίνα και η Ρωσία. Η Λευκορωσία, στενή σύμμαχος της Ρωσίας, απολαμβάνει επίσης δεσπόζουσα θέση.
Η Κίνα, ειδικότερα, βρίσκεται στην κορυφή της προσφοράς των αζωτούχων και φωσφορικών λιπασμάτων, με την παραγωγή της να διαμορφώνεται σχεδόν στους 32 εκατ. μετρικούς τόνους και τους 13,2 εκατ. μ.τ., αντίστοιχα, το 2020, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO). Ναι μεν η Ρωσία ακολουθεί στη δεύτερη θέση, αλλά είχε τις μεγαλύτερες εξαγωγές λιπασμάτων έως και το 2021. Η Κίνα και ο Καναδάς βρίσκονταν στη 2η και 3η θέση των μεγαλύτερων εξαγωγέων.
Πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ρωσία με τη Λευκορωσία αντιπροσώπευαν επίσης έως και το 60% της προσφοράς λιπασμάτων στην ΕΕ. Η Λευκορωσία είναι ο δεύτερος ισχυρότερος παίκτης στην παγκόσμια παραγωγή ποτάσας μετά τον Καναδά, φτάνοντας περίπου τους 7,6 εκατ. μετρικούς τόνους το 2020.
«Ο ρόλος των λιπασμάτων είναι εξίσου σημαντικός με τον ρόλο των σπόρων για την επισιτιστική ασφάλεια μιας χώρας», σχολιάζει στο Bloomberg ο Ουντάι Σανκέρ Αουάστχι, επικεφαλής της Indian Farmers Fertilizer Cooperative, της μεγαλύτερης εταιρείας στον κλάδο λιπασμάτων της Ινδίας. Η Ινδία καταλαμβάνει την 3η θέση στην παγκόσμια κατάταξη των χωρών με τη μεγαλύτερη παραγωγή, μετά την Κίνα και τη Ρωσία.
Με αυτά τα δεδομένα, η επάρκεια στην προσφορά λιπασμάτων είναι ένα από τα σημαντικότερα θέματα στην ατζέντα των κυβερνήσεων, από την Ουάσιγκτον μέχρι την Ινδία ή το Μαλάουι, μαρτυρούν πηγές του Bloomberg. Αν και η Δύση δεν έχει επιβάλει κυρώσεις στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων και λιπασμάτων με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία, η Μόσχα περιόρισε τις εξαγωγές μέχρι τον Μάιο του 2023 για να αποφύγει ελλείψεις στον εγχώριο αγροτικό κλάδο.
Ο Αντρέι Μελνιτσένκο, ιδρυτής της EuroChem Group και ένας από τους Ρώσους δισεκατομμυριούχους που περιλαμβάνονται στη λίστα κυρώσεων της Δύσης, ισχυρίζεται πως οι αποστολές λιπασμάτων θα έχουν μειωθεί κατά 13 εκατ. μετρικούς τόνους έως τις 24 Φεβρουαρίου, δηλαδή κλείνοντας έναν χρόνο από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Οι αναταράξεις αυτές στην παγκόσμια προσφορά λιπασμάτων οδήγησαν σε μεγάλες αυξήσεις τις τιμές. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το κόστος των λιπασμάτων αναρριχήθηκε έως και 150% στην ΕΕ, σύμφωνα με την ενημερωτική ιστοσελίδα Euroactiv. Όπως και στα τρόφιμα, ο δείκτης Fertilizers Price Index κινείται σήμερα περίπου στο 177,92, δηλαδή είναι χαμηλότερος από το 250 που ίσχυε πέρυσι τον Απρίλιο, αλλά υψηλότερος έναντι του 129 που ίσχυε τον Σεπτέμβριο του 2021.
Σε δυσμενέστερη θέση βρίσκονται, ωστόσο, οι χώρες του αναπτυσσόμενου και του φτωχού κόσμου. Όταν το υπουργείο Γεωργίας της Βραζιλίας ζήτησε μεγαλύτερες προμήθειες ποτάσας από τον Καναδά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έλαβε ως απάντηση πως θα δοθεί βάρος στις εξαγωγές «στρατηγικών εμπορευμάτων» προς την Ευρώπη. Η Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης εκτιμά πως η περιορισμένη διάθεση λιπασμάτων μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής τροφίμων έως και 20%.