THEPOWERGAME
Ο υπερτουρισμός είναι ένα φαινόμενο που συχνά αναφέρεται τόσο από διεθνή, όσο και από ελληνικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, δημιουργώντας μια ευρεία εντύπωση για τις επιπτώσεις του στον ελληνικό τουρισμό. Ωστόσο, τα δεδομένα μιας πρόσφατης έρευνας του ΣΕΤΕ δείχνουν ότι η αντίληψη για τον υπερτουρισμό δεν συνάδει απαραίτητα με την πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες στις τοπικές τους κοινωνίες.
Αντίστοιχα είναι τα συμπεράσματα και της μελέτης Φέρουσας Ικανότητας του προορισμού της Αθήνας, την οποία διενήργησε ο Δήμος Αθηναίων μέσω της Αναπτυξιακής Αθήνας Α.Ε., σε συνεργασία με το Τμήμα Τουριστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά και το Τεχνικό Γραφείο «Γκοιμίσης και Συνεργάτες». Ο δήμαρχος Αθηναίων, Χάρης Δούκας, ξεκαθάρισε για το θέμα αυτό: «Δεν έχουμε πρόβλημα υπερτουρισμού στην Αθήνα. Έχουμε υπερκορεσμό σε γειτονιές. Σε 27 από 120 γειτονιές τον Σεπτέμβριο διαπιστώνουμε υπερκορεσμό και γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε αναδρομολόγηση».
Πώς ορίζουν οι πολίτες τον υπερτουρισμό
Η έρευνα του ΣΕΤΕ ανέδειξε ότι οι πολίτες αντιλαμβάνονται τον υπερτουρισμό ως τη μαζική προσέλευση τουριστών που ξεπερνά τη φέρουσα ικανότητα ενός προορισμού. Αυτό οδηγεί σε υπερφόρτωση των υποδομών, εξάντληση φυσικών πόρων και διατάραξη της καθημερινότητας των κατοίκων. Συγκεκριμένα, οι πολίτες περιγράφουν το φαινόμενο ως:
- Συνωστισμό σε καταλύματα, εστιατόρια, παραλίες και δρόμους.
- Πτώση της ποιότητας των υπηρεσιών.
- Αλλοίωση του τοπικού χαρακτήρα των περιοχών.
- Αυξημένο κόστος ζωής και δυσκολία εύρεσης στέγης, κυρίως λόγω της εξάπλωσης των βραχυχρόνιων μισθώσεων, όπως το Airbnb.
Το αποτέλεσμα της έρευνας είναι ενδεικτικό της επίδρασης που έχουν οι συνεχείς αναφορές περί υπερτουρισμού στη συνείδηση του μέσου πολίτη. Ενώ το 72,5% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι υπάρχει υπερτουρισμός στην Ελλάδα, η μεγάλη πλειοψηφία (66,9%) δεν βιώνει το φαινόμενο στην περιοχή της. Αυτή η διάσταση υποδεικνύει ότι ο υπερτουρισμός είναι εντονότερος σε συγκεκριμένες ζώνες και όχι πανελλαδικό φαινόμενο. Η έρευνα ανέδειξε τους μύθους και τις αλήθειες περί υπερτουρισμού.
Τρεις μύθοι για τον υπερτουρισμό
Μύθος 1: Ο υπερτουρισμός είναι πανελλαδικό φαινόμενο
Η έρευνα δείχνει ότι ενώ η πλειοψηφία των πολιτών αναγνωρίζει την ύπαρξη υπερτουρισμού σε εθνικό επίπεδο, δύο στους τρεις δεν τον αντιλαμβάνονται στην περιοχή τους. Αυτό υποδηλώνει ότι το φαινόμενο είναι εντονότερο σε συγκεκριμένες τουριστικές ζώνες, όπως δημοφιλή νησιά και αστικά κέντρα, ενώ άλλες περιοχές παραμένουν ανεπηρέαστες.
Μύθος 2: Ο τουρισμός έχει μόνο αρνητικές συνέπειες
Παρά τις προκλήσεις που δημιουργεί, όπως η πίεση στις υποδομές και το περιβάλλον, ο τουρισμός συμβάλλει σημαντικά στην οικονομία. Το 2024 τα τουριστικά έσοδα ξεπέρασαν τα 20 δισ. ευρώ, ενισχύοντας την απασχόληση και την ανάπτυξη.
