THEPOWERGAME
Έχοντας αυξήσει την παραγωγή κατά 900% σε 21-22 χρόνια και τις εξαγωγές κατά 500% σε 15 χρόνια το ακτινίδιο αναδεικνύεται στο success story της ελληνικής γεωργίας με την Ελλάδα να έχει αναρριχηθεί στην 4η θέση παγκοσμίως όσον αφορά στην παραγωγή αλλά και σε αξία εξαγωγών. Κατά την εν εξελίξει εμπορική περίοδο μάλιστα η Ελλάδα σπάει το φράγμα των 200 χιλιάδων τόνων στις εξαγωγές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων-Λαχανικών & Χυμών INCOFRUIT – HELLAS, οι φυτεύσεις ακτινιδίου στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά με αποτέλεσμα η ετήσια παραγωγή από 36 χιλ. τόνους την εμπορική περίοδο 2001-02 (η εμπορική περίοδος ξεκινά 1/9 και ολοκληρώνεται 31/8) να αυξηθεί στην τρέχουσα (2022-23) στις 323 χιλ. τόνους (αύξηση 897,2%)!
Το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής παραγωγής διακινείται στις αγορές του εξωτερικού με τις εξαγωγές να έχουν υπερβεί φέτος τις 200 χιλ. τόνους (προσωρινά στοιχεία) από 38 χιλ. τον, την περίοδο 2007-08, δηλαδή σε μια 15ετία η αύξηση των εξαγωγών υπερβαίνει το 526%!
Πάνω από 310 χιλιάδες τόνους η ελληνική παραγωγή
H ελληνική παραγωγή ακτινιδίων την περίοδο 2019/20 ανήλθε σε 285,859 χιλ. τόνους, το 2020/21 σε 307,44 χιλ. τόνους και το 2021/22 σε 313,393 χιλ. τόνους με την πλειονότητα να αφορούν την ποικιλία Χέϋγουορντ αλλά και πρώιμες ως και κιτρινόσαρκες ποικιλίες που συνεχώς αυξάνεται ο όγκος παραγωγής τους.
Η εξέλιξη της παραγωγής, της κατανάλωσης και των εξαγωγών ακτινιδίου την τελευταία 3ετία αποτυπώνεται στον ακόλουθο πίνακα (σ.σ. η εμπορική χρονιά 2022-23 είναι εν εξελίξει):
Ισοζύγιο Παραγωγής, Διάθεσης & Εξαγωγών Ακτινιδίων
Εμπορική περίοδος 1/9-31/8 | 2019/20 | 2020/21 | 2021/22 | |||
οριστικά (επίσημα στοιχεία) | οριστικά (επίσημα στοιχεία) | οριστικά (επίσημα στοιχεία) | ||||
Καλλιεργούμενες εκτάσεις (εκτάρια) | 10.285 | * | 11.066 | * | 12.568 | ** |
Παραγωγή (σε τόνους) | 285.859 | * | 307.444 | * | 313.393 | ** |
Eισαγωγές | 1.980 | 2.587 | 2.085 | |||
Σύνολο | 287.839 | 310.031 | 315.477 | |||
Εξαγωγές | 176.059 | 160.066 | 183.599 | |||
Σύνολο | 176.059 | 160.066 | 183.599 |
Η Ελλάδα 4η παγκοσμίως σε παραγωγή και αξία εξαγωγών
Με την αύξηση της παραγωγής της άνω των 310 χιλιάδων τόνων η Ελλάδα έχει αναρριχηθεί στην 4η θέση παγκοσμίως όπως αποτυπώνεται στον παρακάτω πίνακα:
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 4η θέση διεθνώς όσον αφορά και στην αξία εξαγωγών καθώς και στην 5η θέση όσον αφορά στον όγκο εξαγωγών. Το 2022 εκτιμάται ότι οι παγκόσμιες εξαγωγές ανήλθαν σε 1,838 εκατ. τόνους και αξίας 3,769 δις ευρώ (+13,8%). Η Νέα Ζηλανδία με 1,6 δις ευρώ & 676,7 χιλ. τόνους είναι η πρώτη εξαγωγική χώρα με δεύτερη την Ιταλία των 521,343 εκατ. ευρώ και 282,2 χιλ. τόνων με τρίτη ως προς την αξία το Βέλγιο με 514,84 εκατ. ευρώ και ως προς τις ποσότητες το Ιράν με 193,88 χιλ. τόνους ακολουθούμενες από την Ελλάδα με 185,343 χιλ. τόνους και 215,43 εκατ. ευρώ.
«Το εξαγωγικό εμπόριο της χώρας μας αξιοποιώντας την καλή παραγωγή μας διεύρυνε και αύξησε τις εξαγωγές τυποποιημένων προϊόντων προς την Ε.Ε. και τις τρίτες εκτός Ε.Ε.27 χώρες και αντικατέστησε το Ιράν στην αγορά της Ινδίας (που απαγόρευσε λόγω φυτοφαρμάκων τις εισαγωγές) καθιστώντας την γι’ αυτή την περίοδο το δεύτερο προορισμό των τυποποιημένων ακτινιδίων μας μετά την Ισπανία», δηλώνει στο powergame.gr ο ειδικός σύμβουλος της INCOFRUIT, κ. Γιώργος Πολυχρονάκης και εξηγεί:
«Το 63% της εμπορεύσιμης παραγωγής ετησίως εξάγεται, κυρίως σε ευρωπαϊκές αγορές, όπως Ισπανία, Ιταλία, Γερμανία, Πολωνία, Ρουμανία, Ολλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο και Τσεχία, ενώ από τις τρίτες χώρες ανοδικά κινούνται οι εξαγωγές στην Κίνα, Ινδία, ΗΠΑ, Καναδά, Ουκρανία, Τουρκία και Αίγυπτο, σε μια προσπάθεια ανοίγματος σε νέες αγορές και διασπορά του κινδύνου των αγορών, μετά και τον αποκλεισμό από τη Ρωσική αγορά».
