THEPOWERGAME
Ένα πρόβλημα που συνεχώς διογκώνεται και δεν λαμβάνεται κανένα μέτρο για να αντιμετωπιστεί, είναι η αύξηση του χρέους σε αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά, είτε πρόκειται για κράτη είτε για επιχειρήσεις και ιδιώτες. Στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, το παγκόσμιο χρέος ως ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ έχει εκτιναχθεί στο 336% και σε τέτοια επίπεδα θεωρείται μη βιώσιμο. Τη διετία 2021-2022 ο λόγος χρέος/ΑΕΠ είχε αρχίσει να υποχωρεί, καθώς ο παρανομαστής σημείωνε ισχυρή ανάπτυξη αλλά το 2023 αυτό άλλαξε και το 2024 εκτιμάται ότι θα εμφανίσει νέα άνοδο, καθώς η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνει.
Με φόντο την ανάγκη αντιμετώπισης των επιπτώσεων της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, τα μεγαλύτερα κράτη του πλανήτη δανείστηκαν ποσά-ρεκόρ τα προηγούμενα χρόνια, ενώ καθοριστικός παράγοντας ήταν και η απότομη άνοδος του πληθωρισμού. Σύμφωνα με το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο, IIF, το παγκόσμιο χρέος ανήλθε στα 307 τρισ. δολάρια το 2023, στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ. Η αύξηση των κρατικών χρεών οφείλεται κατά κύριο λόγο στις ανεπτυγμένες οικονομίες όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, η Μ. Βρετανία και η Γαλλία.
Δεν είναι όμως μόνο οι ανεπτυγμένες χώρες. Στα τέλη του 2023, η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποίησε για ένα άλλο πολύ μεγάλο πρόβλημα που θα μπορούσε να προκαλέσει μία γενικευμένη κρίση στις αναπτυσσόμενες οικονομίες, με παγκόσμιο αντίκτυπο. Ο διεθνής οργανισμός ανέφερε ότι το συνεχώς αυξανόμενο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους που προκαλούν τα αυξανόμενα επιτόκια, απορροφά χρήματα από πολύ σημαντικούς τομείς όπως της υγείας, της παιδείας και της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, περίπου 3,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν σε χώρες όπου οι πληρωμές τόκων είναι υψηλότερες από τις δαπάνες για την υγεία και την παιδεία. Όπως έδειξε μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2022 καταγράφηκε η μεγαλύτερη αύξηση του παγκόσμιου χρηματοδοτικού κόστους σε διάστημα 40 ετών, με τις αναπτυσσόμενες χώρες να πληρώνουν 443,5 δισ. δολάρια. Σε ό,τι αφορά το παγκόσμιο ιδιωτικό χρέος, το ΔΝΤ εκτιμά ότι τριπλασιάστηκε στο 146% του ΑΕΠ (γύρω στα 144 τρισ. δολάρια) μεταξύ του 1960 και του 2022. Η Κίνα κατέχει τη μερίδα του λέοντος, με το χρέος κινεζικών εταιρειών να αντιστοιχεί στο 28%.
Μία από τις αξιοσημείωτες εξελίξεις στις παγκόσμιες χρηματαγορές στις πρώτες εβδομάδες του 2024, είναι η αύξηση των εκδόσεων εταιρικών ομολόγων. Οι επιχειρήσεις αντλούν ολοένα και περισσότερα χρήματα από τις αγορές, πουλώντας ομόλογα σε επενδυτές, παρά το γεγονός ότι τα επιτόκια είναι τα υψηλότερα των τελευταίων δεκαετιών. Σύμφωνα με στοιχεία του London Stock Exchange Group, οι επιχειρήσεις που αξιολογούνται στην επενδυτική βαθμίδα, έχουν εκδώσει ομόλογα αξίας 153 δισ. δολαρίων μέσα στον Ιανουάριο. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη άντληση εταιρικού χρέους που έχει καταγραφεί μήνα Ιανουάριο από το 1990 που συλλέγονται δεδομένα.
Οι ειδικοί της αγοράς ομολόγων υποστηρίζουν ότι οι επιχειρήσεις σπεύδουν να αντλήσουν χρήματα από τις αγορές γιατί οι αποδόσεις έχουν υποχωρήσει τελευταία με την προσδοκία ότι οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες θα προχωρήσουν σύντομα σε μειώσεις επιτοκίων. Με το spread μεταξύ εταιρικών και κρατικών ομολόγων να βρίσκεται σ’ ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δύο ετών, επιχειρήσεις που δίστασαν να δανειστούν τον περασμένο χρόνο, επιλέγουν να επιστρέψουν στις αγορές.
Τον περασμένο Ιούλιο, το ινστιτούτο Brookings σήμανε συναγερμό για τα υψηλά επίπεδα ιδιωτικού χρέους και κυρίως των νοικοκυριών, τονίζοντας ότι τα νοικοκυριά σε πολλές χώρες του κόσμου θα δυσκολευτούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη που μάζεψαν τα προηγούμενα χρόνια όσο τα επιτόκια παραμένουν υψηλά, αποτελώντας εμπόδιο για την ανάπτυξη της οικονομίας. Σύμφωνα με τη Statista, η Ελβετία εμφανίζει το υψηλότερο χρέος νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 128% και ακολουθεί η Αυστραλία με 110%, ο Καναδάς και η Νότια Κορέα με 101%.