THEPOWERGAME
Τα χαρμόσυνα νέα για την ελληνική οικονομία ήρθαν χθες το βράδυ από την Moody’s που αναβάθμισε κατά δύο μονάδες τη χώρα μας, φέρνοντας ακόμα πιο κοντά την επενδυτική βαθμίδα. Υπενθυμίζεται ότι η Moodys διατηρούσε την Ελλάδα τρεις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Όπως σημειώνει τo Bloomberg, η αξιολόγηση σηματοδοτεί ότι η οικονομία της χώρας οδεύει προς καλύτερες ημέρες αφήνοντας πίσω της την κρίση χρέους της προηγούμενης δεκαετίας.
Συγκεκριμένα, η κίνηση αυτή θέτει την αξιολόγηση της Ελλάδας στο Ba1 με σταθερές προοπτικές, μόλις ένα βήμα μακριά από τη ζώνη της επενδυτικής βαθμίδας που έχασε η χώρα πριν από 13 χρόνια. Άλλοι οίκοι, όπως η ιαπωνική Rating and Investment Information., η γερμανική Scope Ratings και η καναδική DBRS Morningstar, έδωσαν προσφτάτως ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα.
Η αναβάθμιση κατά δύο βαθμίδες αντικατοπτρίζει την άποψη της Moody’s ότι η ελληνική οικονομία, τα δημόσια οικονομικά, οι θεσμοί και το τραπεζικό σύστημα βιώνουν βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές που θα υποστηρίξουν τη συνεχή ουσιαστική βελτίωση των πιστωτικών μεγεθών και την ανθεκτικότητα σε μελλοντικά πιθανά σοκ. Ειδικότερα, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Ιουνίου παρέχει υψηλό βαθμό πολιτικής και πολιτικής βεβαιότητας για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, προωθώντας τη συνεχιζόμενη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων του παρελθόντος και το σχεδιασμό περαιτέρω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, γεγονός που στηρίζει την προσδοκία της Moody’s για περαιτέρω οικονομική και δημοσιονομική ενίσχυση.
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν αυτές τις θετικές τάσεις με τις διαρθρωτικές προκλήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περισσότερο από ό,τι υποθέτει επί του παρόντος η Moody’s, συμπεριλαμβανομένου ενός συγκριτικά χαμηλού, αν και αυξανόμενου, επενδυτικού ποσοστού, ενός σημαντικού ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, του ακόμη υψηλού βάρους του δημόσιου χρέους και των πρόσθετων οικονομικών και δημοσιονομικών προκλήσεων από τη γήρανση και την κλιματική αλλαγή.
Η Moody’s αύξησε επίσης τα ανώτατα όρια της χώρας σε τοπικό νόμισμα και ξένο νόμισμα σε Α1 από Α3. Για τις χώρες της ζώνης του ευρώ είναι χαρακτηριστική η διαφορά έξι βαθμίδων μεταξύ του ανώτατου ορίου σε τοπικό νόμισμα και της αξιολόγησης του εκδότη σε τοπικό νόμισμα, καθώς και η διαφορά μηδέν βαθμίδων μεταξύ του ανώτατου ορίου σε τοπικό νόμισμα και του ανώτατου ορίου σε ξένο νόμισμα, γεγονός που αντανακλά τα οφέλη από το ισχυρό κοινό θεσμικό, νομικό και κανονιστικό πλαίσιο της ζώνης του ευρώ, καθώς και από τη στήριξη της ρευστότητας και άλλους μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων. Αντανακλά επίσης την άποψη της Moody’s για τον ελάχιστο κίνδυνο εξόδου από τη ζώνη του ευρώ.