Αναλυτικά στοιχεία για τις ελληνικές εξαγωγές στον πίνακα που ακολουθεί:
Eξαγωγές
|
Μειωμένη κατά 20% η τιμή του ακτινιδίου
Ωστόσο, στην τρέχουσα περίοδο η μεσοσταθμική τιμή του ακτινιδίου είναι μειωμένη κατά -20% (επίσημα στοιχεία μέχρι 31/3/23), γεγονός που κατά τον κ. Γ. Πολυχρονάκη οφείλεται:
- «στην απρογραμμάτιστη επέκταση της καλλιέργειας του προϊόντος (μιμητικά, χωρίς την μελέτη των μελλοντικών τάσεων και προτιμήσεως των καταναλωτών σε συγκεκριμένες ποικιλίες και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά),
- τη μη εξάλειψη-εκρίζωση-αντικατάσταση καλλιέργειας κάποιων υποτιθεμένων πρώϊμων ποικιλιών χωρίς μετασυλλεκτικές αντοχές (εμφανίζονται στις αγορές χωρίς τις προβλεπόμενες ενωσιακές προδιαγραφές ποιότητας) που δυσφημούν την φήμη του ελληνικού προϊόντος,
- τη μη ύπαρξη αποθηκευτικών εγκαταστάσεων-ψυγείων σε κάποιες παραγωγικές περιοχές (παρά την κάλυψη σε επίπεδο χώρας 3 έως 4 φορές της παραγωγής των παραγομένων προϊόντων),
- τη μη εφαρμογή των απαραίτητων καλλιεργητικών φροντίδων με συνέπεια η φετινή παραγωγή να παρουσιάσει μικροκαρπία σε ποσοστό μεγαλύτερο του 30% της συνολικής παραγωγής και
- τη μη εκμετάλλευση της μείωσης της παραγωγής της Ιταλίας την τελευταία πενταετία, για διεύρυνση του πελατολογίου των προϊόντων μας λόγω της διακίνησης πρώτης ύλης (χωρίς μετασυλλεκτική προστιθέμενη αξία) στο Ιταλικό εξαγωγικό εμπόριο για διατήρηση της παρουσίας του στα ράφια των λιανικών καταναλωτικών αγορών και με την αποκατάσταση της ιταλικής παραγωγής του περιορισμού αγοράς πρώτης ύλης (- 55% έναντι αντίστοιχα πέρυσι)».
Γιατί Νεοζηλανδοί και Ιταλοί πωλούν ακριβότερα
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2022 η μεσοσταθμική τιμή ακτινιδίου της Νέας Ζηλανδίας ήταν 2,39 ευρώ/κιλό, της Ιταλίας 1,85 ευρώ/κιλό και της Ελλάδας μόλις 1,16 ευρώ/κιλό.
«Ενώ μπορούμε να πωλήσουμε τυποποιημένο το προϊόν σε υψηλότερες τιμές, το πουλάμε ατυποποίητο κατ ευθεία από τον αγρό όπως στην περίπτωση της Ιταλίας για «Ιταλοποίηση» ή υποτιμολογημένο (όπως στην περίπτωση Βουλγαρίας που είναι κάτω από την τιμή κτήσης της πρώτης ύλης)», σχολιάζει ο κ. Γ. Πολυχρονάκης, ο οποίος, πάντως, θεωρεί ευοίωνες τις προοπτικές για το προϊόν διότι, όπως σημειώνει, «η ποιότητα των προϊόντων μας είναι εξαιρετική (τηρουμένων των ορθών καλλιεργητικών πρακτικών) και σε εμπορικό επίπεδο αφ’ ενός τήρησης των υφισταμένων προδιαγραφών εμπορίας και υγιειονομικών απαιτήσεων και αφ ετέρου με αξιοποίηση των ευκαιριών που δίδουν οι νέες διμερείς συμφωνίες της χώρας μας όπως με τη Βραζιλίας που ελεγκτές της βρέθηκαν στη χώρα μας για το άνοιγμα της αγοράς της Βραζιλίας στα ελληνικά ακτινίδια».
Ως εκ τούτου ο κ. Γ. Πολυχρονάκης προτείνει, πέραν της επίλυσης του προβλήματος με τους εργάτες γης και τη στήριξη των παραγωγών για την αντιμετώπιση του υψηλού κόστους παραγωγής:
- «Η ελληνική καλλιέργεια ακτινιδίων να εμπλουτιστεί από πλευράς νέων ποικιλιών. Η αλλαγή πλεύσης στις καλλιέργειες θα πρέπει να προβλέπει προϊόντα που από μελέτες προτίμησης των καταναλωτών θα επικρατήσουν την επόμενη δεκαετία και να εκμεταλλευτούμε όλες τις δυνατότητες που μας δίνει κλιματικά και γεωγραφικά η χώρα μας.
- Να οριοθετηθούν ζώνες παραγωγής σε έκταση ούτως ώστε να μπορούν να απορροφηθούν από την διεθνή ζήτηση.
- Το ελληνικό εξαγωγικό εμπόριο να εκμεταλλευθεί τις ευκαιρίες προς διεύρυνση των παραδοσιακων του αγορών τόσο ευρωπαϊκών όσο και σε τρίτες χώρες που έχουν συναφθεί διμερείς φυτουγειονομικές συμφωνίες όπως σε ΗΠΑ και Καναδά που οι εξαγόμενες ποσότητες αυξάνονται από έτος σε έτος».