THEPOWERGAME
H Ευρωπαϊκή Ένωση έχει τονίσει επανειλημμένα μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία την αναγκαιότητα των κρατών-μελών να επιδείξουν αλληλεγγύη στον τομέα της ενέργειας. Εντούτοις, ακόμη και σήμερα που η Ρωσία έχει μειώσει δραματικά τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, οι διμερείς συμφωνίες αλληλοϋποστήριξης σε ελλείψεις φυσικού αερίου για τη θέρμανση των νοικοκυριών ή τη βασική ηλεκτροδότηση μιας γειτονικής χώρας είναι λιγοστές.
Η Κομισιόν ανακοίνωσε πως μόνον έξι διμερείς συμφωνίες έχουν υπογραφθεί μέχρι σήμερα, με τις ισχυρές βιομηχανίες της Ευρώπης να αντιμετωπίζουν μεγάλη αβεβαιότητα για το μεσοπρόθεσμο μέλλον. Ακόμη και η Βρετανία, η οποία δεν είναι πια κράτος-μέλος της Ε.Ε, δέχτηκε επίσης δριμεία κριτική όταν ανακοίνωσε πως εξετάζει το ενδεχόμενο να διακόψει τη σύνδεση των αγωγών με την Ολλανδία και το Βέλγιο εάν οι προμήθειες στην Ευρώπη μειωθούν περαιτέρω.
Με αυτά τα δεδομένα οι μεγάλες βιομηχανίες της Ευρώπης προασπίζουν τα συμφέροντα τους στην περίπτωση που οι προμήθειες φυσικού αερίου εξαντληθούν σε τέτοιο βαθμό που η κατανάλωση ενέργειας μπει σε καθεστώς «δελτίου». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι εταιρείες παραγωγής λιπασμάτων που υποστηρίζουν ότι το φυσικό αέριο είναι αναγκαίο και ως πρώτη ύλη και συνάμα ως πηγή ενέργειας, τονίζοντας τον ρόλο του κλάδου στην επισιτιστική ασφάλεια.
Καθώς η Ρωσία εξακολουθεί να διατηρεί χαμηλές τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, με μείωση των προμηθειών στη Γερμανία κατά 60% από τα μέσα Ιουνίου, οι κυβερνώντες έχουν συμφωνήσει πως τα νοικοκυριά, τα νοσοκομεία και τα σχολεία θα έχουν προτεραιότητα ως προς την πρόσβαση ενέργειας. Από εκεί και ύστερα, όμως, δεν έχει διευκρινιστεί ποιες βιομηχανίες θα είναι ψηλά στη λίστα όσων δικαιούνται να συνεχίσουν κανονικά τη λειτουργία τους ή με περιορισμούς στην κατανάλωση ενέργειας.
Συν τοις άλλοις, η Ευρώπη δεν έχει ακόμη χαράξει ένα κοινό σχέδιο για τον τρόπο που ενδεχομένως θα μοιράζονται τα κράτη-μέλη προμήθειες ενέργειας εάν συγκεντρωθούν επαρκή αποθέματα όταν φθάσει ο χειμώνας. Το κλίμα συνεργασίας μεταξύ των ισχυρότερων οικονομιών της Ευρώπης δεν είναι ενθαρρυντικό. Επί του παρόντος, διμερείς συμφωνίες για αλληλοϋποστήριξη στις προμήθειες ενέργειας έχουν υπογραφθεί ανάμεσα στη Γερμανία με τη Δανία και την Αυστρία, τη Λετονία με τη Λιθουανία και την Εσθονία, την Ιταλία με τη Σλοβακία και τη Φιλανδία με την Εσθονία. «Δεν είναι αρκετές» σχολίασε η επίτροπος Ενέργειας, Κάντρι Σίμσον.
Όπως επισημαίνουν αναλυτές στην Wall Street Journal, χώρες-μέλη της Ε.Ε που προμηθεύονται φυσικό αέριο από αλλού και όχι από τη Ρωσία -συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, της Ολλανδίας, της Ισπανίας και του Βελγίου- δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνίες με άλλες χώρες. Ο Σιμόν Ταγκλιαπιέτρα, αναλυτής ενέργειας στο κέντρο ερευνών Bruegel, υπολογίζει πως δεδομένων των σημερινών αποθεμάτων φυσικού αερίου στην Ε.Ε, εάν διακοπούν πλήρως οι προμήθειες από τη Ρωσία τότε θα πρέπει να μειωθεί η κατανάλωση από 10% έως 20%.
Αποδεικνύεται, πάντως, πως τα εθνικά συμφέροντα εξακολουθούν να υπερισχύουν μιας κοινής στρατηγικής κάτω από την ομπρέλα της Ε.Ε, με την πρόταση του Μάριο Ντράγκι, πρωθυπουργού της Ιταλίας, για την από κοινού διαπραγμάτευση και συγκέντρωση ενεργειακών αποθεμάτων να απέχει από την υλοποίηση της.