THEPOWERGAME
«Η απόφαση να ενταχθούμε στον Δρόμο του Μεταξιού (σ.σ.: την κινεζική πρωτοβουλία Belt and Road Initiative -BRI-, στην οποία μετέχει και η Ελλάδα) ήταν ένας αυτοσχεδιασμός (…), που έγινε από την κυβέρνηση του Τζουζέπε Κόντε και οδήγησε σε διπλό αρνητικό αποτέλεσμα: Εμείς είχαμε εξαγωγή ενός επιπλέον φορτίου πορτοκαλιών στην Κίνα και εκείνοι τριπλασίασαν τις εξαγωγές προς την Ιταλία μέσα σε τρία χρόνια»!.
Αυτή η πρόσφατη δήλωση του υπουργού Άμυνας της Ιταλίας, Γκουίντο Κροσέτο, δείχνει το κλίμα που επικρατεί σήμερα απέναντι στην Κίνα σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Παράλληλα, οι ΗΠΑ γνωρίζουν πως χωρίς την Ευρώπη, δύσκολα θα αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας, με αιχμή τις πρώτες ύλες και σειρά «πράσινων» τεχνολογιών, και σιγοντάρουν όσους απαιτούν περιορισμό της εξάρτησης από το Πεκίνο.
Το 2019 η Ιταλία ήταν το πρώτο μέλος του G7 που εντάχθηκε στο Belt and Road Initiative, στο οποίο είχε ενταχθεί έναν χρόνο νωρίτερα η Ελλάδα. Η χώρα μας μετά την επένδυση της κινεζικής Cosco στο λιμάνι του Πειραιά παραχώρησε σε κινεζικά συμφέροντα (στην State Grid) μειοψηφικό πακέτο, αλλά και συνδιαχείριση του ΑΔΜΗΕ, που ελέγχει το δίκτυο μεταφοράς στην υψηλή τάση ηλεκτρικού ρεύματος.
Εδώ και χρόνια, οι Κινέζοι επιχειρούν να αποκτήσουν ποσοστό και στην Αριάδνη, τη θυγατρική του ΑΔΜΗΕ που κατασκευάζει την ηλεκτρική διασύνδεση Αττικής – Κρήτης. Η State Grid περιλαμβάνεται στα τέσσερα σχήματα που συνεχίζουν στον διαγωνισμό για την πώληση του 20% της Αριάδνη, με αντιπάλους τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, την κοινοπραξία Macquarie Super Core Infrastructure Fund & Phaethon Holdings (όμιλος Κοπελούζου) και την ιταλική Terna SpA.
Όμως, τα τελευταία χρόνια οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπαθούν να περιορίσουν την εξάρτηση από την Κίνα και να την κρατήσουν μακριά από στρατηγικά περιουσιακά στοιχεία. Η Κίνα την τελευταία δεκαετία πάτησε γερό πόδι στη Γηραιά Ήπειρο, με εξαγορές λιμανιών (Πειραιάς, Αμβούργο κ.λπ.), αεροδρομίων (Τίρανα, κ.ά.), εταιρειών ενέργειας, όπως ο ΑΔΜΗΕ κ.λπ.
Στην Ελλάδα και άλλες χώρες, μέσω των προγραμμάτων «Χρυσή Βίζα», που προσφέρουν άδειες παραμονής σε αγοραστές ακινήτων από τρίτες χώρες, οι Κινέζοι έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια. Αλλά οι επενδύσεις που είχε υποσχεθεί η Cosco για την αναβάθμιση του λιμανιού του Πειραιά ουδέποτε προχώρησαν, ενώ οι χρόνιες αδυναμίες της Ελλάδας στις υποδομές της μεταφορικής αλυσίδας (logistics) δεν επέτρεψαν στη χώρα μας να επωφεληθεί από την αύξηση των φορτίων στον Πειραιά.
Στην ιταλική κυβέρνηση δηλώνουν πως θέλουν να αποχωρήσουν από την πρωτοβουλία BRI χωρίς να διαταράξουν τις σχέσεις με το Πεκίνο. Πριν από λίγες ημέρες η Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με προσεκτικές διατυπώσεις, ανέφερε πως η ΕΕ δεν επιδιώκει «αποσύνδεση» (decoupling), αλλά μείωση των κινδύνων (derisking) στις σχέσεις με την Κίνα.
