THEPOWERGAME
Η ελληνική οικονομία παραμένει δυνατή, διατηρώντας σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης, ωστόσο οι επιπτώσεις από τις διεθνείς συνθήκες κάνουν όλο και πιο έντονη την παρουσία τους, ειδικά στους τομείς των επενδύσεων και των εξαγωγών, εκτιμά το ΚΕΠΕ. Ειδικότερα, στην έκθεσή του για το τελευταίο τρίμηνο του 2023 και το πρώτο τρίμηνο του 2024 σημειώνει ότι η ελληνική οικονομία παρουσίασε ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους από τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά χαμηλότερους από τις αρχικές εκτιμήσεις. Πιο συγκεκριμένα, ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ έπεσε στο 1,3% κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2023 και ανήλθε στο 2,1% κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Η ανάπτυξη στηρίχθηκε κυρίως στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η οποία ενισχύθηκε από την άνοδο των εισοδημάτων, παρά τις πιέσεις από την αύξηση των τιμών. Για το 2024 το ΚΕΠΕ εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα διαμορφωθεί στο 1,9%. «Η εκτίμηση αυτή είναι ελαφρώς χαμηλότερη από την προηγούμενή πρόβλεψη (2,2%), δεδομένου ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν χαμηλότεροι από τις προηγούμενες εκτιμήσεις, χωρίς όμως να επηρεάζουν σημαντικά τη γενική πορεία της οικονομίας» αναφέρει ο καθηγητής Π. Λιαργκόβας. πρόεδρος του ΔΣ και Επιστημονικός Διευθυντής του ΚΕΠΕ.
Σε επίπεδο Χρηματιστηρίου, το 2024 ξεκίνησε θετικά για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, με αυξημένη κεφαλαιοποίηση και αξία συναλλαγών κατά το πρώτο τετράμηνο. Στην αγορά κρατικών και εταιρικών ομολόγων παρατηρήθηκε αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον, αναδεικνύοντας τον ρόλο των εταιρικών ομολόγων ως εναλλακτικής πηγής χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, οι θετικές επιπτώσεις από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα αποτυπώθηκαν στην πορεία των αγορών, εν αναμονή της χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ. Επίσης, παρά τις θετικές προοπτικές, οι αγορές αναμένεται να επηρεαστούν από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τον πληθωρισμό. Στόχος παραμένει η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από τη Moody’s και η επιστροφή του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις ανεπτυγμένες αγορές.
Για τον πληθωρισμό το ΚΕΠΕ αναφέρει ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή έχει υποχωρήσει από το 3,2% τον Απρίλιο στο 2,4% τον Μάιο. Η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη, δεδομένου ότι οι τιμές έχουν ήδη ανέβει πολύ υψηλά. Πολλοί από τους αρχικούς παράγοντες που πυροδότησαν την πληθωριστική έξαρση έχουν χάσει την αρχική τους δύναμη και συνεπώς η ταχύτητα ανόδου των τιμών έχει αρχίσει να πέφτει. Δεν αναμένεται, ωστόσο, να μηδενιστούν ή να πάψουν να επιδρούν, γιατί κάποιοι θα συνεχίσουν να υπάρχουν, όπως η κλιματική κρίση που θα δημιουργεί ακραία καιρικά φαινόμενα με πλημμύρες, φωτιές και καταστροφές αγροτικών προϊόντων.
«Το ίδιο και η ενέργεια. Μέχρι να μεταβούμε πλήρως σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θα πληρώνουμε ακριβότερα το φυσικό αέριο. Την ίδια επίδραση έχει και η γεωπολιτική αστάθεια στην περιοχή μας: μας αναγκάζει να δαπανούμε πολλά για την αμυντική θωράκιση. Έτσι όμως, ενισχύεται η ζήτηση, άρα και οι τιμές. Δηλαδή, η εξασθένιση του πληθωρισμού είναι αναμενόμενη. Αλλά το μεγάλο ζητούμενο είναι να χτυπηθεί η ακρίβεια, δηλαδή να έχουμε πτώση των τιμών» συνεχίζει το ΚΕΠΕ στην έκθεσή του.
