Η οικονομική δραστηριότητα συνέχισε να επεκτείνεται με ικανοποιητικό ρυθμό το 2024, καταγράφοντας αύξηση 2,3%, υπερβαίνοντας τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, όπως αναλύει το «Note on the Greek economy» της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ). Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,6% το τέταρτο τρίμηνο του 2024, με βασικούς μοχλούς ανάπτυξης την ιδιωτική κατανάλωση, τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου και τις εξαγωγές υπηρεσιών.
Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή (HICP) αποκλιμακώθηκε στο 3,0% τον Φεβρουάριο του 2025, λόγω μείωσης των τιμών ενέργειας, υπηρεσιών και μη επεξεργασμένων τροφίμων. Στην αγορά κατοικιών, οι τιμές των διαμερισμάτων συνέχισαν να αυξάνονται με ισχυρό αλλά επιβραδυνόμενο ρυθμό το 2024 (8,7% από 13,9% το 2023).
Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,3% το τελευταίο τρίμηνο του 2024, με την ανεργία να μειώνεται στο 9,5%. Η αύξηση της απασχόλησης προήλθε κυρίως από τους τομείς των κατασκευών, του εμπορίου και του τουρισμού. Ωστόσο, τον Ιανουάριο του 2025, οι καθαρές ροές εξαρτημένης εργασίας στον ιδιωτικό τομέα ήταν αρνητικές κατά 15.540 θέσεις λόγω απολύσεων στον κλάδο της εστίασης και του λιανεμπορίου.
Το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε στο 1,1% του ΑΕΠ την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2025, έναντι 1,4% το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα υπερέβη τον ετήσιο στόχο κατά 0,7 δισ. ευρώ, λόγω υψηλότερων εσόδων και χαμηλότερων πρωτογενών δαπανών.
Η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις επιταχύνθηκε σημαντικά το 2024, συμβαδίζοντας με την οικονομική ανάπτυξη και την πτώση των επιτοκίων. Οι αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν, αν και η αύξηση των καταθέσεων των νοικοκυριών επιβραδύνθηκε. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων μειώθηκαν, καθώς η επίδραση των υψηλότερων επιτοκίων αντισταθμίστηκε από την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα.
ΤτΕ: Οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό και τα επιτόκια
Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) εκτιμά ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα το πρώτο εξάμηνο του 2025, με πιθανότητα μείωσης προς το τέλος του έτους, εφόσον ο πληθωρισμός συνεχίσει να αποκλιμακώνεται. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) διατηρεί την πολιτική αυστηρής παρακολούθησης της αγοράς χρήματος, επηρεάζοντας τη ρευστότητα και το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Η ΤτΕ δίνει έμφαση στη σταδιακή ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, αποφεύγοντας απότομες μεταβολές που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις χρηματαγορές. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται η επίδραση των υψηλών επιτοκίων στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και στη ζήτηση για στεγαστικά δάνεια.
Η ελληνική οικονομία, παρά τις προκλήσεις, εμφανίζει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρωζώνης, καθώς η ανάπτυξη παραμένει υψηλότερη από τον μέσο όρο. Παράλληλα, η ΤτΕ παρακολουθεί τις αποφάσεις της ΕΚΤ, διαμορφώνοντας τη δική της στρατηγική για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΤτΕ, η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 2,3% το 2025, προσεγγίζοντας σταδιακά το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης. Οι επενδύσεις και η ιδιωτική κατανάλωση, υποστηριζόμενες από ευρωπαϊκούς πόρους, θα αποτελέσουν τους βασικούς μοχλούς ανάπτυξης. Ο πληθωρισμός αναμένεται να αποκλιμακωθεί περαιτέρω, ενώ η δημοσιονομική στάση θα καταστεί επεκτατική το 2025 και το 2026 λόγω της υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF).
Οι καθοδικοί κίνδυνοι για την ανάπτυξη σχετίζονται κυρίως με την κλιματική αλλαγή και την αυξημένη αβεβαιότητα της παγκόσμιας πολιτικής, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το διεθνές εμπόριο και τις επενδύσεις, εν μέσω ανησυχιών για την υιοθέτηση νέων προστατευτικών πολιτικών.