THEPOWERGAME
Ιδανικό ξεκίνημα έκαναν οι ελληνικές εξαγωγές στα φρούτα και τα λαχανικά το α’ δίμηνο του 2023, καταγράφοντας αύξηση που «άγγιξε» το 30%, τόσο σε όγκο όσο και αξία. Ακόμη μεγαλύτερη (σχεδόν 50%) αύξηση σε όγκο καταγράφηκε τον Μάρτιο.
Όπως δηλώνει στο powergame.gr, ο Ειδικός Σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών INCOFRUIT – HELLAS, Γιώργος Πολυχρονάκης, τέσσερις ήταν οι κυρίως λόγοι που «άνοιξε» τόσο μεγάλο παράθυρο ευκαιριών στην ευρωπαϊκή -κυρίως- αγορά, το οποίο έσπευσαν να αξιοποιήσουν οι Έλληνες εξαγωγείς:
- η μείωση από τα τέλη του 2022 στην παραγωγή εσπεριδοειδών, κυρίως μανταρινιών, στην Ισπανία, λόγω καιρικών φαινομένων,
- η μείωση στην παραγωγή κηπευτικών στα θερμοκήπια της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης (ιδίως στην Ολλανδία), ως συνέπεια του υψηλού -κυρίως ενεργειακού- κόστους,
- ο περιορισμός των εξαγωγών από Τουρκία και Μαρόκο, προκειμένου ν’ αυξήσουν την προσφορά στις εσωτερικές αγορές, ώστε να αποτρέψουν περαιτέρω αύξηση του πολύ υψηλού πληθωρισμού
- και η αυξημένη ζήτηση τον Μάρτιο λόγω του Πάσχα των Καθολικών.
Ως εκ τούτου και παρά την υποκατανάλωση κατά 10% (μεσοσταθμικά) φρούτων και λαχανικών στην Ευρώπη λόγω του πληθωρισμού, το πρώτο δίμηνο του 2023 οι εξαγωγές νωπών φρούτων και λαχανικών αυξήθηκαν κατά 29% σε όγκο και ανήλθαν σε 349.323 τόνους και κατά 28,7% σε αξία, φτάνοντας στα 300,695 εκατομμύρια ευρώ συγκριτικά με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2022, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σε επεξεργασία από INCOFRUIT-HELLAS.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει ο κ. Γ. Πολυχρονάκης, το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου:
- οι εξαγωγές των λαχανικών αυξήθηκαν κατά 19% σε όγκο στους 42.344 τόνους και κατά 31,2% σε αξία στα 47,5 εκατομμύρια ευρώ,
- ενώ οι εξαγωγές φρούτων κατά 30,5% σε όγκο στους 306.979 τόνους και 28,2% σε αξία στα 253,19 εκατομμύρια ευρώ.
Σε ημερολογιακή βάση, τον Ιανουάριο 2023 διατηρήθηκε η δυναμική αύξησης των εξαγωγών του τελευταίου τριμήνου του 2022. Η αύξηση συγκριτικά με τον Ιανουάριο του 2022 ανήλθε στο 24% σε όγκο και στο 25,7% σε αξία, με τις μεσοσταθμικές τιμές εξαγωγής ελαφρώς βελτιωμένες κατά 1,4%, χωρίς όμως να καλύπτουν την αύξηση του κόστους παραγωγής
Τον Φεβρουάριο οι εξαγωγές εξελίχθηκαν ιδιαίτερα δυναμικά, με αύξηση κατά 34,9% σε όγκο και 31,9% σε αξία έναντι του αντίστοιχου μήνα του 2022, με τη μεσοσταθμική τιμή μειωμένη κατά 2,2%. «Η σταθερότητα στις μεσοσταθμικές τιμές πώλησης (-0,2%) το ανασκοπούμενο δίμηνο δεν συμβάλλει στην κάλυψη του κόστους παραγωγής, που είναι αυξημένο κατά 30%-35% στα κυριότερα προϊόντα», σημειώνει ο ειδικός σύμβουλος της INCOFRUIT-HELLAS.
Όσον αφορά τον Μάρτιο, με βάση προσωρινά στοιχεία, η αύξηση σε όγκο ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή, της τάξεως του 49,2%, έναντι του Μαρτίου 2022, με τους Έλληνες εξαγωγείς να ανταποκρίνονται στην αυξημένη ζήτηση, καθώς οι καταναλωτές στην Ευρώπη έστρεψαν την προτίμησή τους στα χειμερινά φρούτα και κυρίως τα εσπεριδοειδή και τη φράουλα.
