THEPOWERGAME
Ισχυροί ενεργειακοί όμιλοι προειδοποιούν πως οι τιμές του φυσικού αερίου θα παραμείνουν ευμετάβλητες παρά την υποχώρηση της τάξεως του 80% από τα πρωτοφανή ύψη που καταγράφηκαν τον περυσινό Αύγουστο. Ανάλογο προβληματισμό εξέφρασε η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) μέσα στην εβδομάδα, τονίζοντας πως ο χειμώνας του 2023-24 θα αποδειχθεί μεγαλύτερη δοκιμασία για την ενεργειακή επάρκεια της Ευρώπης από τον τωρινό χειμώνα που μέχρι σήμερα είναι ήπιος.
Η Gazprom μείωσε δραματικά την τροφοδοσία της ΕΕ με φυσικό αέριο από πέρυσι εξαιτίας της συμπαράστασης της Δύσης στην Ουκρανία ύστερα από την εισβολή των Ρώσων. Έτσι τα κράτη-μέλη της ΕΕ επιδίωξαν να αναπληρώσουν το κενό με υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), οδηγώντας στα ύψη τις τιμές και περιορίζοντας τις προμήθειες σε άλλες αγορές. Από τα χαμηλά επίπεδα που καταγράφηκαν επί πανδημίας, οι τιμές του LNG είχαν αυξηθεί κατά 1.900% στα μέσα του περσινού έτους, ανέφερε η Wall Street Journal.
Πηγές του Foreign Policy τονίζουν πως το Μπαγκλαντές και το Πακιστάν δεν έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν όλες τις ανάγκες των βιομηχανιών τους ή να τροφοδοτήσουν επαρκώς τα δίκτυα ηλεκτροδότησης επειδή οι προμηθευτές LNG προτίμησαν να πουλήσουν την παραγωγή τους στην Ευρώπη με υψηλότερο αντίτιμο. Και στις δυο χώρες, όπου ο πληθυσμός τους ανέρχεται συνολικά σε περίπου 500 εκατομμύρια, γίνονται συχνά εκτεταμένες διακοπές ρεύματος.
Σε αυτή τη φάση, η Shell εκτιμά πως οι τιμές θα είναι ευμετάβλητες σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Η ισπανική Repsol προβλέπει ότι οι υψηλές τιμές ενδεχομένως να έχουν διαθρωτικό υπόβαθρο λόγω των εμποδίων στην επέκταση της παραγωγής φυσικού αερίου, σύμφωνα με το Bloomberg.
Ακόμη και η Αυστραλία, η χώρα με τις μεγαλύτερες εξαγωγές LNG στον κόσμο, σκοπεύει να αυξήσει τα εγχώρια αποθέματα ώστε να αποφευχθούν ελλείψεις στο μέλλον όσο η ΕΕ σπεύδει να εξασφαλίσει ένα μεγαλύτερο μερίδιο της παγκόσμιας παραγωγής. Η Γερμανία και άλλα κράτη-μέλη επενδύουν, παραδείγματος χάριν, σε πρόσθετους πλωτούς σταθμούς αποθήκευσης και επαναεριοποίησης. Παράλληλα οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ενδιαφέρονται για τη σύναψη πολυετών συμβολαίων.
Με τις τιμές του φυσικού αερίου στην ολλανδική αγορά TTF να παραμένουν σε επίπεδα υψηλότερα συγκριτικά με το φθινόπωρο του 2021 -τότε που η Gazprom ξεκίνησε σταδιακά να μειώνει τις ροές στην Ευρώπη- ο ανταγωνισμός για LNG μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής θα συνεχίσει να είναι σκληρός. Την ίδια ώρα, οι ενεργειακοί όμιλοι της Δύσης δέχονται πιέσεις από τους κυβερνώντες για να αυξήσουν την παραγωγή και κατ’ επέκταση την προσφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Μολονότι, όμως, τα συνδυασμένα κέρδη των Exxon, BP, Shell, Chevron και Total να έφθασαν στο ρεκόρ των 195 δισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια του 2022, το μεγαλύτερο τμήμα πρόκειται να διοχετευθεί στους επενδυτές μέσω της επαναγοράς μετοχών ή της καταβολής μερισμάτων. Έτσι μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα σχέδια για αύξηση της παραγωγής, που θα αποκλιμάκωναν τις υψηλές τιμές, ή επενδύσεων για την τόνωση εναλλακτικών πηγών ενέργειας.
Πέραν, όμως, αυτής της διαμάχης μεταξύ ενεργειακών ομίλων και κυβερνώντων, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί τη ρίζα του προβλήματος. Αναπόφευκτα το κόστος ενέργειας της Ε.Ε είναι υψηλό καθώς στερείται τις πολύτιμες ροές της Gazprom, η οποία αντιπροσώπευε κάποτε το 40% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Ε.Ε.
Η Shell επισημαίνει στην έκθεση LNG Outlook πως η ζήτηση υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα υπερβαίνει την προσφορά μέχρι το 2030. «Η αυξημένη ανάγκη της Ευρώπης για LNG θα εντείνει τον ανταγωνισμό με την Ασία για περιορισμένη προσφορά μέσα στα επόμενα χρόνια και (η ανάγκη αυτή) θα παίζει καθοριστικό ρόλο στο εμπόριο LNG, μακροπρόθεσμα», αναφέρει η Shell στην έκθεσή της.