THEPOWERGAME
Την πρόβλεψή του για το χρόνο μείωσης επιτοκίων από πλευράς της ΕΚΤ έδωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας σε ομιλία του στο Λίβερπουλ. Όπως ανέφερε «το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2024 θα ήταν ίσως ο πιο κατάλληλος χρόνος για την πρώτη μείωση των επιτοκίων μας». Την ίδια εκτίμηση μάλιστα είχε κάνει και σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Bloomberg.
Συγκεκριμένα ο κ. Στουρνάρας είπε ότι παρόλο που έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στη μείωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, η μάχη με τον πληθωρισμό δεν έχει κερδηθεί ακόμη, ενώ η αβεβαιότητα είναι πολύ υψηλή. Η ΕΚΤ, όπως ανέφερε, θα προχωρήσει με προσεκτικά βήματα προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο η πρόοδος που έχει επιτευχθεί μέχρι τώρα. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται ταχύτερα σε σύγκριση με τις μακροοικονομικές προβολές του Δεκεμβρίου και είναι πολύ πιθανό να πλησιάσει πολύ κοντά στον στόχο που έχει τεθεί για πληθωρισμό 2% το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους.
Επίσης, η πρόσφατη ελαφρά επιβράδυνση των μισθολογικών αυξήσεων είναι ενθαρρυντική και πολλά θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη των περιθωρίων κέρδους, καθώς οι εξελίξεις στο συνολικό κόστος, συμπεριλαμβανομένου του ενεργειακού κόστους.
Στουρνάρας: O ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας ανταπεξέρχεται στις προκλήσεις
Μιλώντας για τον τραπεζικό τομέα υπογράμμισε ότι μέχρι στιγμής, ο τραπεζικός τομέας της ΕΕ φαίνεται να έχει αντεπεξέλθει ικανοποιητικά στις πολλαπλές προκλήσεις. Ωστόσο, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού. Οι αρχές όπως είπε θα πρέπει να προετοιμαστούν εγκαίρως για τυχόν δυσμενείς οικονομικές συγκυρίες. Οι προηγούμενες κρίσεις καταδεικνύουν πόσο σημαντική είναι η ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου πριν από την επέλευση των κινδύνων.
Αναφερόμενος στην περαιτέρω πορεία τόσο του Δημοσίου όσο και του ιδιωτικού χρέους ο κ. Στουρνάρας παρατήρησε ότι η βιωσιμότητα τους μέχρι στιγμής στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στο ότι η διαφορά μεταξύ των ονομαστικών επιτοκίων και του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ ήταν αρνητική. Δηλαδή το εν λόγω επιτόκιο ήταν χαμηλότερο από τον ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης, και συνέβαλλε στη χρηματοοικονομική σταθερότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής όπως τόνισε θα πρέπει να κατανοήσουν τη σημασία αυτής της μεταβλητής και να διασφαλίζουν ότι έχει το σωστό πρόσημο, αν όχι πάντοτε, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές. Μια ευνοϊκή διαφορά επιτοκίου-ρυθμού ανάπτυξης μπορεί να βοηθήσει τις οικονομίες μας να παραμείνουν ανθεκτικές κατά τη μετάβαση στη νέα κανονικότητα.
Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία του Γιάννη Στουρνάρα ΕΔΩ