THEPOWERGAME
Οι ΗΠΑ, η ΕΕ και τα υπόλοιπα κράτη της ομάδας των G7, των επτά ισχυρότερων κρατών του ανεπτυγμένου κόσμου, εισέρχονται σε νέο γύρο συνομιλιών για την επιβολή πρόσθετων κυρώσεων στην πετρελαϊκή βιομηχανία της Ρωσίας. Πηγές της Wall Street Journal αποκαλύπτουν πως αξιωματούχοι του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ συζητούν με ομολόγους τους στην Ευρώπη για την επιβολή διαφορετικών πλαφόν ανάλογα με το προϊόν από το πετρέλαιο ντίζελ μέχρι το πετρέλαιο θέρμανσης.
Απώτερος στόχος αυτών των μέτρων είναι να προξενήσουν πλήγμα στα έσοδα του ρωσικού κράτος και έτσι να αποδυναμώσουν τη δυνατότητα του Κρεμλίνου να χρηματοδοτεί την εισβολή στην Ουκρανία. Ήδη το Bloomberg υπολογίζει πως το δημοσιονομικό έλλειμμα στη Ρωσία διαμορφώθηκε στο ρεκόρ των 3,9 τρισ ρουβλιών ή 56 δισ δολαρίων μέσα στον Δεκέμβριο, αντιστρέφοντας τα πλεονάσματα του πρώτου 11μήνου σε «τρύπα» 3,3 τρισ ρουβλιών στον προϋπολογισμό.
Οι G7 έθεσαν από τις αρχές του περασμένου μηνός σε εφαρμογή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο έως τα 60 δολάρια το βαρέλι, μπλοκάροντας έτσι την παροχή ασφαλιστικής κάλυψης και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σε όσες ναυτιλιακές εταιρείες δεν συμμορφώνονται με το συγκεκριμένο μέτρο.
Διπλό πλήγμα επιχειρεί η Δύση με πλαφόν και εμπάργκο
Ενώ οι ΗΠΑ, η Ε.Ε, η Βρετανία, ο Καναδάς και η Αυστραλία έχουν επιβάλει εμπάργκο στην πετρελαϊκή παραγωγή της Ρωσίας, το συμφωνημένο πλαφόν από τους G7 αφορά τον υπόλοιπο κόσμο, δεδομένου ότι η Ινδία και η Κίνα έχουν στραφεί στη Μόσχα για να ενισχύσουν τις προμήθειες ενέργειας σε ελκυστικότερο αντίτιμο. Το ευρωπαϊκό εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο τέθηκε σε εφαρμογή αρχές Δεκεμβρίου μαζί με το πλαφόν των G7. Από τις 5 Φεβρουαρίου, η Ε.Ε θα επεκτείνει το εμπάργκο και στα πετρελαϊκά προϊόντα της Ρωσίας.
Αρχικά είχαν εκφραστεί φόβοι για ενδεχόμενες επιπτώσεις στις διεθνείς αγορές από το πλαφόν των G7 στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου. Οι φόβοι αυτοί κλιμακώθηκαν μετά την απόφαση του ΟΠΕΚ+, όπου πρωταγωνιστεί η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία, τον περασμένο Οκτώβριο να μειώσει την ημερήσια παραγωγή κατά δυο εκατ. βαρέλια. Η Μόσχα απείλησε, στο μεταξύ, πως δεν θα πουλά από τις αρχές Φεβρουαρίου πετρέλαιο και πετρελαϊκά προϊόντα σε όσους συναινούν με το πλαφόν της Δύσης.
Η περιορισμένη εμβέλεια του σκιώδη στόλου της Ρωσίας
Ένας λόγος, όμως, που οι διεθνείς τιμές του μαύρου χρυσού δεν έχουν επηρεαστεί είναι επειδή το ρωσικό πετρέλαιο μεταφέρεται από τον αποκαλούμενο «σκιώδη» στόλο της Μόσχας, επιτρέποντας έτσι τη διοχέτευση της ρωσικής παραγωγής στην Κίνα, την Ινδία, τη Λατινική Αμερική και την Αφρική.
Όπως υπογραμμίζουν αναλυτές στη Wall Street Journal, η μεταφορά πετρελαϊκών προϊόντων γίνεται από έναν μικρότερο και πιο εξειδικευμένο στόλο, περιορίζοντας έτσι τη δυνατότητα της Ρωσίας να μεταφέρει την παραγωγή της σε μακρινούς προορισμούς. Η Κίνα και η Ινδία διαθέτουν εγχώριες μονάδες διύλισης και έτσι δεν μπορούν να απορροφήσουν πετρελαϊκά προϊόντα της Ρωσίας που φυσιολογικά θα πωλούνταν στην Ευρώπη.
Στοιχεία του Bloomberg μαρτυρούν, επίσης, πως το πετρέλαιο των Ουραλίων πουλιόνταν αρχές Δεκεμβρίου σε χαμηλότερες τιμές των 60 δολαρίων το βαρέλι και ειδικότερα κάτω από τα 40 δολάρια το βαρέλι από το λιμάνι του Πριμόρσκ. Στη Νέα Υόρκη, εν τω μεταξύ, η τιμή του αργού πετρελαίου κινείται αυτήν την εβδομάδα στα 78,7 δολάρια το βαρέλι. Στο Λονδίνο, η τιμή του πετρελαίου Μπρεντ περίπου στα 83,9 δολάρια το βαρέλι. Με άλλα λόγια, οι διεθνείς τιμές απέχουν από τα 120 δολάρια το βαρέλι που είχαν σημειωθεί τον περσινό Ιούνιο.
Οι αλυσιδωτές αντιδράσεις στη ρωσική οικονομία
Οι αλυσιδωτές αντιδράσεις στη ρωσική οικονομία αναμένεται να γίνουν όλο και πιο εμφανείς με την πάροδο του χρόνου καθώς το 50% των κρατικών εσόδων και το 60% των εσόδων από τις εξαγωγές πηγάζει από την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου της χώρας. H πλειοψηφία των ορυκτών καυσίμων της Ρωσίας διοχετεύονταν στις ευρωπαϊκές οικονομίες, κάτι που δεν ισχύει μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Όπως συμβαίνει με το πλαφόν στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου, οι G7 θα ενεργοποιούν κυρώσεις στις εταιρείες της Δύσης που χρηματοδοτούν, ασφαλίζουν και μεταφέρουν δια θαλάσσης φορτία με πετρελαϊκά προϊόντα εάν δεν συναινούν με το ανώτατο όριο που θα τεθεί.