THEPOWERGAME
Μία σειρά από μελέτες, στατιστικά και επίσημες παρατηρήσεις για το πώς επηρεάστηκε η απασχόληση σε διάφορους κλάδους της οικονομίας για το κάθε ένα από τα δύο φύλα καθώς και για το πώς το covid συνέβαλε στα τρέχοντα επίπεδα της ανεργίας, έδωσαν την αφορμή στους οικονομολόγους των τραπεζών να βγάλουν τα δικά τους κρίσιμα συμπεράσματα.
Εν προκειμένω, η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, με επικεφαλής τον κ. Π. Καπόπουλο, επικεντρώθηκε στο λεγόμενο «εμφύλιο χάσμα» στην αγορά εργασίας και δημοσίευσε τα δικά της επιχειρήματα, αλλά και τις δικές της προτάσεις ανατρέχοντας στις πρόσφατες εκθέσεις τόσο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ όσο και της Επιτροπής Πισσαρίδη.
Με την παράμετρο της πανδημίας και τα ποσοστά που ήδη διαπιστώνονται στα ποσοστά των γυναικών στις θέσεις εργασίας στην Ελλάδα και με γνώμονα διάφορα επίσημα στοιχεία για την ανεργία και την όποια ανισότητα, οι Οικονομολόγοι της Alpha Bank καταλήγουν σε ένα πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα, που καλύπτει και την επικαιρότητα των μέτρων στήριξης σε όλη τη διάρκεια του lockdown.
Συγκεκριμένα επισημαίνουν ότι «τα μέτρα προστασίας της απασχόλησης που τέθηκαν σε εφαρμογή, από τον Μάρτιο 2020, έως σήμερα, με σκοπό την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της πανδημίας, είχαν ως αποτέλεσμα, τη συγκράτηση του ποσοστού της ανεργίας στη χώρα μας και για τα δύο φύλα, ενώ το ποσοστό των άνεργων γυναικών που οδηγήθηκε εκτός αγοράς εργασίας ήταν ελαφρώς υψηλότερο.
Επιπρόσθετα, οι γυναίκες απασχολούνται σε μεγαλύτερο ποσοστό σε κλάδους της οικονομίας που έχουν πληγεί σε σημαντικό βαθμό από την πανδημική κρίση.
Άρα, είναι κρίσιμης σημασίας η σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης να γίνει, μεταξύ άλλων, με γνώμονα την προστασία της απασχόλησης μετά την πανδημική κρίση και για τα δύο φύλα».
Μεταξύ άλλων, τα πιο σημαντικά θέματα που θίγει η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών στο εβδομαδιαίο Οικονομικό της Δελτίο, είναι:
Μερική απασχόληση ανά φύλο
Ένας λόγος για τον οποίο εκτιμάται, σε παγκόσμιο επίπεδο, ότι ο αρνητικός αντίκτυπος της πανδημικής κρίσης ήταν ισχυρότερος για τις γυναίκες, σε σύγκριση με τους άνδρες, είναι ότι το ποσοστό των γυναικών που απασχολείται στον τομέα των υπηρεσιών είναι υψηλότερο. Στην Ελλάδα, οι εργαζόμενες γυναίκες στον τομέα των υπηρεσιών, ως ποσοστό στο σύνολο των απασχολούμενων γυναικών, ανήλθε το 2019 σε 81,5% έναντι 66,9% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες.
(Επίσης, οι εργαζόμενες γυναίκες είναι περισσότερες (δηλαδή άνω του 50% του συνόλου των εργαζομένων) στον κλάδο της Υγείας που βρέθηκε στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης της πανδημίας αλλά και σε κλάδους που επλήγησαν ιδιαίτερα από αυτήν, όπως οι αεροπορικές μεταφορές, το λιανικό εμπόριο, οι υπηρεσίες παροχής καταλύματος, οι τέχνες και οι πολιτιστικές δραστηριότητες, οι δραστηριότητες παροχής προσωπικών υπηρεσιών και οι δραστηριότητες νοικοκυριών ως εργοδοτών οικιακού προσωπικού.