«Τις τελευταίες εβδομάδες οι τιμές των λαχανικών αυξάνονταν συνεχώς, αλλά τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται σταθεροποίηση της αγοράς», επισημαίνει ο Γ. Πολυχρονάκης και εξηγεί: «Μετά το τέλος της περιόδου του Πάσχα των Καθολικών, όταν η ζήτηση είναι αυξημένη, οι τιμές αναμένεται να σταθεροποιηθούν μέσω διεύρυνσης των εισαγωγών από τρίτες χώρες και διάθεσης στην αγορά των πρώτων εαρινών-θερινών φρούτων και λαχανικών από τα τέλη Απριλίου».
Ποια φρούτα – λαχανικά πρωταγωνίστησαν στις εξαγωγές
Πρωταγωνιστές στη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών ήταν
-σε όγκο, τα μανταρίνια με αύξηση 60,7% (α’ δίμηνο 2023 προς α’ δίμηνο 2022), οι πατάτες με 59,8%, τα λεμόνια με 53,8% και οι ντομάτες με 40,9%
– και σε αξία, οι πατάτες με 124,6%, τα λεμόνια με 102%, τα μανταρίνια με 87,4%, οι ντομάτες με 57,7% και οι φράουλες με 50,6%.
Μοναδικό φρούτο με μείωση στην αξία εξαγωγών ήταν τα ακτινίδια με -9,2% αν και οι εξαγωγές τους ήταν αυξημένες σε όγκο κατά 20,9%.
Κλονίζεται η ανταγωνιστικότητα, κίνδυνος εγκατάλειψης καλλιεργειών
«Στο α’ δίμηνο του 2023 παρατηρήθηκε διακίνηση ατυποποίητων προϊόντων κατευθείαν από τον αγρό, χωρίς τη διέλευσή τους από πιστοποιημένες τυποποιητικές μονάδες και χωρίς την προβλεπόμενη σήμανση για την προέλευσή τους», υπογραμμίζει ο Γ. Πολυχρονάκης και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου:
«Η ανταγωνιστικότητα του κλάδου έχει κλονισθεί τόσο από την αύξηση του κόστους (ενέργεια, εισροές παραγωγής), τις συνέπειες της έλλειψης εργατών γης (εποχικοί εργαζόμενοι, οδηγοί φορτηγών), όσο και από την επίδραση της κλιματικής αλλαγής (δυσμενείς καιρικές συνθήκες στην παραγωγή).
Εφιστάται η προσοχή και η ευθύνη των αρμόδιων ελεγκτικών υπηρεσιών στην εντατικοποίηση των ελέγχων, για την αποφυγή των φαινομένων διακίνησης από «Έλληνες, Ιταλούς και Βαλκάνιους εμπόρους» ατυποποίητων φρούτων και λαχανικών (κατευθείαν από τον αγρό), κυρίως προς τις γειτονικές αγορές και την τρέχουσα εμπορική περίοδο (χωρίς να πληρούν ακόμη τις κατάλληλες απαιτήσεις που προβλέπεται από την ενωσιακή και εθνική νομοθεσία), για να μην πληγεί η φήμη των προϊόντων μας.
Αναγκαία είναι η στήριξη των αγροτών μας από την Πολιτεία, με ενίσχυση του αυξημένου κόστους, προς αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητάς τους, και η επίλυση, έστω και με προσωρινά μέτρα, του προβλήματος των εργατών γης και της πρόσβασης σε χρηματοδότηση, άλλως θα οδηγηθούν σε μερική εγκατάλειψη καλλιεργειών.
Από δε την ΕΕ ζητείται όπως οι εισαγωγές νωπών οπωροκηπευτικών από τρίτες χώρες συμμορφώνονται στα περιβαλλοντικά και φυτοϋγειονομικά πρότυπα της ΕΕ, γιατί παράγονται με πολύ χαμηλότερα από τα ευρωπαϊκά εσπεριδοειδή, γεγονός που διευκολύνει την παραγωγή τους πολύ φθηνά, διαμορφώνοντας μια πιθανή εμπορική πρακτική ντάμπινγκ».