THEPOWERGAME
Υφεσιακές είναι οι πρώτες ενδείξεις του έτους για την οικονομία της Ευρωζώνης, με τη Γερμανία να θεωρείται ο ασθενής της Ευρώπης. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα έχει μία μοναδική ευκαιρία να ξεχωρίσει ξανά μέσα στο 2024, επιτυγχάνοντας ρυθμό ανάπτυξης πολύ υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σήμερα, το ελληνικό ΑΕΠ αναπτύσσεται με ρυθμό υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της Ευρωζώνης, έχοντας ξεπεράσει κατά 5,8% το επίπεδο που βρισκόταν πριν την πανδημία, όταν η Γερμανία μετά βίας το φτάνει και η Ευρωζώνη συνολικά το ξεπερνά κατά 3,3%.
Οι προβλέψεις των ξένων επενδυτικών οίκων και διεθνών οργανισμών, όπως ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ, τοποθετούν την ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ μεταξύ 2% και 3% το 2024, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί σε επίπεδο Ε.Ε. στο 1,3% και σε επίπεδο Ευρωζώνης στο 1,2%. Στην πλειοψηφία τους, οι αναλυτές περιλαμβάνουν την Ελλάδα στην πρώτη τριάδα των χωρών με την υψηλότερη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη το 2024, ενώ αν εξαιρεθεί η Ιρλανδία της οποίας το ΑΕΠ επηρεάζεται πάρα πολύ από τους τεχνολογικού κολοσσούς που διατηρούν την έδρα τους στη χώρα, το ελληνικό ΑΕΠ πρωταγωνιστεί στις περισσότερες αναλύσεις.
Παράλληλα, η ελληνική οικονομία μπορεί να ωφεληθεί από τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες που συμφώνησαν οι Ευρωπαίοι και καλείται να αξιοποιήσει όσο καλύτερα μπορεί τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, υλοποιώντας ταυτόχρονα τις αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης. Ακόμη και σε επίπεδο χρέους, η Ελλάδα δείχνει αξιοσημείωτη αντοχή, μειώνοντας κάθε χρόνο το λόγο χρέους προς ΑΕΠ. Αν το χρέος συνεχίσει στην ίδια πτωτική τροχιά, εκτιμάται ότι έως το 2027 η χώρα μας δεν θα εμφανίζει το υψηλότερο χρέος προς ΑΕΠ στην Ευρωζώνη.
Τα καλά νέα για την ελληνική οικονομία το 2024 δεν σταματούν εκεί. Ο πληθωρισμός δείχνει να επιβραδύνει ταχύτερα από τις αρχικές προβλέψεις των αναλυτών και υπό τον φόβο της ύφεσης η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εκτιμάται ότι θα προχωρήσει τουλάχιστον σε δύο ή τρεις μειώσεις επιτοκίων μέσα στο έτος. Το φθηνότερο χρήμα είναι μία προϋπόθεση για την αύξηση των εισροών επενδυτικών κεφαλαίων, σε μία στιγμή που η Ελλάδα απολαμβάνει την επενδυτική βαθμίδα από τρεις εκ των τεσσάρων κορυφαίων οίκων αξιολόγησης μετά από 13 χρόνια.
Το μεγάλο αγκάθι για την ελληνική οικονομία παραμένει η ακρίβεια. Οι υψηλές τιμές που παρατηρούνται σε ορισμένα βασικά αγαθά μειώνουν το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και στερούν από τους καταναλωτές το αίσθημα της ισχυρής ανάπτυξης. Η πορεία του εγχώριου πληθωρισμού θα παίξει πολύ σημαντικό ρόλο στο κλίμα που θα κυριαρχήσει στην αγορά, με έμμεσο αντίκτυπο και στις συνολικές επιδόσεις. Επιπλέον, μεγάλο στοίχημα για τη χώρα είναι η υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, όπως η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, καθώς και η συνέχιση επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων που θα διασφαλίσουν ότι το δημόσιο χρέος θα συνεχίσει να υποχωρεί, φέρνοντας πιο κοντά νέες αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης.
Σε ό,τι αφορά τις αξιολογήσεις, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το 2024 συγκεντρώνει η αξιολόγηση από τον Moody’s, τον μοναδικό οίκο αξιολόγησης που διατηρεί την Ελλάδα σε «junk». Η πρώτη αξιολόγηση του Moody’ s είναι προγραμματισμένη για τις 15 Μαρτίου, με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να πιστεύει ότι η Moody’s θα ανοίξει διάπλατα τις πόρτες των μεγάλων επενδυτών για τα ελληνικά assets, δίνοντας την επενδυτική βαθμίδα. Αν δεν σημειωθεί η πολυπόθητη αναβάθμιση τον Μάρτιο, τότε το ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να περιμένει μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου και τη δεύτερη προγραμματισμένη αξιολόγηση του Moody’ s.
Αυξημένο ενδιαφέρον θα έχει και η πρώτη αξιολόγηση του έτους, που είναι προγραμματισμένη στις 26 Ιανουαρίου από τον οίκο Scope Ratings. Ο γερμανικός οίκος Scope ήταν ο πρώτος που έδωσε την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα τον περασμένο Αύγουστο και η έκθεσή του είναι αυξημένης σημασίας γιατί πλέον λαμβάνεται υπόψη από την ΕΚΤ.