Σε ό,τι αφορά την τελευταία κατηγορία, σημειώνεται ότι σε επίπεδο ΕΕ-27 εκτιμάται ότι το 70% της παροχής υπηρεσιών κατ’ οίκον, συμπεριλαμβανομένης της παροχής φροντίδας στο σπίτι, είναι αδήλωτη (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, “2021 report on gender equality in the EU”) και, ως εκ τούτου, τα σχετικά μέτρα στήριξης που υιοθέτησαν οι ευρωπαϊκές χώρες ήταν περιορισμένα, καθιστώντας την εν λόγω κατηγορία εργαζομένων ιδιαίτερα ευάλωτη στον αντίκτυπο της πανδημίας.
Παράλληλα, το ποσοστό των γυναικών που εργάζεται υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης (ως ποσοστό της συνολικής απασχόλησης) είναι υπερδιπλάσιο του αντίστοιχου των ανδρών (13,5%, έναντι 5,9% το 2019).
Το υψηλό ποσοστό της μερικής απασχόλησης, αφενός μεν αποτελεί κληροδότημα της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας, αφετέρου δε, αντανακλά τον περισσότερο χρόνο που είθισται να αφιερώνουν οι γυναίκες στη φροντίδα των παιδιών ή των ηλικιωμένων μελών της οικογένειας.
Το 2020, ωστόσο, υποχώρησε ο αριθμός τόσο των ανδρών, όσο και των γυναικών που εργάζονται με μερική απασχόληση.
Περί ανεργίας κατά φύλο
Το 2020, ο αριθμός των απασχολούμενων ανδρών, σύμφωνα με τα τριμηνιαία μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (ηλικίες έως 74 ετών), μειώθηκε κατά 1,6%, ενώ, αντίθετα, των γυναικών αυξήθηκε οριακά, κατά 0,2%. Συνεκτιμώντας τις μεταβολές των παραπάνω μεγεθών συμπεραίνουμε ότι, παρά την πανδημική κρίση, το χάσμα απασχόλησης των δύο φύλων (gender employment gap) μειώθηκε το 2020, γεγονός που οφείλεται, κυρίως, στα μέτρα στήριξης της απασχόλησης που εφαρμόστηκαν για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας.
Όπως αναφέρει και το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, υπάρχουν ενδείξεις ότι μετά το πέρας της πανδημικής κρίσης και της σταδιακής κατάργησης των μέτρων στήριξης, το χάσμα απασχόλησης μεταξύ των δύο φύλων θα διευρυνθεί εκ νέου.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την Τελική Έκθεση Πισσαρίδη (Νοέμβριος 2020), το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας, δηλαδή το εργατικό δυναμικό προς τον πληθυσμό, είναι συγκριτικά χαμηλό στην Ελλάδα (Eurostat, 2019: 68,4% έναντι 73,4% στην ΕΕ-27, για ηλικίες έως 64 ετών), γεγονός που οφείλεται πρωτίστως στη χαμηλή συμμετοχή των γυναικών.
Ο λόγος των γυναικών που συμμετέχουν στο εργατικό δυναμικό, προς τον πληθυσμό των γυναικών, υπολείπεται σημαντικά τόσο του αντίστοιχου λόγου των ανδρών, όσο και του μέσου όρου της ΕΕ-27, αν και η τάση του, από το 2002, έως και το 2019, ήταν ανοδική.
Το 2020, εκτιμάται -σύμφωνα με τα τριμηνιαία μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία της Eurostat- ότι το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, στην Ελλάδα, μειώθηκε εκ νέου, κατά μία ποσοστιαία μονάδα περίπου, σε 59,4%, ενώ και το ποσοστό των ανδρών σημείωσε αντίστοιχη πτώση (2019: 76,7%, 2020: 75,5%).
Το τελευταίο ήταν απόρροια της πανδημίας που οδήγησε, μεταξύ άλλων, στη μείωση του οικονομικά ενεργού πληθυσμού στην Ελλάδα κατά 2,3%, σε ετήσια βάση, καθώς, λόγω των μέτρων περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας και των υγειονομικών συνθηκών, αρκετά άτομα που αναζητούσαν εργασία δήλωσαν ότι δεν είναι άμεσα διαθέσιμα να εργαστούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ετήσιος ρυθμός μείωσης των οικονομικά ενεργών γυναικών υπερέβη, το 2020, τον αντίστοιχο των ανδρών (-2,4%, έναντι -2,2%).