Γιατί στην Ελλάδα τα προϊόντα είναι ακριβότερα σε σχέση με την Ευρώπη
Το ΚΕΠΕ διατυπώνει ακόμη ένα βασικό ερώτημα για την ελληνική οικονομία: «Γιατί στη χώρα μας πολλές τιμές σε καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες είναι υψηλότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες τιμές σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης;». Ενδεικτικά στα είδη σούπερ μάρκετ, στο γάλα, στις τηλεπικοινωνίες, τις τραπεζικές υπηρεσίες, τις μεταφορές κλπ. Στην έκθεση δίνεται έμφαση σε εγχώριους – δομικούς παράγοντες που κρατούν τις τιμές υψηλά και δεν επιτρέπουν την αποκλιμάκωσή τους.
Αρχικά, το ΚΕΠΕ υπενθυμίζει ότι υπάρχουν δύο βασικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης:
- Το κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων ή η συγχώνευσή τους με άλλες και η αύξηση της συγκέντρωσης (π.χ στις τράπεζες, στα σούπερ μάρκετ, στην ιδιωτική υγεία κλπ.) και
- η αύξηση της έμμεσης φορολογίας (ειδικοί φόροι κατανάλωσης, ΦΠΑ, τέλη κλπ.).
Και εξηγεί: «Αναφορικά με το πρώτο, η συγκέντρωση ενός κλάδου στα χέρια ενός πολύ μικρού αριθμού εταιρειών, δηλαδή η δημιουργία ολιγοπωλίων, δεν είναι θετική εξέλιξη για τους καταναλωτές. Τα ολιγοπώλια χαρακτηρίζονται από περιορισμένο ανταγωνισμό, εμπόδια εισόδου, ακαμψία τιμών, ασύμμετρη πληροφόρηση και «στρατηγική» συμπεριφορά των μελών τους για τη διατήρηση υψηλότερων τιμών και κερδών (πληθωρισμός απληστίας).
»Αναφορικά με το δεύτερο, τα φορολογικά συστήματα των χωρών της Ευρωζώνης βασίζονται περισσότερο στην άμεση φορολογία και λιγότερο στην έμμεση. Σε εμάς συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Παρουσιάζει, δηλαδή, το φορολογικό μας σύστημα χαρακτηριστικά τριτοκοσμικής χώρας που αδυνατεί να φορολογήσει δίκαια με βάση τη φοροδοτική ικανότητα των ατόμων».
Αγορά εργασία και μισθοί
Η ελληνική οικονομία και η εγχώρια αγορά εργασίας αντιμετωπίζει προκλήσεις, με τις αποδοχές να παραμένουν χαμηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ των 27, συνεχίζει το ΚΕΠΕ στην έκθεσή του. Στη βάση αυτή, είναι σημαντικό να γίνουν πέντε παρατηρήσεις για τις καθαρές αποδοχές από μισθωτή εργασία των νοικοκυριών:
- Oι αποδοχές διαφέρουν μεταξύ των διαφορετικών τύπων νοικοκυριών.
- Οι αποδοχές στην Ελλάδα αυξήθηκαν τα τελευταία δέκα έτη (2013 – 2023) περίπου με τον ίδιο ρυθμό για όλους τους τύπους νοικοκυριών.
- Παρά την αύξηση των αποδοχών, η σύγκριση με τις αποδοχές προ κρίσης, ήτοι το 2009, είναι αποκαλυπτική και ταυτόχρονα αποκαρδιωτική.
- Στην Ελλάδα οι αποδοχές είναι μικρότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ27 για όλους τους τύπους νοικοκυριών και στα δύο χρονικά σημεία (2013 και 2023). Μάλιστα, η διαφορά δεν είναι ίδια μεταξύ των τύπων νοικοκυριών.
- Τα τελευταία χρόνια, παρά τη βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας και την αύξηση των αποδοχών που τη συνόδευσε, επειδή ο ρυθμός αύξησης των αποδοχών ήταν μικρότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η διαφορά στις αποδοχές μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ27 διευρύνθηκε.
Διαβάστε επίσης:
Wall Street: Πτωτικό άνοιγμα την Τρίτη εν αναμονή σχολίων Πάουελ
Τουρκία: Σύλληψη 474 ανθρώπων μετά τις ταραχές σε βάρος Σύρων
Ρεύμα: Πώς διαμορφώνονται τα “πράσινα” τιμολόγια για τον Ιούλιο