THEPOWERGAME
Βαρύνουσας σημασίας χρονικά ορόσημα περιλαμβάνει η ατζέντα του υπουργού Εθνικής Οικονομίας, Κωστή Χατζηδάκη, από την επόμενη εβδομάδα μέχρι και τον Οκτώβριο, που θα κατατεθεί το προσχέδιο του νέου Προϋπολογισμού στη Βουλή, για να πάρει σειρά η τρίτη μεταπρογραμματική αξιολόγηση. Πρόκειται για έξι σταθμούς που θα κρίνουν τις εξελίξεις σε όλο το φάσμα της οικονομίας, από την ανάπτυξη και την επενδυτική βαθμίδα έως και τη δημοσιονομική πολιτική σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Αναλυτικά, το χρονολόγιο με τους βασικούς σταθμούς έχει ως εξής:
12 Ιουλίου: Φορολογικές ελαφρύνσεις και αυξήσεις μισθών θα περιλαμβάνει το πολυνομοσχέδιο με τις προεκλογικές δεσμεύσεις για το 2024, που θα καταθέσει η κυβέρνηση στη βουλή την επόμενη Τετάρτη 12 Ιουλίου, με στόχο να ψηφιστεί πριν από την 1η Αυγούστου.
31 Αυγούστου: Η Ελλάδα θα πρέπει να εξασφαλίσει την καταβολή πόρων 10,4 δισ. ευρώ τη διετία 2023-2024 από το Ταμείο Ανάκαμψης, κάτι που απαιτεί την ολοκλήρωση 11 βασικών οροσήμων και δύο «στόχων» για τα δάνεια που έχει δεσμεύσει. Το συνολικό ποσό αντιστοιχεί σε 4 δόσεις επιδοτήσεων συνολικού ύψους 6,8 δισ. ευρώ και δύο δόσεις νέων δανείων ύψους 3,6 δισ. ευρώ. Το νέο οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να διαπραγματευτεί και να υπογράψει με τις Βρυξέλλες την πρόσθετη δανειακή σύμβαση των 5 δισ. ευρώ μέχρι και το τέλος Αυγούστου και να ολοκληρώσει την πρόταση για το ελληνικό REPowerEU, καθώς και την πρόταση για ενδιάμεση αναθεώρηση του ελληνικού προγράμματος.
1η Σεπτεμβρίου: Το επόμενο διάστημα θα ξεκινήσουν οι διαδικασίες κατάρτισης για το προσχέδιο του νέου Προϋπολογισμού, με τους φορείς και τα υπουργεία να έχουν περιθώριο έως την 1η Σεπτέμβρη να υποβάλουν τις προτάσεις, στη βάση των κατευθυντήριων γραμμών από το Γενικό Λογιστήριο για τις νέες οροφές στις πρωτογενείς δαπάνες. Το προσχέδιο θα κατατεθεί τον Οκτώβριο στη Βουλή και θα ενσωματώνει μέτρα καθαρού δημοσιονομικού κόστους 720 εκατ. ευρώ, με το κέντρο βάρους να πέφτει στο νέο μισθολόγιο των δημόσιων υπαλλήλων (κόστος 500 εκατ. ευρώ), την αύξηση του αφορολογήτου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά (κόστος 77 εκατ. ευρώ ετησίως), την αύξηση κατά 8% του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος (κόστος 49 εκατ. ευρώ ετησίως), την αύξηση του επιδόματος μητρότητας στους ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες (με κόστος 40 εκατ. ευρώ ετησίως), τη μονιμοποίηση της απαλλαγής των πρώην δικαιούχων ΕΚΑΣ από τη συμμετοχή τους στη φαρμακευτική δαπάνη (με κόστος 38 εκατ. ευρώ ετησίως), το youth pass για τους νέους που ενηλικιώνονται (με κόστος 30 εκατ. ευρώ ετησίως) και τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% για σπίτια που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές (με κόστος περί τα 40 εκατ. ευρώ ετησίως).
6 Σεπτεμβρίου: Θα δοθεί ένα πρώτο στίγμα για το πού θα κυμανθεί η ανάπτυξη το 2023, καθώς η ΕΛΣΤΑΤ θα ανακοινώσει τα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας στο δεύτερο τρίμηνο. Όλα δείχνουν ότι η ταχύτητα θα είναι αισθητά υψηλότερη σε σχέση με την πρόβλεψη του Προϋπολογισμού για 1,8% και την επικαιροποιημένη του Προγράμματος Σταθερότητας για 2,3%, καθώς θα ξεπεράσει το 3%, διευκολύνοντας τους δημοσιονομικούς χειρισμούς για την αποκλιμάκωση του ελλείμματος και του χρέους.
8 Σεπτεμβρίου: «Κληρώνει» για μια αξιολόγηση επενδυτικού βαθμού (investment grade) από τον καναδικό οίκο DBRS, ο οποίος σήμερα διατηρεί το ελληνικό αξιόχρεο μία κατηγορία κάτω από την ανώτερη, με σταθερές τις προοπτικές. Το επόμενο «παράθυρο ευκαιρίας» που ανοίγεται για την ελληνική οικονομία είναι στις 15 Σεπτεμβρίου από τη Moody’s και στις 20 Οκτωβρίου από τη Standard & Poor’s. Η τελευταία αξιολόγηση είναι στις 2 Δεκεμβρίου από τη Fitch. Ωστόσο, στο υπουργείο Οικονομικών αφήνουν ανοικτό τα καλά νέα να έρθουν νωρίτερα και δη μέσα στο καλοκαίρι, στις 4 Αυγούστου, από τη Scope Ratings, εφόσον η ΕΚΤ ανάψει το «πράσινο φως», προκειμένου η γερμανική εταιρεία να μπει στη λίστα με τους υπόλοιπους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης.
2 Οκτωβρίου: Ξεκινάει η τρίτη μεταπρογραμματική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, η οποία θα περιοριστεί σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων. Ωστόσο, εν όψει της διαμόρφωσης του νέου Συμφώνου Σταθερότητας, που θα εφαρμοσθεί από το 2024 με την κατάργηση της ρήτρας διαφυγής, το βάρος της διαπραγμάτευσης πέφτει στους στόχους στα πρωτογενή πλεονάσματα και τον ρυθμό μείωσης του χρέους, που θα κρίνουν τα δημοσιονομικά περιθώρια για την ενίσχυση των εισοδημάτων. Το πού ακριβώς θα «καθίσει η μπίλια» για τον δημοσιονομικό λογαριασμό θα αποφασισθεί το φθινόπωρο, όταν θα εξειδικευθούν οι στόχοι και το χρονοδιάγραμμα, ενώ θα υπάρξουν δεσμεύσεις και στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων που θα υλοποιηθούν την επόμενη τετραετία και συνδέονται ευθέως με το Ταμείο Ανάκαμψης. Πάντως, με βάση το Πρόγραμμα Σταθερότητας, ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα τοποθετείται στο 1,1% του ΑΕΠ το 2023 και ανεβαίνει ακόμα υψηλότερα, στο 2,1% του ΑΕΠ το 2024, στο 2,3% του ΑΕΠ το 2025 και στο 2,5% του ΑΕΠ το 2026.