Μύθος 3: Ο τουρισμός αλλοιώνει τις τοπικές κοινωνίες
Μόλις το 23,9% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι ο τουρισμός δεν μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση και ενίσχυση των αξιών της τοπικής κοινωνίας. Είναι προφανές ότι οι κάτοικοι, ιδιαίτερα των επαρχιακών προορισμών, βλέπουν τον τουρισμό ως πηγή εισοδήματος, κάτι που συμβάλει στη συγκράτηση του μόνιμου πληθυσμού στην περιοχή. Άλλωστε, η τάση των τουριστών για αναζήτηση τοπικών εμπειριών δίνει τη δυνατότητα στους τοπικούς πληθυσμούς όχι μόνο να μη χάσουν, αλλά και να ενισχύσουν τις τοπικές τους αξίες.
Και τρεις αλήθειες
Αλήθεια 1: Ο τουρισμός επηρεάζει την ποιότητα ζωής
Σε περιοχές με έντονη τουριστική δραστηριότητα, οι κάτοικοι αντιμετωπίζουν προβλήματα, όπως αυξημένη κίνηση, υψηλό κόστος ζωής και περιβαλλοντική υποβάθμιση. Η διαχείριση του φαινομένου είναι κρίσιμη για τη διασφάλιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, με την αναβάθμιση των δημόσιων υποδομών να αναδεικνύεται σε παράγοντα κρίσιμης σημασίας.
Ωστόσο, στην Αθήνα υπάρχει και μια ακόμα ενδιαφέρουσα διάσταση, που φάνηκε από τη μελέτη της Φέρουσας Ικανότητας. Η επισκεψιμότητα της Αθήνας κατά την υψηλή τουριστική περίοδο (Μάιος – Οκτώβριος) δεν επιβαρύνει περισσότερο την πόλη, καθώς ο μόνιμος πληθυσμός εγκαταλείπει την Αθήνα, με αποτέλεσμα το ισοζύγιο μόνιμου κατοίκου και επισκέπτη να τείνει να παραμένει σχεδόν σταθερό. Όπως προκύπτει, η πόλη της Αθήνας, ως «city break» προορισμός, λειτουργεί ως δέκτης τουρισμού 365 ημέρες τον χρόνο, με αποτέλεσμα η επιβάρυνσή της να είναι συνεχής, χωρίς να μεσολαβούν περίοδοι στις οποίες η τουριστική δραστηριότητα να μετριάζεται.
Αλήθεια 2: Απαιτούνται στρατηγικές βιώσιμης ανάπτυξης
Η αντιμετώπιση του υπερτουρισμού προϋποθέτει την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών, όπως η προώθηση εναλλακτικών μορφών τουρισμού, η βελτίωση των υποδομών και η ευαισθητοποίηση των επισκεπτών. Η ισορροπία μεταξύ τουριστικής ανάπτυξης και προστασίας των τοπικών κοινωνιών είναι απαραίτητη για τη μακροπρόθεσμη ευημερία.
Αλήθεια 3: Ο τουρισμός ενισχύει τις τοπικές κοινωνίες
Πάνω από τους μισούς Έλληνες (54,1%) πιστεύουν ότι ο τουρισμός μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση και ενίσχυση των αξιών της τοπικής κοινωνίας, σύμφωνα με την έρευνα του ΣΕΤΕ. Αλλά και η μελέτη της Φέρουσας Ικανότητας της Αθήνας δείχνει ότι η πλειοψηφία των κατοίκων της Αθήνας δεν θεωρεί ότι ο τουρισμός επηρεάζει έντονα τις τοπικές συμπεριφορές και νιώθει άνετα με την τουριστική παρουσία. Υπάρχει θετική αντίληψη για τον τουρισμό σε ποσοστό 53%, παρά τις διαφορές μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών περιοχών. Οι τουριστικές κοινότητες αναγνωρίζουν περισσότερο τις επιπτώσεις του τουρισμού στην καθαριότητα, ενώ οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις αντιμετωπίζονται με ουδέτερη ή αρνητική στάση.
Σε κάθε περίπτωση, ο υπερτουρισμός στην Ελλάδα είναι ένα σύνθετο ζήτημα, με ποικίλες διαστάσεις. Η κατανόηση των πραγματικών επιπτώσεων και η αποφυγή γενικεύσεων είναι κρίσιμες για την ανάπτυξη αποτελεσματικών πολιτικών, που θα διασφαλίσουν τη βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη και την ευημερία των τοπικών κοινωνιών.
Διαβάστε επίσης
Μπορεί η Lego να παραμείνει η πιο cool κατασκευάστρια παιχνιδιών στον κόσμο;
Love Actually: Η κλασική ταινία των Χριστουγέννων με τα μάτια των πρωταγωνιστών
Ύποπτο “βραχυκύκλωμα” στην ηλεκτρική διασύνδεση Φινλανδίας & Εσθονίας