Η αιτιολογία της αναβάθμισης Ba1
–Ισχυρή ανάπτυξη στο πλαίσιο της διαρκούς αλλαγής του οικονομικού μοντέλου
Η Ελλάδα παρουσιάζει ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική στο πλαίσιο μιας διαρκούς αλλαγής στο οικονομικό της μοντέλο. Η Moody’s προβλέπει μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,2% για το 2023-27. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με τη μέση ετήσια ανάπτυξη 0,8% τα πέντε έτη πριν από την πανδημία. Οι επενδύσεις και η κατανάλωση θα αποτελέσουν τους κύριους μοχλούς ανάπτυξης, ενώ η συμβολή των καθαρών εξαγωγών θα αυξάνεται με αργούς ρυθμούς.
Κατά τα επόμενα τέσσερα χρόνια, οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις θα υποστηριχθούν από κονδύλια στο πλαίσιο της διευκόλυνσης ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σταθερό Ααα). Με βάση την πρόοδο στις εκταμιεύσεις του ταμείου και τον προσδιορισμό από την ίδια την Ελλάδα των επενδύσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, η Moody’s αναμένει ότι το RRF θα προσφέρει σημαντική στήριξη στο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας. Επιπλέον, η Moody’s αναμένει ότι η θετική τάση στις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) θα συνεχιστεί λόγω των καλύτερων οικονομικών προοπτικών, των συνεχιζόμενων ιδιωτικοποιήσεων και των περαιτέρω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Όλα αυτά μαζί θα συμβάλουν στην άνοδο του ποσοστού επενδύσεων (μετρούμενο με βάση τον ακαθάριστο σχηματισμό πάγιου κεφαλαίου) σε περίπου 18% του ΑΕΠ έως το 2027, από 13,7% που καταγράφηκε το 2022.
Οι ισχυρές επενδύσεις θα συμβάλουν στο να παραμείνει μεγάλο το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η Moody’s προβλέπει ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα κυμανθεί γύρω στο 5-7% του ΑΕΠ μέχρι το 2027, έναντι 9,7% το 2022. Ωστόσο, οι κίνδυνοι εξωτερικής τρωτότητας που σχετίζονται με το μεγάλο και μόνο σταδιακά μειούμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μετριάζονται, κατά την άποψη της Moody’s, από τις προοπτικές ισχυρών ΑΞΕ και την ασφαλή χρηματοδότηση στο πλαίσιο του RRF τα επόμενα δύο χρόνια, οι οποίες μαζί θα χρηματοδοτήσουν μεγάλο μέρος του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
–Ισχυρή δέσμευση για δημοσιονομική σύνεση και μεταρρυθμίσεις
Η Moody’s αναμένει ότι η κυβέρνηση θα διατηρήσει μια πολιτική στάση που θα οικοδομεί ένα ιστορικό συνεχούς εφαρμογής οικονομικών και δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων κατά τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Αυτό βασίζεται στην άποψη του οίκου αξιολόγησης ότι η δέσμευση της κυβέρνησης για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και τη δημοσιονομική σύνεση είναι αξιόπιστη και ισχυρή. Επιπλέον, υπάρχει ευρεία συναίνεση στην κοινωνία για αυτές τις πολιτικές.
Οι θεσμικές αλλαγές που υλοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, της ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης και του νέου πλαισίου αφερεγγυότητας, έχουν θετικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, στη φορολογική συμμόρφωση και στο ευρύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Ο Moody’s αναμένει περαιτέρω πρόοδο τα επόμενα χρόνια, στηριζόμενος σε μεγάλο βαθμό στα επιτεύγματα που έχουν επιτευχθεί μέχρι σήμερα. Στους τομείς με μεγάλη σημασία για το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περιλαμβάνονται η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης, περαιτέρω βελτιώσεις στη φορολογική συμμόρφωση, φορολογικά κίνητρα για την αύξηση των επενδύσεων, μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας για την αύξηση των ποσοστών συμμετοχής και μέτρα για τη στήριξη της δημιουργίας πράσινων υποδομών.
