THEPOWERGAME
Στη τιμή του ελαιόλαδου αναφέρθηκε ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, μετά και τα χθεσινά στοιχεία για τον πληθωρισμό που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ και το άλμα 67,2% στο ελαιόλαδο.
Αποκαλυπτικά άλλωστε είναι τα στοιχεία της Eurostat για την τιμή του ελαιόλαδου, η οποία αυξήθηκε 50% σε ένα χρόνο με την Πορτογαλία να κατέχει τα πρωτεία και να είναι η μόνη χώρα που ξεπερνά την Ελλάδα σε ακρίβεια.
«Το ελαιόλαδο, στο οποίο δυστυχώς είχαμε δύο συνεχόμενες κακές χρονιές στο μεγαλύτερο παραγωγό του κόσμου, την Ισπανία, όπου αυτό σημαίνει ότι έχουμε πάρα πολύ χαμηλή προσφορά αλλά την ίδια ζήτηση. Άρα οι τιμές έχουν ανέβει και δεν υπάρχει κάποιο ζήτημα κάποιας ανωμαλίας στην εφοδιαστική αλυσίδα των τροφίμων, αλλά δυστυχώς υπάρχει πάρα πολύ χαμηλή παραγωγή. Έχουμε μια άνοδο της τιμής σε σχέση με την αρχή του χρόνου γύρω στο 7% αλλά βλέπουμε ότι σταθεροποιείται σιγά σιγά η εικόνα και του ελαιόλαδου», είπε αρχικά ο Σωτήρης Αναγνωστόπουλος.
Kαι συνέχισε λέγοντας: «Για να το κάνω λίγο πιο κατανοητό και στους καταναλωτές, από το 5,3% του πληθωρισμού των τροφίμων που ανακοίνωσε χθες η ΕΛΣΤΑΤ, το 2% οφείλεται στο ελαιόλαδο. Η έλλειψη εργατικών χεριών είναι ένα ζήτημα το οποίο αντιμετωπίζει το σύνολο του αγροτικού τομέα, δεν είναι θέμα μόνο των καλλιεργειών των ελιών. Η ελληνική σοδειά μπορεί εφέτος να ήταν εφάμιλλη των άλλων ετών, ενδεχομένως λίγο μικρότερη, λίγο μεγαλύτερη, στην Ισπανία όμως υπήρχε πραγματική καταστροφή και οι ποσότητες οι οποίες παράγει Ισπανία είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από αυτές που παράγει η Ελλάδα και η Ιταλία, άρα η Ισπανία είναι απολύτως καθοριστική για το ποιες θα είναι οι τιμές του ελαιόλαδου σε παγκόσμιο επίπεδο, και δυστυχώς είχαμε δύο πολύ κακές χρονιές».
Αναφερόμενος στα κέρδη των επιχειρήσεων, ο Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, είπε ότι «υπάρχουν πολλά και διαφορετικά είδη κέρδους τα οποία μπορεί να δει κανείς σε μια επιχείρηση.
Υπάρχει το μικτό κέρδος και υπάρχει το καθαρό κέρδος. Τα μικτά κέρδη πράγματι έχουν αυξηθεί σε κάποιες βιομηχανικές επιχειρήσεις και παραγωγικές επιχειρήσεις, όχι τόσο τροφίμων όσο άλλων βιομηχανικών προϊόντων.
Ωστόσο, το πρόβλημα εδώ είναι το εξής, ότι τα μικτά κέρδη χρησιμοποιούνται για να καλύψουν κόστη τα οποία δεν έχουν να κάνουν με κόστος πρώτης ύλης και κόστος παραγωγής, αλλά έχει να κάνει με το μισθολογικό κόστος.
Δεν είναι μόνο το ενεργειακό κόστος και το μισθολογικό κόστος, ευτυχώς θα έλεγα εγώ γιατί σε αυτό το τομέα έχει αυξηθεί, έχουν αυξηθεί και οι μισθοί και αυτό δυστυχώς καταλαβαίνετε ότι επιδρά και στα προϊόντα.
Τα καθαρά κέρδη όμως, ειδικά στη χώρα μας είναι σταθερά ακριβώς επειδή υπάρχουν οι κανόνες του πλαφόν, αν δεν υπήρχαν αυτοί, ενδεχομένως να είχαμε και εκεί αύξηση των επιχειρηματικών κερδών».