THEPOWERGAME
Μια τελευταία αύξηση επιτοκίων ετοιμάζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στις 14 Σεπτεμβρίου, χωρίς ωστόσο να είναι ειλημμένη η απόφαση, από τη στιγμή που τα οικονομικά δεδομένα αλλάζουν συνεχώς. Στην τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ, αυτήν του Ιουλίου, η Κριστίν Λαγκάρντ έβγαλε την κεντρική τράπεζα από τον αυτόματο πιλότο, λέγοντας ότι όλα είναι πιθανά, τόσο μία νέα αύξηση, όσο και η παύση των αυξήσεων, τον Σεπτέμβριο. Δύο μήνες μετά, τα οικονομικά στοιχεία έχουν ενισχύσει το σενάριο του στασιμοπληθωρισμού στην Ευρωζώνη, με τους δείκτες εμπιστοσύνης να καταρρέουν και τον πληθωρισμό να παραμένει ψηλά.
Η απόφαση που καλείται να λάβει το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ την ερχόμενη Πέμπτη είναι δύσκολη και εξαρτάται από ένα μείγμα παραγόντων. Η ατμόσφαιρα θα είναι τεταμένη και το πιθανότερο είναι η τελική απόφαση να κριθεί στις λεπτομέρειες, με την αύξηση των επιτοκίων στο 4% να κερδίζει έδαφος.
Υπέρ της παύσης των επιτοκίων τάσσονται κυρίως οι κεντρικοί τραπεζίτες των χωρών της περιφέρειας της Ευρωζώνης. Υποστηρίζουν ότι η μεγάλη πτώση των δεικτών εμπιστοσύνης από τον Ιούλιο υποδηλώνει ότι η ευρωπαϊκή οικονομία είναι σε πλήρη στασιμότητα. Η μείωση της ζήτησης για νέα δάνεια, τόσο από νοικοκυριά, όσο και από επιχειρήσεις, είναι κακός οιωνός για την οικονομική δραστηριότητα των επόμενων μηνών και ο κίνδυνος ύφεσης συζητείται ξανά.
Από τον Ιούλιο του 2022 έως σήμερα η ΕΚΤ έχει αυξήσει κατά 4,25% τα επιτόκια, από το -0,50% στο 3,75% το επιτόκιο καταθέσεων, οπότε μία παύση τον Σεπτέμβριο θα ήταν λογική. Ωστόσο, τα πρακτικά της συνεδρίασης του Ιουλίου δείχνουν ότι η ΕΚΤ δεν παίρνει ακόμη ως βασικό σενάριο αυτό της ύφεσης, γιατί το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε και στο β’ τρίμηνο, παρά τους αδύναμους οικονομικούς δείκτες. Για να πειστεί το συμβούλιο της ΕΚΤ ότι η οικονομία κινδυνεύει, θέλει να έχει πιο απτά στοιχεία από τους δείκτες εμπιστοσύνης.
Υπέρ μιας νέας αύξησης τάσσονται κυρίως οι χώρες του πυρήνα, όπως η Ολλανδία, η Γερμανία και η Αυστρία. Βασικό τους επιχείρημα δεν είναι άλλο από τον πληθωρισμό, ο οποίος συνεχίζει να καλπάζει. Η ΕΚΤ βλέπει τον πληθωρισμό να υποχωρεί, αλλά τον δομικό πληθωρισμό να επιμένει και τις πληθωριστικές προσδοκίες να αναθερμαίνονται. Η πρόσφατη δήλωση του επικεφαλής οικονομολόγου της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, ότι οι προβλέψεις της κεντρικής τράπεζας για τον πληθωρισμό δεν θα αναθεωρηθούν προς τα κάτω, δείχνει ένα κλίμα. Τώρα, μετά τη νέα άνοδο των τιμών του πετρελαίου εξαιτίας της απόφασης της Ρωσίας και της Σαουδικής Αραβίας να επεκτείνουν χρονικά τη μείωση της παραγωγής, δεν αποκλείεται οι προβλέψεις να αναθεωρηθούν προς τα πάνω.
Οι βασικές προβλέψεις των αναλυτών, με την υπόθεση ότι δεν θα υπάρξει νέα ενεργειακή κρίση, είναι ότι οι τιμές των τροφίμων θα υποχωρήσουν τους επόμενους μήνες και η γενικότερη τάση θα είναι αποπληθωριστική. Άρα, αν τελικά επικρατήσει η άποψη για νέα αύξηση των επιτοκίων την ερχόμενη Πέμπτη, εκτιμάται ότι θα είναι η τελευταία της ΕΚΤ.
Η εμπειρία του τελευταίου χρόνου δείχνει ότι η ΕΚΤ δίνει μεγαλύτερη βάση στα πραγματικά στοιχεία και όχι στα εκτιμώμενα. Ακόμη και σήμερα, τα στελέχη της πιστεύουν ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι η υπερβολική αύξηση των επιτοκίων, αλλά η πρόωρη παύση των αυξήσεων. Η κεντρική τράπεζα δείχνει να φοβάται πολύ λιγότερο τη συρρίκνωση του ΑΕΠ για ένα ή δύο τρίμηνα και πολύ περισσότερο την αναθέρμανση του πληθωρισμού.