Οι ηγέτες της Ευρώπης επιδιώκουν μια πιο ισορροπημένη σχέση, με καλύτερη πρόσβαση των ευρωπαϊκών εταιρειών στην αγορά της Κίνας και περιορισμό της εξάρτησης της ΕΕ από το Πεκίνο σε κρίσιμες τεχνολογίες και πρώτες ύλες για την «πράσινη» μετάβαση κ.λπ. Από το 2019 έχουν αυξηθεί οι περιορισμοί και οι παρεμβάσεις κυβερνήσεων για την αναχαίτιση κινεζικών επενδύσεων σε ευρωπαϊκές εταιρείες σε κρίσιμους τομείς, όπως οι μικροεπεξεργαστές κ.λπ. Στις 13 Ιουλίου το Βερολίνο δημοσιοποίησε τη γερμανική στρατηγική απέναντι στην Κίνα, στην οποία επισημαινόταν πως «η μείωση των κινδύνων αποτελεί άμεση προτεραιότητα», αλλά την ίδια στιγμή τονιζόταν πως «απορρίπτουμε την αποσύνδεση (decoupling) την εθνικών οικονομιών μας».
Προ ημερών, η Wall Street Journal δημοσίευσε εκτενές ρεπορτάζ για την περιορισμένη συμμετοχή από την Ευρώπη στη διεθνή διάσκεψη για την Belt and Road Initiative, που προγραμματίζει ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, για τον Οκτώβριο. Η παρουσία του Ρώσου προέδρου, Βλαντίμιρ Πούτιν, αποτελεί αφορμή ώστε πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες (μεταξύ των οποίων και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης) να δηλώσουν στο Πεκίνο πως δεν θα παραστούν στη διεθνή διάσκεψη, σύμφωνα με την WSJ.
Η BRI, που είχε ανακοινωθεί από την Κίνα το 2013 ως εργαλείο για αύξηση της παγκόσμιας επιρροής της μέσω χρηματοδότησης επενδύσεων, κυρίως σε υποδομές, προσέκρουσε στην επιδημία του κορονοϊού και τα τελευταία χρόνια ατόνησε. Τώρα η κινεζική ηγεσία επιδιώκει να την «αναστήσει». Όμως ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η ΕΕ βλέπουν με καλό μάτι τους νέους σχεδιασμούς του Πεκίνου, στο οποίο καταλογίζουν και την υποστήριξη που παρέχει στη Ρωσία κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία.
Το νέο κλίμα στη σχέση Ευρώπης – Κίνας αποτυπώνεται και στα στοιχεία για τις κινεζικές επενδύσεις στη Γηραιά Ήπειρο, που βρέθηκαν το 2022 στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας, σχεδόν 83% κάτω από το 2016, που ήταν και η χρονιά με τις μεγαλύτερες επενδύσεις του Πεκίνου στην ΕΕ. Το 2016 οι άμεσες επενδύσεις (FDI) της Κίνας στην Ευρώπη είχαν φτάσει τα 37,3 δισ. ευρώ, ενώ το 2022 δεν ξεπέρασαν τα 8 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με έρευνα των Rhodium Group και MERICS, τουλάχιστον 10 από τις 16 συμφωνίες που επιχείρησαν να προχωρήσουν πέρυσι οι Κινέζοι στους τομείς της τεχνολογίας και των υποδομών της Ευρώπης ακυρώθηκαν με παρεμβάσεις κυβερνήσεων. Ειδικά στους μικροεπεξεργαστές και τις τηλεπικοινωνίες, οι κινεζικές επενδύσεις ακυρώθηκαν με επίκληση θέματα εθνικής ασφάλειας.
Οι αναλυτές παραδέχονται, πάντως, πως οι φιλόδοξοι στόχοι της ΕΕ για την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και την «πράσινη» μετάβαση δεν μπορούν να επιτευχθούν χωρίς την Κίνα. Η τελευταία ελέγχει όχι μόνο τις λεγόμενες «σπάνιες γαίες», μεταλλεύματα που είναι απαραίτητα για «πράσινες» τεχνολογίες, αλλά και τομείς όπως τα φωτοβολταϊκά πάνελ και οι μπαταρίες. Γι’ αυτό και στις Βρυξέλλες έχουν εντείνει τις προσπάθειες περιορισμού της εξάρτησης με την αξιοποίηση κάθε παραγωγικής δυνατότητες εντός της ΕΕ.