THEPOWERGAME
Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που πίστευαν ότι η «πληγωμένη», από την παρατεταμένη οικονομική κρίση, ελληνική οικονομία, θα μπορούσε να ορθοποδήσει μετά το σοκ των lockdown, που τσάκισαν ακόμα και πιο εύρωστες χώρες. Κι όμως. Όχι μόνο η ύφεση του 2020 ήταν πολύ μικρότερη από τις αρχικές εκτιμήσεις, όχι μόνο καλύφθηκαν οι ζημιές μέσα σε ένα 12μηνο, αλλά πάμε ολοταχώς για νέο ρεκόρ.
Το 2022 διάψευσε για μια ακόμα φορά τις Κασσάνδρες που προέβλεπαν -ή και ήλπιζαν- ότι η ενεργειακή κρίση θα επέφερε βαρύ πλήγμα στον παραγωγικό ιστό κι ότι θα… διαλυόταν το αφήγημα περί εύρωστης οικονομίας. Οι ρυθμοί ανάπτυξης «έτρεξαν» με 6% και δεν βοήθησαν απλώς το οικονομικό επιτελείο να εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους για να στηρίξει με έκτακτα μέτρα τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αλλά έδωσαν και «αέρα» στο 2023. Αν και ο πήχης τέθηκε συντηρητικά κάτω από το 2%, πριν καν συμπληρωθεί το πρώτο τρίμηνο του έτους στο υπουργείο Οικονομικών είχαν σαφείς ενδείξεις ότι η οικονομία μπορεί να «τρέξει» ως και 2,5%. Πλέον, οι υπολογισμοί δείχνουν ότι η φετινή ανάπτυξη θα είναι τουλάχιστον 3%, αφήνοντας έτη φωτός πίσω τους μέσους όρους στην Ευρωζώνη.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το της χώρας θα φτάσει φέτος στα 222,8 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου στα επίπεδα που ήταν το 2010, όταν οι Έλληνες έμπαιναν ανυποψίαστοι στο τούνελ των Μνημονίων. Αν επιβεβαιωθούν οι προβολές των αρμόδιων υπηρεσιών- που συμπίπτουν με τις αντίστοιχες των τεχνοκρατών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής- τότε το 2024 το ΑΕΠ της χώρας θα έχει σκαρφαλώσει στα 233,7 δισ. ευρώ, δηλαδή εκεί που ήταν το 2007!
Η δυναμική που αναπτύσσει η οικονομία είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη, αφορά στις δημοσιονομικές επιδόσεις από εδώ και πέρα. Αν και στο σχεδιασμό, που έχει υποβληθεί στις Βρυξέλλες, ενσωματώθηκε το συντηρητικό σενάριο των υπηρεσιών του υπουργείου Οικονομικών, η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποκαλύπτει ότι στο τέλος της χρονιάς η Ελλάδα μπορεί να έχει πιάσει πρωτογενές πλεόνασμα 1,9%, δηλαδή 1,2 μονάδες πάνω από το στόχο. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό το υπερπλεόνασμα, με τη… βούλα της Κομισιόν; Ότι η επόμενη κυβέρνηση, εκτός από την «προίκα» των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, θα έχει κι έναν «κουμπαρά» 2,7 δισ. ευρώ για να στηρίξει τους πιο ευάλωτους, χωρίς να τεθεί εν αμφιβόλω ο στρατηγικός στόχος της επενδυτικής βαθμίδας πριν τελειώσει η χρονιά.
Προφανές είναι ότι η διαχείριση αυτής της υπερπολύτιμης «κληρονομιάς» θα πρέπει να γίνει με σύνεση, έτσι ώστε «η Ελλάδα να μη χύσει την καρδάρα με το γάλα», όπως λένε χαρακτηριστικά πηγές από τις Βρυξέλλες. Επί της ουσίας, η επόμενη κυβέρνηση, η οποία καλώς εχόντων των πραγμάτων θα προκύψει το αργότερο μετά τις δεύτερες κάλπες, θα πρέπει να φέρει εις πέρας τρεις δύσκολες αποστολές στους μήνες που απομένουν μέχρι το τέλος του έτους.
Κατ’ αρχάς, από τις προγραμματικές δηλώσεις θα πρέπει να επιβεβαιώσει την εκτίμηση όλων των οίκων αξιολόγησης, των επενδυτικών τραπεζών, των διεθνών αναλυτών, ότι δεν θα ατονήσει ο μεταρρυθμιστικός οίστρος της τελευταίας τετραετίας. Αυτό το στίγμα των προθέσεων είναι που θα ανάψει το «πράσινο» φως για την ενεργοποίηση των επενδυτικών πλάνων που βρίσκονται σε αναμονή. Η εκτίμηση- μάλλον συντηρητική- της Κομισιόν είναι ότι φέτος οι επενδύσεις θα «τρέξουν» με 11,7%, του χρόνου με 7,2% και το 2024 με 6%, όταν ο μέσος όρος της Ευρωζώνης θα είναι γύρω στο 2,2%.
Η δεύτερη πρόκληση έχει να κάνει με την ενεργοποίηση ενός ακόμα «πακέτου» έκτακτων μέτρων στήριξης απέναντι στις ανατιμήσεις, που δεν θα υπονομεύει, όμως, το δημοσιονομικό προφίλ της χώρας πριν πάρει την επενδυτική βαθμίδα. Η παράταση του Market Pass αμέσως μετά το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, καθώς και η καταβολή ενός ακόμα επιδόματος σε ευάλωτους πριν από τα Χριστούγεννα, έχουν συνολικό κόστος που δεν ξεπερνά τα 1,1 δισ. ευρώ, άρα «χωράει» στο διαφαινόμενο δημοσιονομικό χώρο.
Η τρίτη και πιο δύσκολη αποστολή για το νέο υπουργό Οικονομικών έχει να κάνει με τα σκληρά παζάρια, που θα καθορίσουν τα περιθώρια δημοσιονομικής ευελιξίας των επόμενων ετών. Ακόμα και στο «καλό» σενάριο, που θέλει την Κομισιόν να συνάπτει διμερή «συμβόλαια» με τις κυβερνήσεις για το ρυθμό μείωσης του Χρέους, η Ελλάδα καλείται να παλέψει έτσι ώστε επενδυτικές και αμυντικές δαπάνες να εξαιρούνται από το «χρυσό» κανόνα περιορισμού των δαπανών, που ζητούν ακόμα και οι «σκληροί» του Βορρά. Προφανές είναι ότι ένας «αδύναμος» υπουργός, μιας «αδύναμης» κυβέρνησης δεν θα έχει την τύχη με το μέρος του…