THEPOWERGAME
Η Ελλάδα συνδυάζει ανάπτυξη και επενδύσεις σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον, όπου επικρατούν «αντίθετοι άνεμοι», ανέφερε ο Νίκος Παπαθανάσης. Καλεσμένος σε πάνελ του Οικονομικού Φόρουμ Δελφών, ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι η Ελλάδα θα πιάσει φέτος τον στόχο για τις άμεσες ξένες επενδύσεις. Αφού υπογράμμισε με νόημα ότι «η ανάπτυξη στην Ευρώπη είναι 0% και κάτι, ενώ στην Ελλάδα είναι 2% και κάτι», σημείωσε ότι η Ελλάδα καρπώνεται τα οφέλη από το γεγονός ότι αποτελεί μια γεωπολιτικά σταθερή χώρα, με έμφαση στη δημοσιονομική πειθαρχία.
Προς αυτήν την κατεύθυνση υπενθύμισε ότι στην Ευρώπη βρίσκεται προ των πυλών ένας νέος μηχανισμός που θα παρακολουθεί τη δημοσιονομική πειθαρχία των κρατών – μελών, καθώς θα υπάρχουν σύντομα περιορισμοί στις αυξήσεις των κρατικών δαπανών, ανεξαρτήτως του ετήσιου ποσοστού ανάπτυξης και της μείωσης του χρέους ως προς το ΑΕΠ.
Αναφερόμενος στις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, ο Νίκος Παπαθανάσης εστίασε στο γεγονός ότι για πρώτη φορά το 2024 η Ελλάδα πετυχαίνει το πρωτογενές πλεόνασμα να καλύπτει τις πληρωμές δανείων (5 δισ. ευρώ). Απαντώντας σε ερώτηση για το πρόσφατο κλείσιμο εργοστασίων στην Ελλάδα (π.χ. ΓΙΟΥΛΑ) και αν βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία αποεπένδυσης, η οποία αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις ήταν 40% κάτω το 2023, ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας ξεκαθάρισε -επικαλούμενος το ΓΕΜΗ- ότι οι επιχειρήσεις που ανοίγουν, είναι πολύ περισσότερες σε σχέση με εκείνες που κλείνουν. Υπενθύμισε, μάλιστα, τους επιχειρηματικούς κολοσσούς που επιλέγουν την Ελλάδα για να επενδύσουν, όπως είναι η Google, η Amazon, η Microsoft και η Pfizer. «Έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη» σημείωσε.
Σε ερώτηση για το αν οι αποφάσεις του ΣτΕ λειτουργούν ανασταλτικά για τις επιχειρήσεις, ο Νίκος Παπαθανάσης ξεκαθάρισε ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να παρεμβαίνει στο έργο της Δικαιοσύνης, ωστόσο αυτό που μπορεί να κάνει είναι να προχωρήσει στην κατάλληλη μεταρρύθμιση ώστε να μειωθεί ο χρόνος έκδοσης της τελικής απόφασης. «Σήμερα ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι στις 600 ημέρες και στην Ελλάδα στις 1.500 ημέρες. Με τις προωθούμενες αλλαγές, πέφτουμε στις 1.000 ημέρες» τόνισε.
Παράλληλα, σημείωσε ότι εκτός από το Ταμείο Ανάκαμψης υπάρχει μια σειρά χρηματοδοτικών εργαλείων για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Έφερε ως παράδειγμα το ΕΣΠΑ με διαθέσιμα κεφάλαια ύψους 26 δισ. ευρώ, δίνοντας έμφαση και στο δανειακό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης, από το οποίο χρηματοδοτούνται προγράμματα όπως «Φωτοβολταϊκά στο χωράφι» και «Εξοικονομώ».
Στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με 4 δισ.
«Το Ταμείο Ανάκαμψης ανακαινίζει νοσοκομεία και Κέντρα Υγείας, αναβαθμίζει μουσεία, ενισχύει τους αγρότες και στηρίζει τις υποδομές» σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι μαζί με τα κεφάλαια από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, ο συνολικός λογαριασμός για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ανεβαίνει στα 4 δισ. ευρώ.
«Βοηθώντας την επιχειρηματικότητα, μειώνεται η ανεργία. Δεν υπάρχουν “λεφτόδεντρα” ή δέντρα που γεννούν θέσεις εργασίας» ξεκαθάρισε, επισημαίνοντας ότι η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει και εξελίσσεται με σταθερά βήματα.
Όπως ανέφερε ο κ. Παπαθανάσης, τα αναπτυξιακά εργαλεία της χώρας είναι το Ταμείο Ανάκαμψης με 36 δισ. ευρώ (18 δισ. ευρώ το δανειακό σκέλος και 18 δισ. ευρώ το σκέλος των επιδοτήσεων), το ΕΣΠΑ με 26 δισ. ευρώ που αφορά σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η ΚΑΠ με 19 δισ. ευρώ και το Εθνικό Πρόγραμμα με 14 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό, στα προγράμματα των επιδοτήσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το πρόγραμμα «Σπύρος Δοξιάδης» για τον προκαρκινικό έλεγχο στις γυναίκες, τα φωτοβολταϊκά πάνελ στον αγρό, το «Εξοικονομώ» για τα νοικοκυριά και το πρόγραμμα της αγροτικής ανάπτυξης για τη μεταποίηση. Ενώ, από το σκέλος των δανείων, τα 18 δισ. ευρώ κατανέμονται ισόποσα στις μεγάλες και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ο κ. Παπαθανάσης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στο νέο πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Στον εγγυοδοτικό πυλώνα του προγράμματος, δίδονται κρατικές εγγυήσεις έως το 80% του δανείου και επιδοτείται το επιτόκιο με 2 ποσοστιαίες μονάδες. Ενώ, εάν ο ενδιαφερόμενος επιλέξει τον πυλώνα της επιδότησης του επιτοκίου, το 40% του δανείου είναι άτοκο και το υπόλοιπο 60% επιδοτείται με 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Κλείνοντας, αναφέρθηκε τόσο στα εύσημα Τζεντιλόνι για την ελληνική οικονομία όσο και στην πρωτιά που έδωσε στην Ελλάδα ο Economist όσον αφορά στη βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος.