THEPOWERGAME
Μειωμένη παραγωγή πάνω από 60% στο μέλι, ελληνοποιήσεις κινέζικων και τουρκικών μελιών και αυξημένο κόστος λόγω των ανατιμήσεων σε καύσιμα, συσκευασίες και πρώτες ύλες μελισσοτροφών συσσωρεύουν προβλήματα στον κλάδο της μελισσοκομίας και οδηγούν τους επαγγελματίες στα αγροτικά μπλόκα. Την ίδια ώρα, πιέσεις ασκούνται στη βιομηχανία και απειλείται το μερίδιο της χώρας στις διεθνείς αγορές.
Μελισσοπαραγωγοί μιλούν για μείωση παραγωγής το 2023, που μπορεί να ξεπερνά και το 70%, ειδικά μετά την καταστροφή δεκάδων χιλιάδων μελισσοσμηνών σε όλη τη χώρα εξαιτίας των πυρκαγιών του περασμένου καλοκαιριού και των καταστροφών από την πλημμύρα στη Θεσσαλία. Μόνο στη Θεσσαλία οι απώλειες σε μελισσοσμήνη εκτιμάται ότι αγγίζουν τις 50.000, αναδεικνύοντας κίνδυνο για την ανάπτυξη νέων γεωργικών καλλιεργειών χωρίς επικονιαστές. Σημειώνεται ότι με βάση στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, μέχρι πριν από δύο χρόνια η μελισσοκομία αριθμούσε πάνω από 8.700 εκμεταλλεύσεις και 950.000 κυψέλες, εκ των οποίων περίπου 760 και 100.000 αντίστοιχα στη Θεσσαλία, με μερίδιο πάνω από 10% στην επικράτεια.
Οι διαταραχές των τελευταίων ετών στην αγορά ενέργειας και στην εφοδιαστική αλυσίδα έπληξαν μελισσοπαραγωγούς και βιομηχανίες. Είναι ενδεικτικές οι επιπτώσεις της αύξησης του κόστους ενέργειας, των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά και των υψηλών επιτοκίων στη μεγαλύτερη παραγωγό μελιού στην τοπική αγορά, με δραστηριότητα από το 1928, την Αττική Μελισσοκομική – Αλέξανδρος Πίττας. Ο τζίρος της υποχώρησε ήδη από το 2022 κάτω από 14 εκατ. ευρώ, με μείωση λειτουργικών κερδών, συρρίκνωση του περιθωρίου κέρδους και εμφάνιση ζημιών. Σημειώνεται δε ότι και η Μελισσοκομική Συνεργασία Κρήτης, της οποίας τον έλεγχο απέκτησε η Αττική Μελισσοκομική, εμφάνισε τη συγκεκριμένη χρονιά πτώση τζίρου σχεδόν 24%, ήτοι κάτω από τα 5 εκατ. ευρώ, από 6,3 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν. Το μέλι Αττική, το Μελίγυρις, όπως και άλλα σήματα της τοπικής αγοράς, αναζητούν στις εξαγωγές καλύτερα έσοδα και κερδοφορία, αλλά οι εισαγωγές μελιών χαμηλότερης ποιότητας από τρίτες χώρες ασκούν πιέσεις τόσο στη βιομηχανία όσο και στους μελισσοπαραγωγούς, λόγω των ανταγωνιστικών τους τιμών στο ράφι.
