THEPOWERGAME
Σε τιμή ραφιού έως 17 ευρώ μπορεί να οδηγήσει η τιμή παραγωγού 8,5 ευρώ στο ελαιόλαδο καθώς στην ελληνική αγορά η τιμή λιανικής κυμαίνεται – σε γενικές γραμμές – σε διπλάσια επίπεδα της τιμής παραγωγού εάν συνυπολογιστούν το κόστος τυποποίησης, τα μεταφορικά, τα περιθώρια στη χονδρική και τη λιανική καθώς και ο ΦΠΑ.
Σήμερα, εάν και η βιομηχανία προμηθεύεται ελαιόλαδο στην τιμή των 8,5 -8,7 ευρώ/ λίτρο από 5 ευρώ τον περασμένο Ιανουάριο, η αυξημένη τιμή παραγωγού δεν έχει ακόμη αντιστοιχηθεί στην τιμή ραφιού καθώς τόσο η βιομηχανία όσο και το λιανεμπόριο έχουν συμπιέσει τα περιθώρια τους προκειμένου να διατηρήσουν τις τιμές σε προσιτά επίπεδα. «Πωλούμε ακόμη και με ζημία για να διατηρήσουμε τη θέση μας στα ράφια», εξομολογείται στέλεχος της βιομηχανίας στο powergame.gr.
Ωστόσο, έως την περίοδο των Χριστουγέννων εκτιμάται ότι η αυξημένη τιμή παραγωγού στα 8,5 -8,7 ευρώ, θα έχει φανεί και στο ράφι, μένει να φανεί όμως ως ποιο βαθμό καθώς λιανεμπόριο και βιομηχανία έχουν τη βούληση να κινηθούν με όσο το δυνατόν λιγότερες αυξητικές τάσεις.
Από εκεί και μετά το βασικό σενάριο των εκτιμήσεων στην αγορά είναι ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση στις τιμές ως αποτέλεσμα της μειωμένης ζήτησης, ιδίως στις χώρες χωρίς κουλτούρα ελαιολάδου, όπως στη Βόρεια Ευρώπη. Το ελληνικό ενδιαφέρον εστιάζεται στην πορεία της κατανάλωσης ελαιολάδου στη Γερμανία καθώς το ελληνικό ελαιόλαδο κατέχει σήμερα το 14% της γερμανικής αγοράς.
Η «τέλεια καταιγίδα»: μείωση παραγωγής και ιστορικά χαμηλά αποθέματα
Το ελαιόλαδο σήμερα, όπως αναφέρθηκε χθες σε κοινή εκδήλωση των φορέων του ελαιολάδου, βρίσκεται αντιμέτωπο με την τέλεια καταιγίδα καθώς τα αποθέματα έναρξης (της νέας σεζόν) βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ η διεθνής παραγωγή στις βασικότερες χώρες – παραγωγούς τη νέα περίοδο 2023/24 εκτιμάται ότι θα είναι μειωμένη κατά 820.000 τόνους συγκριτικά με το 2021/22 (2.390.000 τον. από 3.210.000 τον.) και κατά 170.000 τόνους συγκριτικά με την περίοδο 2022/23 (2.560.000 τον.).
Στην Ισπανία ειδικότερα που είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα του πλανήτη η παραγωγή εκτιμάται ότι θα ανέλθει στις 700.000 τον. από 660.000 την περίοδο 2022/23 και 1.500.000 τον. την περίοδο 2021/22.
«Βουτιά» της ελληνικής παραγωγής – η ζήτηση καθορίζει τις τιμές
Σημαντικά μειωμένη αναμένεται φέτος και η ελληνική παραγωγή ακολουθώντας τον κύκλο της ελιάς αλλά και λόγω των καιρικών φαινομένων. Από 350.000 τον. την περίοδο 2022/23 εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στους 160.000 τον., αν και άλλες εκτιμήσεις τοποθετούν τον πήχη της παραγωγής την περίοδο 2023/24 στις 180-200 χιλ. τον. από 280-320 χιλ. τον. την περασμένη περίοδο, χρονιά με πολύ καλή παραγωγή.
Η περαιτέρω πορεία της τιμής παραγωγού θα εξαρτηθεί, πάντως, από το τελικό ύψος της παραγωγής στην Ισπανία και την περαιτέρω πορεία της κατανάλωσης, η οποία προς το παρόν παραμένει ανθεκτική. Στην αγορά δεν αποκλείουν περαιτέρω ανοδική πορεία (πάνω δηλαδή από τα 8,5-8,7 ευρώ) της τιμής του ελαιολάδου και καθιστούν σαφές ότι όσο η κατανάλωση αντέχει, δεν πρόκειται να αποκλιμακωθούν οι τιμές.
Το επόμενο διάστημα προβλέπουν, πάντως, μείωση της ζήτησης κυρίως στις χώρες που δεν παράγουν ελαιόλαδο και δεν κρύβουν την ανησυχία τους μήπως οι συνέπειες από τη μείωση της κατανάλωσης αποδειχθούν πιο σοβαρές από το πρόσκαιρο όφελος της αυξημένης τιμής.
Σε ανοδική τροχιά οι ελληνικές εξαγωγές – Στόχος περαιτέρω αύξηση 20%
Οι ελληνικές εξαγωγές τυποποιημένου ελαιολάδου έχουν διπλασιασθεί την τελευταία 10ετία φθάνοντας στα επίπεδα των 40 χιλ. τόνων σε ετήσια βάση, ενώ από 60-100 χιλ. τον κυμαίνονται οι εξαγωγές ατυποποίητου («χύμα») ελαιολάδου – κυρίως στην Ιταλία – ανάλογα με την παραγωγή κάθε χρονιάς. Η βιομηχανία εκτιμά ότι τα επόμενα 2 με 3 χρόνια οι εξαγωγές τυποποιημένου ελαιολάδου μπορεί να αυξηθούν κατά επιπλέον 20%.
Επισημαίνεται ότι η ελληνική οικονομία κερδίζει 1,5 ευρώ για κάθε λίτρο ελαιολάδου όταν εξάγεται τυποποιημένο συγκριτικά με το «χύμα».