THEPOWERGAME
Με τη ρωσική οικονομία να εμφανίζει σημάδια κόπωσης λόγω του πλαφόν στις τιμές που έχει επιβάλει η Δύση στην πετρελαϊκή παραγωγή και το συναφές ευρωπαϊκό εμπάργκο, το Κρεμλίνο επιδιώκει από την Κεντρική Τράπεζα να επουλώσει τις πληγές της όσο παρατείνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία για δεύτερο έτος. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι επιθυμούν, ειδικότερα, να διαμηνύσει η Κεντρική Τράπεζα στη συνεδρίαση αυτής της Παρασκευής πως το βασικό επιτόκιο ενδεχομένως να μειωθεί αργότερα φέτος.
Τα φορολογικά έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, οι βασικότερες πηγές στη χρηματοδότηση του ρωσικού προϋπολογισμού, μειώθηκαν κατά 46% τον Ιανουάριο σε σχέση με έναν χρόνο πριν, ενώ οι κρατικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 59%. Ως αποτέλεσμα, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ρωσίας διαμορφώθηκε στα 1,76 τρισ. ρούβλια ή 25 δισ. δολάρια τον περασμένο μήνα. Για πρώτη φορά από το 1988, ο ρωσικός προϋπολογισμός είναι ελλειμματικός τον μήνα του Ιανουαρίου.
Αφενός, οι ροές ορυκτών καυσίμων μέσω αγωγών προς την Ευρώπη έχουν μειωθεί δραματικά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Αφετέρου, το πετρέλαιο των Ουραλίων πωλούνταν τον Ιανουάριο 40 δολάρια χαμηλότερα από το Μπρεντ, σύμφωνα με την εταιρεία αναλύσεων Argus Media. Πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αυτή η διαφορά περιοριζόταν σε λίγα δολάρια, αναφέρουν οι New York Times.
Μια πιο χαλαρή νομισματική πολιτική επιζητεί η ρωσική κυβέρνηση
Καθώς, λοιπόν, μειώνονται τα κρατικά έσοδα της Ρωσίας και οι κρατικές δαπάνες αυξάνονται όσο συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, ανώνυμες πηγές του πρακτορείου Bloomberg αποκαλύπτουν πως το καθεστώς του Βλαντίμιρ Πούτιν θα ήταν ικανοποιημένο εάν χαρασσόταν μια πιο χαλαρή νομισματική πολιτική μέσα στους επόμενους μήνες.
Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας και η πρόεδρός της, Ελβίρα Ναμπιουλίνα, έχουν περιθώρια εμβέλειας για να δράσουν, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του Κρεμλίνου με την οχύρωση της οικονομίας έναντι των δυτικών κυρώσεων, που επιβλήθηκαν μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και την εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου του 2022.
Η αβεβαιότητα εμποδίζει τη σταθεροποίηση του ρουβλιού από τη Ναμπιουλίνα
Χάρη στους χειρισμούς της Ναμπιουλίνα και των συμβούλων της, το ρούβλι αναστηλώθηκε το 2022. Πέρυσι ήταν ένα από τα νομίσματα με τις υψηλότερες αποδόσεις, παρά το πάγωμα περίπου του ήμισυ των συναλλαγματικών αποθεμάτων της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας από τη Δύση, στο πλαίσιο των κυρώσεων για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Όμως, η πορεία του ρουβλιού είναι ξανά πτωτική έναντι του δολαρίου, εξαιτίας του ευρωπαϊκού εμπάργκο που τέθηκε σε ισχύ στο ρωσικό πετρέλαιο και του πλαφόν στην τιμή του έως τα 60 δολάρια το βαρέλι, από τους G7.
Από τις αρχές Δεκεμβρίου, ειδικότερα, το ρούβλι έχασε το ήμισυ του εδάφους που ανέκτησε πέρυσι, επισημαίνουν αναλυτές στη Wall Street Journal. Από τα 130 ρούβλια και πλέον έναντι του δολαρίου, που είχε φθάσει αρχές Μαρτίου του 2022, λίγο μετά την εισβολή στην Ουκρανία, το ρωσικό νόμισμα ανέκαμψε έως τα 51 ρούβλια το καλοκαίρι, αλλά σήμερα έχει αποδυναμωθεί στα 71 ρούβλια, με απώλειες 12% από τον Δεκέμβριο.
Η παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας τον Ιανουάριο και ο φόβος για νέα αύξηση του πληθωρισμού
Μέσα στην πρώτη εβδομάδα του Ιανουαρίου, το ρούβλι είχε υποχωρήσει στο χαμηλό οκταμήνου, αναγκάζοντας την Κεντρική Τράπεζα να παρέμβει με την πώληση γουάν από τα συναλλαγματικά της αποθέματα για να το στηρίξει. Μια περαιτέρω αποδυνάμωση του ρουβλιού μπορεί να πυροδοτήσει νέα άνοδο του πληθωρισμού, ο οποίος έχει υποχωρήσει από το 15,1% τον Ιούλιο στο 11,9% τον Δεκέμβριο.
Γι’ αυτό η Ναμπιουλίνα και το επιτελείο της είναι απρόθυμοι σε αυτήν τη φάση να διαμηνύσουν την άμεση χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, κάτι που θα ήθελε το Κρεμλίνο, τονίζει το Bloomberg. Αντ’ αυτού, οι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας τονίζουν πως δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για μείωση του βασικού επιτοκίου από το υφιστάμενο 7,5%. Αναλυτές της αγοράς προβλέπουν ότι το κόστος δανεισμού στη ρωσική οικονομία θα παραμείνει αμετάβλητο αυτήν την Παρασκευή, επί 3η διαδοχική συνεδρίαση. Οι προβλέψεις της Κεντρικής Τράπεζας για την πορεία του πληθωρισμού κινούνται στο 6,5% με 8,5% μέσα στο τρέχον έτος.
Η Ξένια Γιούνταεβα, αντιπρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας, είχε δηλώσει πρόσφατα πως η ζήτηση των καταναλωτών είναι χαμηλή, όχι λόγω των υψηλών επιτοκίων, αλλά της αβεβαιότητας και των διαταραχών στην προσφορά. Αποστολή της Ελβίρα Ναμπιουλίνα, ως επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, είναι να παρακολουθεί στενά την πορεία του πληθωρισμού και να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για τον έλεγχό του. Το Bloomberg είχε αποκαλύψει προ μηνών πως η Ναμπιουλίνα ήθελε να υποβάλει την παραίτησή της μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά αντ’ αυτού της ανατέθηκε μια ακόμη θητεία, που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022.