Οι σημαντικότεροι αγοραστές ελληνικού μελιού
Ενδεικτικά σημειώνεται ότι ο πιο σημαντικός αγοραστής ελληνικού μελιού είναι η Γερμανία, με μερίδιο στις εξαγωγές του προϊόντος 24%, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2022. Στη 2η θέση του top10 είναι η Γαλλία με 11%, στην 3η η Ιταλία με 9% και ακολουθούν οι ΗΠΑ με 8%, Βουλγαρία με 7%, Ηνωμένο Βασίλειο και Κύπρος από 5%. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το μερίδιο της Ελλάδας συρρικνώνεται λόγω των αδυναμιών του κλάδου αλλά και εξαιτίας των αλλαγών στις συνθήκες της κάθε αγοράς υποδοχής. Για παράδειγμα, η χώρα μας είναι μεταξύ των κύριων χωρών απ’ όπου οι Καναδοί εισάγουν μέλι. Ο Καναδάς είναι στην 8η θέση της παραπάνω κατάταξης, με μερίδιο 4% στις συνολικές εξαγωγές του ελληνικού προϊόντος, ενώ σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε πρόσφατα η τοπική ελληνική Πρεσβεία, η Ελλάδα είναι 9η στην αντίστοιχη κατάταξη των χωρών απ’ όπου ο Καναδάς προμηθεύεται μέλι. Ειδικά το 2022 το μερίδιο της Ελλάδας σύμφωνα με επικαιροποιημένα στοιχεία σημείωσε μείωση 30% (σε 2,4%), καθώς δέχεται ισχυρό ανταγωνισμό από μέλια προερχόμενα από χώρες όπως η Βραζιλία, η Ουκρανία κ.λπ.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εξέλιξη των ποσοτήτων που εξάγονται στις παραπάνω χώρες δεν συμβαδίζει με την εξέλιξη της αξίας των πωλήσεων (υπολογίζεται σε περίπου 30 εκατ. ευρώ το 2022 για τις 10 χώρες), αντανακλώντας τις τάσεις του πληθωρισμού των τροφίμων, με τη μέση τιμή του εξαγόμενου ελληνικού μελιού να κυμαίνεται κοντά στα 6 ευρώ το κιλό.
Οι πιέσεις στην τοπική αγορά
Την ίδια στιγμή, οι τιμές στην τοπική αγορά δέχονται ισχυρές πιέσεις από τα εισαγόμενα μέλια χαμηλότερων προδιαγραφών και τιμών, αλλά και από τις ελληνοποιήσεις. Όπως σημειώνουν μελισσοπαραγωγοί, παρατηρούνται στην αγορά εισαγωγές μεγάλων ποσοτήτων μελιού από ασιατικές χώρες, το οποίο έχει περάσει από ειδικά φίλτρα απομάκρυνσης της γύρης, που είναι και το στοιχείο που ταυτοποιεί την ακριβή προέλευση του προϊόντος. Έτσι, επιτήδειοι αναμειγνύουν αυτό το προϊόν, που αγοράζουν σε τιμές 1-1,5 ευρώ/κιλό, με μικρές ποσότητες αυθεντικού μελιού που προμηθεύονται από Έλληνες παραγωγούς, πληρώνοντας κάτι παραπάνω από 4-5 ευρώ/κιλό, που είναι σχεδόν η τιμή κόστους παραγωγής. Έτσι, διαθέτουν στην αγορά του λιανεμπορίου προϊόντα μελιού σε πολύ χαμηλές τιμές.
Τι ζητεί η αγορά
Οπότε οι μελισσοκόμοι ζητούν, μεταξύ άλλων, να μπει πλαφόν στην περιεκτικότητα γυρεόκοκκου στο μέλι, ώστε να ξεχωρίζει η ήρα από το σιτάρι, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τα όσα αποφασίστηκαν στη γενική συνέλευση της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος το Σάββατο 17/2/2024, οι μελισσοκόμοι ζητούν επίσης άρση των αυξημένων περιοριστικών πυροσβεστικών μέτρων τους καλοκαιρινούς μήνες, που τους απαγορεύουν την παρουσία τους στα δάση (πέραν του τριώρου 7-10), με το βασικό τους εργαλείο, το καπνιστήρι. Οι ίδιοι οι μελισσοκόμοι τονίζουν ότι είναι προστάτες του δάσους, από το οποίο εξαρτάται η βιωσιμότητα της επιχείρησής τους και άρα δεν μπορούν να του προκαλέσουν βλάβη. Θεωρούν άδικες τις αποφάσεις δασαρχών που -κατά παρερμηνεία του νόμου, όπως αναφέρουν- βεβαιώνουν πρόστιμα σε μελισσοκόμους που αφήνουν τα μελισσοσμήνη τους μέσα σε δάση. Κι επιπλέον ζητούν άρση της απαγόρευσης της κίνησης των φορτηγών του κλάδου στο παράπλευρο επαρχιακό οδικό δίκτυο (καθώς είναι άνω των 3,5 τόνων), δεδομένου ότι η νομαδική μελισσοκομία απαιτεί διέλευση οχημάτων προκειμένου να τοποθετούν τις κυψέλες. Οι μελισσοκόμοι ζητούν επίσης επιδότηση για τους επικονιαστές, καθώς σε αυτούς στηρίζεται η αύξηση της αγροτικής παραγωγής. Έτσι, οργανώνονται για συμμετοχή στις κινητοποιήσεις των αγροτών που ετοιμάζονται να κατέβουν αύριο για συλλαλητήριο στην Αθήνα.