THEPOWERGAME
Καθώς ο πόλεμος που κήρυξε η Ρωσία στην Ουκρανία φαίνεται πως θα συνεχιστεί για αρκετό καιρό ακόμα, είναι σαφές πως η Δύση καλείται να αναπροσαρμοστεί σε μια νέα γεωπολιτική και οικονομική πραγματικότητα. Ή μάλλον να προσαρμοστεί με καθυστέρηση σε έναν αυταρχικό κόσμο που εξ αρχής συνυπήρχε με τον δικό της, αποσπώντας τμηματικά ότι συνέφερε από τις ελεύθερες οικονομίες και παρεισφρέοντας στις νόρμες της. Παράλληλα με τις σφοδρές στρατιωτικές επιθέσεις στην Ουκρανία, το Κρεμλίνο απαντά στις κυρώσεις της Δύσης με την μετατροπή του ενεργειακού πλούτου σε μοχλό πιέσεων στην Ευρώπη.
Η ΕΕ αναγκάζεται να εξετάσει την απαίτηση της Μόσχας να πληρώνει σε ρούβλια το φυσικό αέριο της Ρωσίας καθώς ούτε η Γηραιά Ήπειρος, ούτε η παγκόσμια οικονομία έχουν την πολυτέλεια να αποκόψουν τη Ρωσία απότομα από τον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου θα ενισχυθούν ακόμη πιο πολύ και έτσι θα αυξηθεί περαιτέρω το κόστος διαβίωσης, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις σε πολιτικό επίπεδο.
Ήδη η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιεί για τη μεγαλύτερη άνοδο των τιμών από την πετρελαϊκή κρίση του 1973, με τη δημοτικότητα κυβερνήσεων από τις ΗΠΑ μέχρι τη Γερμανία να δοκιμάζονται λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των συνεπακόλουθων ανατιμήσεων σε βασικά εμπορεύματα. Την ίδια ώρα, όμως, συντελείται μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση στην ανατολική Ευρώπη με επίκεντρο την Ουκρανία.
Αλλά, όπως προκύπτει από διάφορες πηγές και μαρτυρίες στον διεθνή Τύπο, αν και τα προειδοποιητικά σημάδια ήταν αρκετά, η Δύση άργησε να αντιληφθεί τη φιλόδοξη ατζέντα του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν. Οι κυβερνώντες μαζί με τις αγορές αναγνώριζαν μόνον τα πλεονεκτήματα από μια στενότερη συνεργασία με τη Ρωσία.
Ακόμη και στη Βρετανία, μια από τις πρώτες χώρες να συντάχθηκαν με τις ΗΠΑ στην υιοθέτηση μιας αυστηρής πολιτικής για την απόκρουση της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία, οι αντιδράσεις ήταν ετεροχρονισμένες. Πληροφορίες των Financial Times από τις μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας αποκάλυψαν πως χρειάστηκε μια ολόκληρη δεκαετία για να γίνει αυτή η επανατοποθέτηση του πολιτικού κόσμου στη Βρετανία.
Παρά τη δηλητηρίαση του διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ στη Βρετανία το 2018, η Βρετανία απέφυγε μια αυστηρή στάση απέναντι στη Ρωσία. Ακόμη και προ διετίας, ο Μπόρις Τζόνσον είχε ενημερωθεί από τις μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας για τις επιφυλάξεις που είχαν σ’ ότι αφορά την απονομή τίτλου ευγενείας στον Εβγκένι Λεμπέντεφ, ιδιοκτήτη της εφημερίδας Evening Standard, το 2020. Ο λόρδος Λεμπέντεφ είναι γιός του Αλεξάντερ Λεμπέντεφ, γνωστός στον τραπεζικό κλάδο αλλά και για τη θητεία του στην KGB.
Ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο συμβάν, η Βρετανία και η υπόλοιπη Ευρώπη θεωρούσαν πως με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, ο προσανατολισμός της Ρωσίας δεν θα ήταν τόσο γεωπολιτικός όσο οικονομικός όπου επικρατεί η αμοιβαιότητα και όχι η σύγκρουση συμφερόντων. Η Γερμανία ήταν επικεντρωμένη στις προμήθειες ενέργειας που διασφάλιζε από τη Ρωσία, προχωρώντας στην ολοκλήρωση του Nord Stream 2 ακόμη και μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Τελικά ανεστάλη η πιστοποίηση του επίμαχου αγωγού λίγες ημέρες αφού η Ρωσία κήρυξε πόλεμο στην Ουκρανία. Η Γαλλία εστίαζε στην καλλιέργεια ενός διαλόγου εμπιστοσύνης με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η τακτική της «ανοικτής κατασκοπείας» των ΗΠΑ
Προκειμένου να αφυπνίσει την Ευρώπη στον ρωσικό κίνδυνο, η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν υιοθέτησε μια στρατηγική «ανοικτής κατασκοπείας» όπου πολύτιμες πληροφορίες για τις κινήσεις του Κρεμλίνου σ΄ ότι αφορά την Ουκρανία άρχισαν να δημοσιοποιούνται και να μοιράζονται με τους αρμόδιους αξιωματούχους στην Ευρώπη. Η Wall Street Journal αποκαλύπτει σε σχετικό δημοσίευμα πως η πρωτοβουλία αυτή ελήφθη μετά από παρότρυνση του Τζέικ Σάλιβαν, συμβούλου εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου, σε συνεργασία με τον υπουργό Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν και τον επικεφαλής της CIA, Γουίλιαμ Μπέρνς.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν έδωσε το πράσινο φως σε αυτήν την πρωτοβουλία τον περσινό Νοέμβριο για να είναι ενημερωμένες όλες οι πλευρές στην Ευρώπη για τη συγκέντρωση των ρωσικών στρατευμάτων στα σύνορα της Ουκρανίας. Όμως η Ευρώπη θεώρησε πως ένας πόλεμος δεν θα συνέφερε τη Ρωσία.
Ως αποτέλεσμα, ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (BND), Μπρούνο Καλ, βρίσκονταν στην Ουκρανία όταν ξεκίνησε η εισβολή και αναγκάστηκε να αποχωρήσει εσπευσμένα αλλά οδικώς για την Πολωνία. Ο ομόλογος του στη Γαλλία, Ερίκ Βιντό, υπέβαλε την παραίτησή του στα τέλη Μαρτίου για την αποτυχία του να προβλέψει την δραματική έκβαση των γεγονότων στην Ουκρανία. Τελικά η Ρωσία φαίνεται πως διατήρησε ακλόνητες τις γεωπολιτικές της προτεραιότητες όσο η Δύση θεωρούσε πως η οικονομική συνεργασία θα οδηγούσε σε έναν γενικότερο συσχετισμό αξιών.