-Η επιβάρυνση του δημόσιου χρέους της Ελλάδα θα μειώνεται σταθερά
Η Moody’s αναμένει τώρα ακόμη ταχύτερη μείωση της επιβάρυνσης του χρέους της γενικής κυβέρνησης, το οποίο πιθανότατα θα μειωθεί κοντά στο 150% του ΑΕΠ ήδη από το επόμενο έτος, αν και θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τις παγκόσμιες συγκρίσεις. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της ισχυρότερης αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ από ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως, και των μόνο σταδιακά μειούμενων ρυθμών πληθωρισμού, οι οποίοι θα οδηγήσουν σε ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 5% ετησίως στον ορίζοντα προβλέψεων της Moody’s μεταξύ 2023-27. Αυτό συγκρίνεται με ετήσια αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ μόνο κατά 0,7% κατά την πενταετία πριν από την πανδημία.
Η μείωση της επιβάρυνσης του χρέους αντανακλά επίσης την ισχυρή εστίαση της κυβέρνησης στην εφαρμογή συνετών δημοσιονομικών πολιτικών, με αποτέλεσμα την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των κρατικών δαπανών, η Moody’s αναμένει ότι η Ελλάδα θα επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1-2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, γεγονός που αντανακλά τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημοσιονομικής πολιτικής.
Το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι η περαιτέρω βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης, κυρίως μέσω της αυξημένης ψηφιοποίησης, και με βάση την πρόοδο που έχει σημειωθεί μέχρι στιγμής η Moody’s αναμένει ότι η κυβέρνηση θα επιτύχει κάποια αποτελέσματα. Για παράδειγμα, το χάσμα μεταξύ των εισπράξεων του φόρου προστιθέμενης αξίας που συλλέγονται και αυτών που θα εισπράττονταν υπό συνθήκες πλήρους συμμόρφωσης έχει μειωθεί σε περίπου 15% σήμερα από 29% το 2017 και περίπου 20% το 2020. Τα μέτρα που εφαρμόζει η κυβέρνηση περιλαμβάνουν την αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, τη σύνδεση των ταμειακών μηχανών και των τερματικών των σημείων πώλησης με τις φορολογικές αρχές και την πάταξη της φοροδιαφυγής μέσω αυξημένων ελέγχων, γεγονός που θα συμβάλει στην περαιτέρω μείωση αυτού του χάσματος.
Η ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους, που χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλη μέση διάρκεια έως τη λήξη περίπου 20 ετών, ένα ακόμη υψηλό ποσοστό επίσημων πιστωτών, πλήρως αντισταθμισμένο κίνδυνο επιτοκίου, μηδενικό χρέος σε ξένο νόμισμα και το μεγάλο ταμειακό απόθεμα ασφαλείας, το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Moody’s, θα ανέλθει σε περίπου 32 δισ. ευρώ (14,3% του ΑΕΠ) έως το τέλος του 2023, στηρίζουν περαιτέρω τη δημοσιονομική ισχύ της Ελλάδας και μειώνουν τον κίνδυνο ρευστότητας του Δημοσίου κατά τα επόμενα έτη.
Οι πληρωμές τόκων της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας θα είναι κατά μέσο όρο 5,9% των εσόδων την περίοδο 2023-27, μόνο ελαφρώς υψηλότερες από το 5,7% κατά μέσο όρο την περίοδο 2018-22, και παραμένουν ισχυρότερες από ό,τι για παράδειγμα της Ιταλίας (Baa3 αρνητικό). Ωστόσο, η διατηρήσιμη μείωση της επιβάρυνσης του χρέους της Ελλάδας κάτω από το 140% του ΑΕΠ θα απαιτήσει έναν συνδυασμό σταθερής ονομαστικής ανάπτυξης και διατήρησης σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων, κάτι που είναι πιθανό να καταστεί πολιτικά δύσκολο μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
-Η βελτίωση της υγεία του τραπεζικού τομέα στηρίζει την οικονομία και περιορίζει τον κίνδυνο ενδεχόμενων υποχρεώσεων
Οι δείκτες για την ποιότητα του ενεργητικού, την κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών συνεχίζουν να βελτιώνονται, πλησιάζοντας τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ και της ΕΕ. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) έχουν μειωθεί τόσο ως προς το ύψος όσο και ως ποσοστό επί του συνόλου των δανείων, και είναι τώρα λίγο κάτω από 5% σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), έναντι 30% το 2020.