Η ανισότητα φύλου είναι σημαντική οικονομική πρόκληση
H ανισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών δεν είναι μόνο ένα ευαίσθητο, ηθικό και κοινωνικό ζήτημα, αλλά και μια σημαντική οικονομική πρόκληση. Δεδομένου του σχετικά υψηλού μορφωτικού επιπέδου των γυναικών στην Ελλάδα, οι απώλειες, σε όρους οικονομικής ανάπτυξης, μακροχρόνια, θα είναι σημαντικές, εάν δεν συμμετάσχουν στην αγορά εργασίας με την πλήρη παραγωγική δυναμικότητά τους.
Η ενίσχυση της παραγωγικής δυναμικότητας δεν συνδέεται απλά με την αύξηση της συμμετοχής τους στο εργατικό δυναμικό της χώρας -μια εξέλιξη που έλαβε χώρα σταδιακά τις περασμένες δεκαετίες- αλλά και με την ένταξή τους σε θέσεις λειτουργικά και ιεραρχικά ανάλογες των υψηλών δεξιοτήτων και του μορφωτικού τους επιπέδου, ώστε να ενισχυθούν τα κίνητρα για εργασία, να υπάρξει καλύτερη αντιστοίχιση των ταλέντων και των δεξιοτήτων στις θέσεις εργασίας και εν τέλει να βελτιστοποιηθεί η διοικητική αποτελεσματικότητα (managerial efficiency) των ελληνικών επιχειρήσεων.
Προτεινόμενα μέτρα
Ως προς την κατεύθυνση της μείωσης του έμφυλου χάσματος, μια σειρά προτεινόμενων πολιτικών παρατίθενται κάτωθι.
- Υλοποίηση περισσότερων επενδύσεων στον τομέα βρεφονηπιακών σταθμών και χώρων φύλαξης παιδιών στις επιχειρήσεις. Οι επενδύσεις στο συγκεκριμένο πεδίο αναμένεται να έχουν σημαντική επίδραση στην έμμεση ανάπτυξη του ανθρωπίνου κεφαλαίου, μέσω της διευκόλυνσης των γυναικών που επιθυμούν πιο ενεργή συμμετοχή στην αγορά εργασίας.
- Εφαρμογή κατάλληλων πολιτικών και πρακτικών από τις επιχειρήσεις, ώστε προληπτικά να αντιμετωπίζεται η τυχόν άνιση μεταχείριση των δύο φύλων στον επαγγελματικό τομέα, όπως για παράδειγμα αμερόληπτες πρακτικές πρόσληψης και προαγωγών προσωπικού και εξάλειψη των μισθολογικών ανισοτήτων, μέσω της δίκαιης σύνδεσης ποιότητας εργασίας και αμοιβής.
Προς την κατεύθυνση της γεφύρωσης των ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων, κινείται, όπως προαναφέρθηκε, ο Πυλώνας 3 του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που περιλαμβάνει πολιτικές και πρακτικές, με στόχο την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής και για τα δύο φύλα, την ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, καθώς και την ομαλή επανένταξή τους σε αυτήν, μετά την απόκτηση παιδιού.
Συγκεκριμένα, το Σχέδιο περιλαμβάνει την επιδότηση δημιουργίας βρεφονηπιακών σταθμών και χώρων φύλαξης παιδιών στις επιχειρήσεις αλλά και την ενίσχυση δράσεων που αφορούν στην ενημέρωση και την αλλαγή της κουλτούρας στον επαγγελματικό τομέα αλλά και την κοινωνία (ενίσχυση Παρατηρητηρίου Ισότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, διαμόρφωση μηχανισμού απονομής «Σήματος Διαφορετικότητας» στις επιχειρήσεις που θα υιοθετούν πρακτικές και πολιτικές για την προώθηση της διαφορετικότητας, επιδότηση Κέντρων Δημιουργικής απασχόλησης για μαθητές, με στόχο την εξοικείωση με τις επιστήμες και την τεχνολογία και για τα δύο φύλα, από μικρή ηλικία).
Τέλος, προβλέπεται βελτίωση της πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας για τις γυναίκες αλλά και ανάπτυξη των υπηρεσιών φροντίδας (θεσμοθέτηση του «Προσωπικού Βοηθού»), με στόχο την εξασφάλιση και αναγνώριση των ατόμων που παρέχουν αντίστοιχες υπηρεσίες.