Ενώ η επεξεργασία των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει πρόκληση, η Moody’s αναμένει επιτάχυνση στο πλαίσιο του βελτιωμένου νόμου περί αφερεγγυότητας. Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) θα ακολουθήσει τη στρατηγική του για τις εκποιήσεις που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 2023, και δεδομένων των ισχυρών αποτιμήσεων και του ενδιαφέροντος από ξένους επενδυτές, οι προοπτικές για την πώληση κρατικών συμμετοχών μέχρι το τέλος του 2025 είναι καλές.
-Το σκεπτικό για τις σταθερές προοπτικές
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν τις βαθιές διαρθρωτικές βελτιώσεις που θα μπορούσαν να προσφέρουν ισχυρότερες πιστωτικές μετρήσεις από ό,τι αναμένει επί του παρόντος η Moody’s, έναντι των προκλήσεων που θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περισσότερο από ό,τι υποθέτει η Moody’s.
Στα θετικά, η λαϊκή και πολιτική συναίνεση γύρω από τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων που βελτιώνουν τη λειτουργία των αγορών εργασίας και προϊόντων της Ελλάδας και επιτυγχάνουν δημοσιονομικά πρωτογενή πλεονάσματα μπορεί να αποφέρει θετικότερα αποτελέσματα από ό,τι εκτιμά σήμερα η Moody’s.
Στα αρνητικά, το σημαντικό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών δείχνει ότι οι επενδυτικές ανάγκες της οικονομίας έχουν αυξηθεί ταχύτερα από την αποταμιευτική της ικανότητα. Με την πάροδο του χρόνου, εάν διατηρηθεί, θα μπορούσε να συμβάλει σε συνεχείς πληθωριστικές πιέσεις που θα υπονόμευαν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας. Επιπλέον, δεδομένου του μεγέθους και της σημασίας τομέων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, η οικονομία είναι ευάλωτη σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς, και περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα με τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης θα χρειαστούν χρόνο.
Ο αρνητικός αντίκτυπος στη δυνητική ανάπτυξη από τη γήρανση μέσω της μείωσης των συνεισφορών της εργασίας, αν και δεν είναι μοναδικός για την Ελλάδα, είναι σημαντικός. Τούτου λεχθέντος, η χώρα έχει δυνατότητες να καλύψει τη διαφορά όσον αφορά τη συμμετοχή των γυναικών και των ατόμων ηλικίας 60 ετών και άνω στο εργατικό δυναμικό, ενώ οι βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές σε συνδυασμό με φορολογικά κίνητρα θα μπορούσαν να συμβάλουν στην προσέλκυση Ελλήνων υπηκόων υψηλής ειδίκευσης που μετανάστευσαν κατά τα χρόνια της κρίσης.
To μήνυμα Χατζηδάκη
Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, με αφορμή την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moody’s έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Η πιστοληπτική αναβάθμιση της Ελλάδας και μάλιστα κατά δύο βαθμίδες από την Moody’s δεν είναι μόνο μια ακόμα επιβράβευση της δημοσιονομικής και συνολικής οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης. Είναι κυρίως μια απόδειξη ότι η κυβέρνηση πρέπει να παραμείνει πιστή σε μια πολιτική δημοσιονομικής σοβαρότητας. Πολιτική η οποία παρά τις δυσκολίες θα συνεχίσει να είναι προσηλωμένη στους στόχους που έχουν τεθεί και στην επίτευξη των αντίστοιχων πρωτογενών πλεονασμάτων. Έχουμε πετύχει πολλά στην οικονομία τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Κρινόμαστε κάθε μέρα και δεν υπάρχει κανένας λόγος να πάει χαμένη η πρόοδος που έχει σημειωθεί. Σταθερά, θα συνεχίσουμε να συνδυάζουμε την κοινωνική ευαισθησία με την οικονομική υπευθυνότητα».